2014/02/27

ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗ



ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ 
ΣΤΗΝ ΑΠΟΣΤΑΣΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΙΡΕΣΗΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ

«Όποιος κηρύττει αντίθετα με τα διατεταγμένα, ας είναι κι αξιόπιστος, ας  νηστεύει, ας παρθενεύει, ας κάνει σημεία (θαύματα), εσύ λύκο να τον θεωρείς ντυμένο με δέρμα (προβιά) προβάτου, διότι κατεργάζεται την φθορά  των (λογικών) προβάτων» (Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος)

Είναι σφοδρός ο πόλεμος του κοινού εχθρού διαβόλου κατά της Ορθόδοξης Εκκλησίας, διότι αυτός θέλει να καταργήσει το έργο εκείνου , ο οποίος «γι’ αυτό φανερώθηκε, για να λύσει τα έργα του διαβόλου» (πρβλ. Α’ Ιω. Γ’, 8), επειδή μόνο διά της αληθινής Εκκλησίας «λύνονται τα έργα του». Κατ’ αρχάς, ξεσήκωσε εναντίον της πίστης στον Χριστό τους Εβραίους και όλους τους ειδωλολάτρες Βασιλείς από Νέρωνα μέχρι του Διοκλητιανού και όλους τους ηγέτες του κόσμου, αλλά μάταιες απέβησαν οι επιβουλές του. Κατόπιν πολέμησαν αυτήν «εκ των ένδον» διά μέσω των δυσώνυμων αιρετικών, μεταχειριζόμενος τους προδότες της πίστης, κάνοντας έτσι μεγαλύτερο κακό. Όμως, η δύναμη της χάριτος διά των Αγίων Πατέρων ματαίωσε τις επιβουλές, καταδικάζοντας τα αιρετικά φρονήματα. Μόνον ο πάπας της Ρώμης παρέμεινε αταπείνωτος στις κακοδοξίες του και έγινε πολέμιος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Κατά τους τελευταίους καιρούς, ο εχθρός των ψυχών μας μηχανεύτηκε εύρημα πρωτάκουστο, που υπερβαίνει σε δολιότητα και θεομαχία όλες τις υπ’ αρχής εμφανισθείσες αιρέσεις και βλασφημίας. Όχι πλέον βία και βασανιστήρια σωματικά, αλλά αγάπη και φιλία και κατανόηση, συμπροσευχές, αδιαφορία για τα δόγματα, ένωση εκτός Ορθοδοξίας, χωρίς Χριστό.
Η ενσκήψασα αυτή επιδημία Οικουμενισμός. Είναι η χειρότερη αίρεση (μάλλον παναίρεση) που πολεμάει την ορθόδοξη πίστη, διότι τοποθετεί την Ορθοδοξία στη ίδια θέση με τις αιρέσεις. Αρνείται το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η πραγματική κι αληθινή Εκκλησία του Χριστού και την εξισώνει προς τις αιρέσεις των Παπικών και των Προτεσταντών.
Η παναίρεση του Οικουμενισμού έγινε αποδεκτή στον ορθόδοξο χώρο με το Συνέδριο του 1920, το οποίο δια εγκυκλίου, που αποκαλούσε τις αιρέσεις «σεβάσμιες Χριστιανικές Εκκλησίες» και που θεωρούσε αυτές όχι «σαν ξένες και αλλότριες, αλλά ως συγγενείς και οικείες εν Χριστώ», αριθμεί «τα μέσα» προς επίτευξη της μετ’ αυτών «αγάπης». Ενώ η εγκύκλιος υποτίθεται υπεβλήθη ως πρόταση και ως σχέδιο, όμως επεβλήθη ως νόμος και σύμφωνα με αυτήν οδεύουν και ενεργούν έκτοτε οι Νεοημερολογίτες- Οικουμενιστές. Ο Νεοημερολογητισμός είναι η έμπρακτη παραδοχή του Οικουμενισμού, ο οποίος  προωθείται από τον διεθνή Σιωνισμό και αποβλέπει στην κατάργηση της Ορθοδοξίας και στην παραδοχή της Πανθρησκείας. 
Βλέπουμε ότι από το 1924, οπότε  η αλλαγή του ημερολογίου εφαρμόστηκε σαν μία εκκλησιαστική καινοτομία στην Ελλάδα και δημιούργησε το επάρατο σχίσμα, προχώρησε αλματωδώς και φανερώθηκε ο Οικουμενισμός με την αποστασία από την Ορθοδοξία.. Διότι η Κρατούσα Εκκλησία με τους διαλόγους δεν μπόρεσε να αποχωριστεί από τους  παπικούς, παρ’ όλη την αντίδραση  μερικών θεολόγων, αλλά σταδιακά έχει αποδεχθεί  και την ένωση με αυτούς (το έτος 1965 υπογράφτηκε η ένωση με την παπική παρασυναγωγή διά της άρσεως των αναθεμάτων- ακοινωνησίας υπό των τότε «Πατριάρχου» Αθηναγόρα και πάπα Παύλου ΣΤ’). Η προδοσία της Ορθοδοξίας από τους εκκλησιαστικούς ηγέτες τους οδήγησε σε τέτοιο βαθμό εγκατάλειψης ώστε να δέχονται πανθρησκειακές συναντήσεις και συμπροσευχές (συνελεύσεις Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών- Π.Σ.Ε.) χωρίς να αισθάνονται ότι προδίδουν τον Χριστό.  
Γι’ αυτό οι πραγματικοί Ορθόδοξοι Χριστιανοί που έχουν αποφασίσει που έχουν αποφασίσει να μείνουν πιστοί στην ορθόδοξη πίστη, πρέπει ιδιαιτέρως σήμερα να απέχουν από την πνευματική επικοινωνία και συμπροσευχή με τους Νεοημερολογίτες διότι πρέπει να γνωρίζουν ότι σήμερα δεν υπάρχει απλώς ο διαχωρισμός παλαιού και νέου εορτολογίου αλλά Ορθοδοξίας και Οικουμενισμού, τον οποίον δέχονται οι Νεωτεριστές. Όσοι, όμως, από τους ευλαβείς ευρίσκονται από άγνοια στον χώρο του νέου ημερολογίου και είναι καλοπροαίρετοι μπορούν να απομακρυνθούν από την παναίρεση του Οικουμενισμού και να κηρύξουν την ομολογία πίστεως και επιστροφής στους κόλπους της Ορθοδοξίας ως κιβωτού της θείας Χάριτος προς σωτηρία των ψυχών αυτών. Αμήν.

ABOUT NAME-WORSHIPPING HERESY




Letter of Patriarch of Constantinople Germanos V
Concerning the "Name-Worshippers"

December 11, 1913
Official seal AdNs 1650 of Cons/ple, 1913.
The Patriarchate. M of 9132 register

To the Very Holy Synod conducting the Church of Russia,
 Our beloved Sister in the Holy Spirit, we give the fraternal kiss in Christ.
We have read and re-read with the greatest attention, together with our Sacred Synod, the letter dated 28th of this month N° 7664, that Your Greatness has sent to us about the former monks of Mount Athos being now in Russia, who have fallen into the newly appeared heresy of the onomatotheists, and who persist in it with bad will and stubbornness, in spite of the many kinds of advice from the Church and the announcement that was done to them, that they will be definitely and forever expelled from Mount Athos and punished as per the Sacred Canons if they continue to persist in the heresy, in the disobedience and in the impiety to the Church, who has definitively condemned and disavowed their foolish doctrine as heretical and stained with blasphemy.

But Satan, who is the father of the lie and of the heresies, has to such an extent darkened their minds and denatured their hearts, that, far from returning to reason in spite of all kinds of advice that were given to them verbally or in writing, from distance as well as proximity by the Church, they go as far as listening to those who dare "insult" and "blaspheme" when the subject is about things that they do not know, rather than listening to the motherly voice of the Church, who called them with love and eagerness.

They were already enough punished for the sin that they committed against piety, Church and monastic discipline; one would wish that the loss that these men have suffered would not go farther and that the damage suffered would remain external, "so that the spirit would be saved on the day of our Lord Jesus Christ".

But alas, as your Greatness has made it known to us, Satan, the killer of men deviated the reason and hardened the heart of those men, so that, even now, they refuse to come back to reason and to acknowledge and confess their mistake. That is how, in spite of being punished a first time already, they persist in the wrong way and continue to blaspheme against piety and Church. It is thus necessary to take new and rigorous measures against those recalcitrant men who refuse to repent. The judgment and the action of the Church towards them must go farther, and the penalties promulgated by the Sacred Canons against the hardened heretics must be applied rigorously, so that the heresy is definitely punished and the faithful are defended against the error and danger of being contaminated.

As those men are, at the present time, out of our All Holy Ecumenical Throne, they are no longer under our ecclesial jurisdiction. From the political and ecclesial points of view, they are under the jurisdiction of our sister the Very Holy Church of Russia, as they came from Russia and returned there. Applying all of the measures promulgated in the circumstances by the Sacred Canon is thus facilitated.
The ecclesial judgment to be taken and applied in the future towards those heretics, former monks of Mount Athos, is now under the authority of our sister the Very Holy Church of Russia and will be, from all angles, more effective, if the matter would be pursued by her, as it is in her territory that the heresy of the onomatotheists was born and still subsists.
Considering the above, and after deliberating and judging attentively with the Metropolitans, our dear brothers in the Holy Spirit, we have decided, during the session of the Sacred Synod, to entrust to the direct care of the Ecclesial Authority of Russia, all that concerns the ulterior lot of the onomatotheist monks that settled in Russia, irrespectively of their ranks, so that, in her capacity of canonical authority of which they depend, and with the whole power of our Great Church of Christ, she decides and implements all that is necessary according to the Sacred Canons, in inviting the leaders of the heresy and those most prominent in it, to exonerate themselves, by applying to them the legal penalties and, as far as their numerous supporters are concerned, by ignorance or by other reason, by seeing to it that they return to the fold (of the Church).

The Russian Ecclesial Authority is wholly allowed to admit to the Holy Office and to the Holy Communion those who sincerely repented. It will be allowed to let the monks vest themselves as priests and celebrate the liturgy, after a time of probation, but also, conversely, to exclude from priesthood the monks and priests who will persist stubbornly in the heresy and attempt to spread it within the people.

She will be allowed, as said above, with all the needed authority and in agreement with the clauses of the Sacred Canons related to it, to take all decisions and to proceed to all legal acts towards its leaders and supporters without any exception. As it is not improbable that these men, after repenting, if they return to Mount Athos, will cause worry and scandal there, we have decided that none of these men will return to Mount Athos, which we consider just and necessary.

Having taken the above decisions, which we judge useful and in conformity with the circumstances and the ecclesial order, these decisions being aimed at their punishment after judging the adepts of the heresy and at the defense of the Orthodox, we hurry to communicate them to Your Greatness by this fraternal letter. We doubt in no way that, after this fraternal declaration, your Greatness will hurry to accept and implement it, as he will deem necessary, everything that will contribute to the prosecution and extirpation of the evil that threatens the Orthodox people of the pious Russian Empire, and that will defend it against all contagion from the fallen former monks of Mount Athos.

Your Greatness will deign to hold us informed about everything that will be done on this matter.
+ Germanos V Archbishop of Constantinople, New Rome and Ecumenical Patriarch

 (PFMA. 0. 797. On. 83. llomd. 3 cm. ft. 59. Jl. 193-195)

2014/02/18

ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ



ΕΡΓΑ ΚΑΙ ΗΜΕΡΕΣ ΤΩΝ ΛΑΤΙΝΟΦΡΟΝΩΝ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ

Προ των ατυχών αποτελεσμάτων της εν Φλωρεντία Συνόδου (1939) και μετά την ψευδένωση της Λυών (1274), η Δύση καταγινόταν με όλες τις δυνάμεις για να ελκύσει προς αυτήν την ταραζόμενη από πολιτικές περιστάσεις Ανατολή. Και ο ίδιος ο Αυτοκράτορας Μιχαήλ ο Παλαιολόγος συνέργησε σε αυτό, για να φυλάξει τον όρκο, τον οποίο έδωσε στον Πάπα Γρηγόριο Ι’, μετά την τύφλωση του Ιωάννη Λάσκαρη, κατά την αρπαγή του θρόνου του. Και ο Πατριαρχεύων εκείνο τον καιρό Ιωάννης ο Βέκκος ενέργησε για το σκοπό του Αυτοκράτορα, υπέταξε την Ανατολική Εκκλησία στο θρόνο της Ρώμης. Τότε οι Λατίνοι έπειθαν τους ορθοδόξους στην κακοδοξία τους (με την απειλή γυμνού ξίφους) και χιλιάδες θυμάτων έπεφταν από το ξίφος τους. Αλλά επειδή το Άγιο Όρος ήταν το στήριγμα της Εκκλησίας, για τούτο οι Λατίνοι εισπήδησαν σε αυτό, καταναγκάζοντας δια της τυραννικής μέχρι μαρτυρίου βίας, όπως αναγνωρισθεί και στο Άγιο Όρος η εξουσία του Πάπα της Ρώμης. Όμως κάποιο λίγοι δειλοκάρδιοι πείθονταν δια του φόβου των τιμωριών και του θανάτου και γίνονταν αρνητές της Ορθοδοξίας. Οι δε πλείονες από αυτούς επισφράγισαν δια του ίδιου αίματος τους της ομολογία τους, και δυστυχώς η Λαύρα και η του Ξηροποτάμου Μονές δέχθηκαν τους Δυτικούς με τιμές και με δουλοπρεπή φόβο.
Ο Θεός όμως, ενήργησε δύο σημαντικά θαύματα τα οποία αναφέρονται από τους ιστορικούς για τους συλλειτουργήσαντες με τους Λατινόφρονες μοναχούς της Μονής Ξηροποτάμου. Το ένα είναι ο σεισμός που έγινε και κατέστρεψε την μονή, τον οποίο περιγράφει ο Μοναχός Γεδεών: «και το βουνό αφού πέρασε (ο αυτοκράτορας) στην Ξηροποτάμου λεγομένη Μονή έφτασε. Οι κατοικούντες σ’ αυτή, φοβισμένοι  και αντί των αιωνίων τα πρόσκαιρα προτιμώντας, όπως ο έκπτωτος από τους αγίους Σαράντα, ακλουθώντας το κακό παράδειγμα της Λαύρας, παρόμοια τον υποδέχτηκαν με φώτα και κρότους και με μεγάλη τιμή, έπειτα προσήλθαν στο ναό μαζί και τέλεσαν την λειτουργία των αζυμίτων, μνημονεύοντας τους αιρετικούς. Όμως, ο επιβλέπων επί την γη Κύριος και ποιών αυτήν να τρέμει, πάραυτα  έσεισε μετ’ ήχου την γη, τον μεν ναό έριξε, τους δε ιερείς της αισχύνης κατάχωσε, και τα της Μονής τείχη ανάτρεψε, ένα μόνο καταλείποντας, από τοίχους κεκλιμένο και αυτό, σε σημείο για τις επόμενες γενιές. Ο βασιλιάς και η συνοδεία  βλέποντας, και αισχυνόμενοι, τα πρόσωπα κάλυψαν από ντροπή και επιβιβάστηκαν στα πλοία, τα ίδια κατέλαβαν στο ανάθεμα. Αυτά συνέβησαν κατά το χιλιοστό διακοσιοστό ογδοηκοστό σωτήριο έτος» (Γεδεών, Ο Άθως, σελ. 143). Εδώ αναφέρεται καθαρά η εκ της Λειτουργίας αυτής επελθούσα ταχέως οργή του Θεού.
Άξιο αναφοράς είναι το γεγονός ότι πολλές φορές οι της Ξηροποτάμου  Μοναχοί επιχείρησαν να θεμελιώσουν το Καθολικό στον ίδιο τόπο, αλλά συνεχώς καταχωνόταν στην γη. Έτσι, λοιπόν, αναγκάστηκαν να θεμελιώσουν το Άγιο Βήμα προς βορρά και όχι προς την ανατολή καθώς μέχρι σήμερα φαίνεται.
Το δεύτερο θαύμα είναι ότι προς τιμωρία των Πατέρων της Μονής Ξηροποτάμου, μετά την λειτουργία αυτή και την μνημόνευση των αιρετικών δεν φύτρωσε πλέον το μανιτάρι κάτω από την Αγία Τράπεζα κατά την εορτή των Αγίων Τεσσαράκοντα μαρτύρων. Στους οποίους τιμάται το Καθολικό, και το οποίο έκοβαν οι Πατέρες και έβαζαν για ευλογία στο φαγητό που παράθεταν. Ο Μ. Γεδεών επισημαίνει το γεγονός, αναφέροντας τα εξής: «Αυτός (ο διάδοχος, δηλαδή, του Μιχαήλ του Η’, αυτοκράτορας Ανδρόνικος ο Παλαιολόγος) και την του Ξηροποτάμου Μονή εκ βάθρων ανέγειρε, αλλά δεν φύτρωνε πια το μανιτάρι, όπως φύτρωνε στην μνήμη των Αγίων 40 Μαρτύρων κάτω από την Αγία Τράπεζα κάθε ‘έτος αυτόματα, λόγω της βεβαίωσης του αγίου θυσιαστηρίου από τους ειρημένους Λατινόφρονες».
Παρόλη, όμως, αυτήν την φρικτή καταδίκη εξ Ουρανού οι Λατίνοι συνέχισαν το ανόσιο έργο τους και διασκορπίστηκαν σε όλο το Άγιο Όρος, για να βρουν νέα θύματα της εαυτών αιώνιας απώλειας. Σ’ εκείνο τον καιρό, το φρικτό και φοβερό, για το Άγιο Όρος, πλησίον της του Ζωγράφου Μονής αγωνιζόταν κατά μόνας ένας μοναχός, έχοντας την συνήθεια να αναγιγνώσκει πολλές φορές κάθε μέρα τους Χαιρετισμούς της Παναγίας. Μία ημέρα λοιπόν, όταν στα χείλια του Γέροντα αντηχούσε ακατάπαυστα ο Αρχαγγελικός ασπασμός της Υπεραγίας Παρθένου Μαρίας, το «Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε», ακούει ξαφνικά ο Γέρων από εκείνη την αγία Εικόνα τους εξής λόγους «Χαίρε και εσύ Γέρων του Θεού»! Ο Γέρων τότε κατατρόμαξε. «Μη φοβάσαι»,  ήσυχα εξακολούθησε από την εικόνα η Θεομητορική φωνή, αλλά πήγαινε γρήγορα στην Μονή και ανάγγειλε στους Αδελφούς και τον Καθηγούμενο, ότι οι εχθροί οι δικοί μου και του Υιού  πλησίασαν. Όποιος λοιπόν είναι ασθενής στο πνεύμα να κρυφτεί με υπομονή, έως να παρέλθει ο πειρασμός, όσοι όμως επιθυμούν μαρτυρικούς στέφανους, να παραμείνουν στο Μοναστήρι, φύγε λοιπόν γρήγορα». Υπακούοντας ο Γέρων και στη Φωνή και στη θέληση της Πάναγνης Δέσποινας μας, και αφήνοντας την οικία του, έτρεξε στη Μονή, για να σκεφτούν ώριμα ο καθένας εξ αυτών περί του ερχομένου κινδύνου. Αλλά μόλις ο Γέρων έφτασε στην Πύλη της Μονής, βλέπει την αγία Εικόνα της Θεομήτορος, που είχε στην οικεία του, ενώπιον της οποίας αναγίγνωσκε προ ολίγου τον Ακάθιστο, δηλαδή τους Χαιρετισμούς, να στέκεται (η εικόνα) πάνω στις πύλες της Μονής. Λοιπόν, με ευλάβεια έπεσε ενώπιον της εικόνας και την προσκύνησε πριν την λάβει, και έτσι μ’ αυτήν παρουσιάστηκε στον Καθηγούμενο.
Όταν άκουσαν οι Αδελφοί για τον επικείμενο κίνδυνο ταράχθηκαν και οι μεν ασθενέστεροι εξ αυτών κρύφτηκαν, εικοσιέξι (26) δε αδελφοί και μαζί τους και ο Καθηγούμενος έμειναν στο Μοναστήρι και εισήλθαν εντός του Πύργου, προσδοκώντας τους εχθρούς τους και τους μαρτυρικούς στέφανους. Μετά από λίγο έφτασαν και οι Λατίνοι, οι οποίοι κατά αρχάς παρακινούσαν τους Μοναχούς να ανοίξουν σ’ αυτούς την Πύλη της Μονής και να αναγνωρίσουν τον Πάπα ως  κεφαλή της Οικουμενικής Εκκλησίας, υποσχόμενοι και πλήθος χρυσάφι. Οι Μοναχοί ρώτησαν από τον Πύργο τους Λατίνους: «Και ποιος σας είπε ότι ο δικό σας Πάπας είναι κεφαλή της Εκκλησίας; Σ’ εμάς κεφαλή της Εκκλησίας είναι ο Χριστός! Ευκολότερα εμείς αποφασίζουμε να πεθάνουμε παρά να υποχωρήσουμε ώστε να μολυνθεί ο ιερός αυτός τόπος. Δεν ανοίγουμε τις πύλες της Μονής!.. Φύγετε από εδώ»!.. Οι Λατίνοι τότε φώναξαν μανισμένα: «Και λοιπόν ας πεθάνετε!... Και αμέσως συνάθροισαν πλήθος ξύλων γύρω από τον Πύργο και τους κατάκαψαν. Οι Μοναχοί ουδόλως δεν υπαναχώρησαν από την πνευματική τους παρρησία, δοξάζοντας και ευλογώντας τον Κύριο, και ευχόμενοι υπέρ των εχθρών τους, παρέδωσαν ειρηνικά τις καθαρές ψυχές τους, την 10η Οκτωβρίου μήνα το έτος 1274.
Η Αγία Εικόνα, από την οποία ο Γέρων άκουσε την Θεομητορική φωνή που προειδοποιούσε τους Μοναχούς της Ζωγράφου για την προσέγγιση των εχθρών, υπήρχε εντός με τους Οσιομάρτυρες, αλλά μετά από αυτά την βρήκαν αδιάφθορη κάτω από τα ερείπια της πυρκαγιάς.
Οι απεσταλμένοι του Αυτοκράτορα και του Πατριάρχη Βέκκου, μετά την του Ζωγράφου Μονή πήγαν και στην Ιερά Μονή Βατοπαιδίου, και επειδή τους έλεγξαν ως αιρετικούς, γι’ αυτό δέσανε τον ηγούμενο με αλυσίδες και τον καταπόντισαν στην θάλασσα και έτερους δώδεκα Μοναχούς τους απαγχόνισαν σε τόπο λεγόμενο Φουρκόβουνο. Τα ίδια περίπου έλαβαν χώρα και στην Ιερά Μονή των Ιβήρων, οι μεν καταποντίστηκαν με το πλοίο, οι δε απήχθηκαν ως αιχμάλωτοι.
Επίσης, και στην Σκήτη των Καρυών, επειδή δεν τους δέχτηκαν, τον μεν Πρώτο Άγιο Κοσμά απαγχόνισαν , του υπόλοιπους όμως με διά ξίφους φόνευσαν, τα άγια λείψανα των οποίων οι Πατέρες εναπόθεσαν στην είσοδο του Ιερού Ναού του Πρωτάτου. Ας δούμε όμως και τι επακολούθησε σ’ αυτούς που τους αποδέχτηκαν φιλικά και που συλλειτούργησαν.
Στην Μεγίστη Λαύρα όπου τους υποδέχτηκαν με κωδωνοκρουσίες, καθώς και η αψευδής παράδοση διέσωσε ως και τις μέρες μας. Ο μεν Ιεροδιάκονος Λαυριώτης, που συλλειτούργησε σ’ αυτή τη λειτουργία, καταλήφθηκε από θεήλατο οργή και σταμάτησε η ζωή του αναλωμένος όπως το κερί που φλέγεται από φωτιά. Οι συλλειτουργήσαντες Ιερομόναχοι επτά (7), κατ’ άλλους ένδεκα (11), μετά θάνατον βρέθηκαν άλυτοι, τυμπανιαίοι, αφορισμένοι, των οποίων μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα τα  λείψανα τα είχαν στο νάρθηκα του Κοιμητηρίου «Οι Άγιοι Απόστολοι» σε κοινή θέα, από τη μία για σωφρονισμό των εκείνων γεγονότων, και από την άλλη για να τους σπλαχνίζονται όσοι τους βλέπουν και να εύχονται  υπέρ αυτών, να τους συγχωρήσει ο Κύριος και να διαλύσει τα τυμπανιαία τους σώματα από την γη που ελήφθησαν. Για τα τυμπανιαία (άλυτα) αυτά σώματα που γίνεται εδώ λόγος, διασώθηκε μέχρι σήμερα και διασώζεται μέχρι σήμερα κάποιο επεισόδιο.
Οι ημιονηγοί κάποτε που βρέθηκαν σε ευθυμία από μέθη, έβαλαν στοίχημα με κάποιο γενναίο χρηματικό ποσό, εκείνος ου θα είχε το θάρρος και την ψυχραιμία να λάβει ένα πτώμα αφορισμένο και να το μεταφέρει εκεί που διασκέδαζαν, να κερδίσει χρήματα. Και πράγματι, βρέθηκε ένας τολμηρός, ο οποίος με το πιστόλι του στα χέρια μετέφερε αυτό το απαίσιο λείψανο και κέρδισε το καταβληθέν ως στοίχημα χρηματικό επίδομα. Επίσης η παράδοση διασώζει ότι κάποιος προσκυνητής, που ήταν ευαίσθητος, καθώς πλησίασε και είδε τα κατάμαυρα και τυμπανιαία σώματα, με τα μαλλιά, με τα μεγάλα γαμψά νύχια, με τα στόματα ανοικτά, όπου ελεύθερα μπαινόβγαιναν ποντικοί, τόσο φοβήθηκε, ώστε την ίδια ώρα πέθανε από συγκοπή της καρδιάς. Αυτό έγινε αιτία να τους απομακρύνουν από την Μονή και να τους πάν στα παράλια της Ρουμανικής Σκήτης, και έφραξαν με κτιστούς λίθους την πόρτα και έγινε τελείως αγνώριστο αυτό το σπήλαιο, το περικλείον τους αφορισμένους ενωτικούς Λατινόφρονες.
Ένας αδελφός άκουσε για τους αφορισμένους που είναι στην Λαύρα του Άθωνα, οι οποίοι δέχθηκαν και συλλειτούργησαν με τον Ιωάννη Βέκκο, τον Λατινόφρονα Πατριάρχη. Είχε και πάντοτε ερευνούσε και ρωτούσε αν υπάρχει κανείς και τους είδε με τα μάτια του ως αυτόπτης μάρτυρας για να πεισθεί από την αμφιβολία όπου είχε. Και από τους πολλούς που ρώτησε του είπαν ότι ο Πνευματικός τους έχει δει και ήρθε και με ρώτησε εάν γνωρίζω και εάν τους είδα με τα μάτια μου (λέγει ο συγγραφέας) και τον πληροφόρησα ότι τους είδα και είναι βεβαιότατο επειδή εγώ ήρθα στο Άγιο Όρος το 1885, ετών είκοσι (20). Μετά από δύο έτη, επειδή έτυχε να πάρουμε σιτάρι από τη Μονή Κωνσταμονίτου 1.200 οκάδες, πηγαίναμε δια θαλάσσης με την βάρκα την δική μας να το παραλάβουμε, όταν ήμουν 22 ετών και ήταν το Σεπτέμβριο δύο ημέρες μετά  του Τιμίου Σταυρού
 Πήγαμε την εσπέρα και μείναμε στον αρσανά (λιμάνι) της Μεγίστης Λαύρας, για να εξακολουθήσουμε το πρωί το ταξίδι μας, καθώς και έγινε. Μόλις, όμως, εξακολουθήσαμε λίγο διάστημα, από την Λαύρα ακούω και μου λέει ο Γέρων μου Μελέτιος Μοναχός: «Παιδί μου, Γαβριήλ, εδώ παρεμπρός υπάρχουν οι αφορισμένοι οι οποίοι δέχτηκαν τους Λατινόφρονες στην Μεγίστη Λαύρα και συλλειτούργησαν με τον Ιωάννη Βέκκο και τους μετ’ αυτού, τους οποίους έχω δει και άλλοτε, αλλά επειδή είσαι νέος και ίσως να γίνει κάποτε λόγος και να λένε μερικοί ότι είναι ψέματα, δεν υπάρχει τίποτα, ούτε αφορισμένοι, αλλά τα λένε για φοβέρα στους ανθρώπους, γι’ αυτό να πάμε να τους δεις με τα μάτια σου, να μην πιστεύεις ότι κι αν σου λένε διότι και η Αγία Γραφή λέει ο οφθαλμός είναι πιστότερος των ώτων. Λέγοντας ο Γέροντας αυτά, φτάσαμε σ’ έναν απότομο γκρεμό, που μονάχα να τον δει άνθρωπος τρομάζει, και μου λέει: «εδώ είναι». Εγώ περιεργαζόμουνα να τους δω και του λέω: «Με κοροϊδεύεις»; Γέλασε, και μου λέει: «Τι νομίζεις, είναι Σταυρός ή εικόνες να βλέπουν οι άνθρωποι να κάνουν τον Σταυρό τους; Ενώ έχουν του διαβόλου την μορφή, την οποία θα δεις και τότε θα διαπιστώσεις».
Τότε, λοιπόν, προσεγγίσαμε στην απότομη εκείνη χαράδρα και μετά κόπου πολλού βγήκαμε έξω και με τα είκοσι νύχια ανεβήκαμε πέντε- έξι μέτρα και έπειτα είδα ένα σπήλαιο και εισήρθαμε και βλέπω ελεεινό θέαμα: τρεις ανθρώπους ακουμπισμένους στον βράχο, όρθιοι με τα ρούχα και τα ζωστικά, οι οφθαλμοί ανοιχτοί, η κόμη και το γένι και των τριών μακρύ και κατάλευκο, τα πρόσωπα τους όπως είναι το χρώμα της φούμας (μαύρο), ομοίως και τα χέρια προς τα κάτω, τα δάχτυλα κλειτά προς τα μέσα, τα νύχια των χειρών έως 2-4 πόντους μεγάλα, των ποδιών όμως δεν φαίνονταν, επειδή ήταν καλυμμένα με τις κάλτσες και τα παπούτσια. Μάλιστα θέλησα να τους ψηλαφίσω για να δω αν πραγματικά το σώμα ήταν μαλακό ή μόνο ξερό δέρμα και οστά, αλλά δεν με άφησε ο Γέρων μου λέγοντας: «Μη βάλλεις χέρι στην οργή του Θεού». Σε όλα, όμως, τα άλλα έβαλα μεγάλη επιμέλεια. Μόνο χέρι δεν έβαλα. Και τότε διόλου δεν δείλιασα, τώρα, όμως, όταν τους ενθυμούμαι, ταράζεται η ψυχή μου και δεν μπορώ ούτε να κοιμηθώ ημερόνυχτα ούτε να φάω δυο και τρεις μέρες, ενώ τότε που τους είδα ούτε έβαλα τίποτε στο νου μου.

Αγαπητοί αναγνώστες, από όσα παρατέθηκαν ανωτέρω για την δράση των Λατινοφρόνων στο Άγιο Όρος, Πατριάρχου Ιωάννη Βέκκου και Αυτοκράτορα Μιχαήλ παλαιολόγου του Αζυμίτη, ουδεμία αμφιβολία υπάρχει ότι ο Παπισμός είναι αίρεση και ο Οικουμενισμός παναίρεση, σύμφωνα με τις θείες διδασκαλίες των Αγίων Πατέρων και ομολογητών της Ορθόδοξης Αγίας Εκκλησίας μας.
Τα φρικτά μαρτύρια των Οσιομαρτύρων πατέρων των υπό των Λατινοφρόνων και Λατίνων αναιρεθέντων, είναι ένα φωτεινό παράδειγμα και ένα φρένο για όλους μας προς αποφυγή κάθε νεωτερισμού και καινοτομίας στην ορθόδοξη Εκκλησία. Ο μαρτυρικός τους θάνατος σε όλους μας διασαλπίζει την μέγιστη διαφορά Ορθοδοξίας από τον παπισμό, δεν τυγχάνει παρανυχίδα, όπως θέλουν να μας παρουσιάσουν οι οικουμενιστές σήμερα. Από άποψη θεολογική και σωτηριολογική, οι διαφορές είναι τόσο μεγάλες όση η απόσταση η που χωρίζει τον Παράδεισο από την κόλαση. Γι’ αυτό οι Οσιομάρτυρες Άγιοι Πατέρες προτίμησαν τα φρικτά μαρτύρια και τον θάνατο από τον εκλατινισμό έστω και στο ελάχιστο, λέγοντας: «Εμείς προτιμούμε να πεθάνουμε παρά να γίνουμε Λατίνοι (παπικοί) ποτέ.». Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας για τους λόγους αυτούς τιμά  γεραίρει την μνήμη τους εντός του έτους, δοξάζοντας τον Τριαδικό μόνο αληθινό Θεό, τον «θαυμαστόν εν τοις αγίοις αυτού».     ("Θηβαϊκή Φωνής" Εκκλησίας Γνησίων Ορθοδόξων)