ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΙΑΝΙΝΩΦ
Η πνευματική λογική μας διδάσκει, πως οι αρρώστειες και γενικά οι θλίψεις, που μας στέλνει ο Θεός, είναι μέσα έκφρασης του ελέους Του και της ευσπλαγχνίας Του για μας. Όπως τα πικρά φάρμακα τους άρρωστους τους ωφελούν πιο πολύ από τα γλυκίσματα, έτσι και αυτές βοηθούν εκείνους που τις υπομένουν στη σωτηρία και στην αιώνια ευτυχία πιο πολύ από τα θαύματα! Συχνά, πολύ συχνά, μια ασθένεια είναι πιο μεγάλη ευεργεσία από ένα θαύμα! Η αρρώστεια είναι τόσο ουσιώδης ευεργεσία, ώστε η απαλλαγή μας από αυτή (έστω και με θαύμα!) να μας βλάπτη, αφού αφαιρεί ένα πιο μεγάλο αγαθό• ένα αγαθό που με κανένα τρόπο δεν μπορεί να συγκριθή με το πρόσκαιρο αγαθό, που μας προσφέρει με θαύμα η θεραπεία μας από κάποια αρρώστεια.
Η αγία Γραφή μας λέγει ολοκάθαρα, πως ο Θεός σε κείνους που αγαπάει στέλνει πολλές πίκρες, και κυρίως αρρώστειες σωματικές. Σε κάθε της σελίδα η αγία Γραφή μας λέγει, ότι όλοι ανεξαιρέτως οι άγιοι επέρασαν την επί γης ζωή τους βαδίζοντες την οδό την στενή και τεθλιμμένη, που είναι γεμάτη θλίψεις, πίκρες, στερήσεις.
Με αυτή τη γνώμη για τις θλίψεις, οι αληθινοί δούλοι του Θεού αντιμετώπιζαν τις θλίψεις, που τους συνέβαιναν, με πολύ μεγάλη περίσκεψη• και με αυταπάρνηση. Όποιες και αν ήσαν, τις εδέχοντο σαν να τους έπρεπαν! Γιατί επίστευαν ολόψυχα ότι δεν θα τους συνέβαιναν, αν δεν τις επέτρεπε ο δικαιοκρίτης Θεός θεωρώντας τες κατάλληλες για τις πνευματικές ανάγκες τους. Η πρώτη τους δουλειά, όταν τους συνέβαινε κάποια θλίψη, ήταν να βάλουν βαθειά στο νου τους ότι τους έπρεπε! Αναζητούσαν στον εαυτό τους την αιτία. Και την εύρισκαν. Και μετά, μόνο αν διαπίστωναν, ότι η θλίψη αυτή τους εμπόδιζε στην ευαρέστηση του Κυρίου, μόνο τότε, Τον παρακαλούσαν να τους απαλλάξη από αυτή. Και πάλι όμως αφήνανε την εκπλήρωση ή μη εκπλήρωση του αιτήματός τους, στη διάθεση του Κυρίου. Και ποτέ δεν τολμούσαν να ειπούν, πως ο τρόπος, με τον οποίο αυτοί αντιμετώπιζαν την δοκιμασία τους, ήταν ο σωστός. Γιατί πράγματι, ποτέ δεν είναι δυνατό να είναι ο σωστός. Γιατί η κρίση του χοϊκού ανθρώπου, έστω και αν είναι και άγιος, δεν μπορεί ποτέ να αγκαλιάση και να ιδή τα πράγματα καλλίτερα από το παντέφορο όμμα του Κυρίου. Ο Θεός ξέρει, γιατί στέλνει δοκιμασίες στους εκλεκτούς Του.
Πρέπει να αφήνωμε τον εαυτό μας στο θέλημα του Θεού. Γιατί μόνο τότε, μόνον όταν ποθούμε ειλικρινά και με βαθειά ευλάβεια να γίνεται παντού και πάντοτε το θέλημά Του, μπορούμε να εμπιστευώμαστε, ότι έχομε φρόνημα πνευματικά σωστό.
Οι άγιοι πατέρες το ήξεραν πολύ καλά, ότι στις θλίψεις και δοκιμασίες μας αξία έχει η υπομονή• και ότι η υπομονή είναι κάτι που εξαρτάται από μας τους ίδιους. Για αυτό και κατηγορούσαν μόνο τον εαυτό τους. Εβίαζαν έτσι την καρδιά τους να έχη υπομονή. Έφερναν στη μνήμη τους το θάνατο, το κριτήριο του Θεού, τις αιώνιες τιμωρίες• και με την ανάμνησή τους, οποιαδήποτε και αν είναι η σημασία, η εντύπωση και η αίσθηση των επιγείων θλίψεων, εξασθενίζει. Ανέβαζαν τη σκέψη τους στην πρόνοια του Θεού. Υπενθύμιζαν στον εαυτό τους την επαγγελία του Υιού του Θεού, ότι θα είναι αδιάστατα ενωμένος με εκείνους που Τον ακολουθούν και θα τους φυλάττη.
Παρορμούσαν τον εαυτό τους να έχη ευψυχία και ανδρεία. Πίεζαν τον εαυτό τους να δοξάζη και να ευχαριστή τον Θεό για τις θλίψεις. Τον έσπρωχναν στην συνειδητοποίηση της αμαρτωλότητός τους, που τους έκανε άξιους κάθε τιμωρίας. Ενθυμούντο και την ευσπλαγχνία του Κυρίου, αλλά και την δικαιοκρισία του. Και καταβάλλοντας κάθε προσπάθεια, να έχουν υπομονή, ανέπεμπαν εκτενείς προσευχές στο Θεό να τους δίνη αυτό το θείο χάρισμα της ευλογημένης υπομονής, που είναι πάντοτε αχώριστη από το άλλο χάρισμα του πνεύματος, την ευλογημένη ταπείνωση• γιατί οι δύο αυτές αρετές, είναι εγγύηση σωτηρίας και αιώνιας μακαριότητας.