2022/01/29

ΧΕΙΜΕΡΙΝΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΙΣ ΑΛΗΣΜΟΝΗΤΕΣ ΠΑΤΡΙΔΕΣ

 1922 - 2022: 100 ΧΡΟΝΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Οι Μικρασιάτες Νεομάρτυρες και Εθνομάρτυρες*

του Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου


Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης: Κορυφαίος μάρτυρας της Μικρασιατικής Καταστροφής υπήρξε ο Χρυσόστομος, Μητροπολίτης Σμύρνης. Στην απροστάτευτη Σμύρνη, που όλοι οι στρατιωτικοί και πολιτικοί παράγοντες την εγκαταλείπουν, προστρέχει να βρει καταφύγιο ο άμαχος πληθυσμός της Μ. Ασίας. Ο μόνος που δεν την εγκαταλείπει είναι ο Χρυσόστομος. Όταν ο αρχιεπίσκοπος των Καθολικών την υστάτη ώρα, στις 25 Αυγούστου [πατρώο ή παλαιό ημερολόγιο], του εξασφαλίζει θέση σε ατμόπλοιο και του ζητά να εγκαταλείψει την καταδικασμένη πόλη για να γλυτώσει από την οργή των Τούρκων, εκείνος ατάραχος απαντά: «Παράδοσις του ελληνικού κλήρου αλλά και χρέος του καλού ποιμένος είναι να παραμείνει με το ποίμνιόν του». Στις 27 Αυγούστου γίνεται η πρώτη εμφάνιση Τούρκων ατάκτων Τσετών υπό τον Κιορ Μπεχλιβάν στη Σμύρνη. Τρομοκρατία απλώνεται στην πόλη. Τα πλήθη συρρέουν στη Μητρόπολη.

Ο Χρυσόστομος, βοηθούμενος από τον αδελφό του Ευγένιο, κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει. Την επομένη τελεί λειτουργία στην Αγία Φωτεινή. Είναι κάτωχρος από τη νηστεία και την αγρύπνια. Όταν όμως βγαίνει στην Ωραία Πύλη γονατίζει και προσεύχεται σαν ταπεινός λευίτης και εγείρεται ως άγιος. Είναι το τελευταίο κήρυγμά του «Η Θεία Πρόνοια”, λέγει, “δοκιμάζει την πίστιν μας και το θάρρος μας και την υπομονή μας την ώραν αυτήν. Αλλ’ ο Θεός δεν εγκαταλείπει τους χριστιανούς. Εις τας τρικυμίας αναφαίνεται ο καλός ναυτικός και εις τας δοκιμασίας ο καλός Χριστιανός. Προσεύχεσθε και θα παρέλθει το ποτήριον τούτο. Θαρρείτε ως εμπρέπει εις καλούς χριστιανούς». Είχε τελειώσει η λειτουργία, όταν ένας υπαστυνόμος τον πληροφόρησε ότι ο φρούραρχος τον ζητά στο φρουραρχείο. Γαλήνιος ο Χρυσόστομος αποχαιρετά το πλήθος, και ανεχώρησε με τον «καβάση» (κλητήρα) του, Θωμά Βούλτσιο. Από την κατάθεση του τελευταίου έχουμε τις πιο έγκυρες πληροφορίες. Ο φρούραρχος δέχτηκε τον Χρυσόστομο, του προσέφερε βυσσινάδα και του υπαγόρευσε μια διαταγή. Μ’ ένα αυτοκίνητο που τους παρεχώρησαν Αμερικανοί αξιωματικοί επέστρεψαν στη Μητρόπολη.

Ο Μητροπολίτης κοινοποίησε στο λαό τη διαταγή του φρουράρχου: να παραδοθούν τα όπλα και όλοι να μείνουν στα σπίτια τους. Στις 8.00 μ.μ. ήλθε ο ίδιος αστυνόμος με δύο οπλισμένους στρατιώτες. Τότε, όπως γράφει ο επί 20 χρόνια κοντά στο Δεσπότη, Θωμάς Βούλτσιος: «Ήλθαν να πάρουν το δεσπότη πως τον ζητά ο νομάρχης, δεν είπαν το όνομα, να πάη στο διοικητήριο με τρείς δημογέροντες. Επήραμε τον Τσουρουκτζόγλου και τον Κλιμάνογλου και εμπήκαν οι τρείς και οι αστυνομικοί στο αυτοκίνητο, για μένα δεν είχε θέση και μού ‘πε ο δεσπότης να περιμένω στη μητρόπολη. Στας δέκα το βράδυ ένας από τους στρατιώτες, έφερε μία κάρτα του δεσπότη για τον αδελφό του Ευγένιο. Του έγραφε:

«Αγαπητέ αδελφέ, μας εκράτησαν απόψε εμέ ως πρόεδρον της Μικρασιατικής αμύνης, τους άλλους ως μέλη. Μην ανησυχήτε». Ο Ευγένιος άρχισε να κλαίει. Το άλλο πρωί, Κυριακή, στας 8 με στέλλει να μάθω για το δεσπότη. Ευρήκα το Ζαδέ της τραπέζης. Πριν μισή ώρα συνάντησε τον υπαστυνόμο που είχε πάει τό δεσπότη. Αυτός του είπε πως το δεσπότη τον χάλασαν, καθώς και τους δύο δημογέροντες. Έτσι έγιναν. Ως την Τετάρτη που έφυγα δεν μπόρεσα να μάθω τίποτα άλλο». Οι Τούρκοι τελικά «χάλασαν» και τον πιστό Ευγένιο. Τον κράτησαν 6 μήνες φυλακή και μετά τον απηγχόνισαν. Αξίζει να σημειώσουμε πως πριν αναχωρήσει για το Φρουραρχείο, ο Εθνομάρτυρας Χρυσόστομος είχε ανοίξει το Ευαγγέλιο καὶ διάβαζε, απὸ το κατὰ Ιωάννην Ευαγγέλιο το κεφάλαιο της προσαγωγής του Ιησού στον Πιλᾶτο: «Τότε ουν έλαβεν ο Πιλάτος τὸν Ιησούν και εμαστίγωσε, και οι στρατιώται πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών, επέθηκαν τη κεφαλή αυτού και έδιδον εις αυτὸν ραπίσματα».

Το Ευαγγέλιο, ανοιχτὸ στὴ σελίδα αυτή, βρέθηκε στὸ Μητροπολιτικὸ γραφείο του Χρυσοστόμου. Το διέσωσε ο πιστός του κλητήρας παραδίδοντάς το στον ανεψιὸ του εθνομάρτυρα, Χρυσόστομο Καβουνίδη. Σε άλλη σελίδα του Ευαγγελίου βρεθηκε σημείωση του Χρυσοστόμου: “Συγχωρώ όλους και ζητώ την συγχώρησιν όλων”. Μία ακόμη μαρτυρία, αυτή του ανταποκριτή Κώστα Μισαηλίδη αναφέρεται στις τελευταίες ημέρες της Σμύρνης. Οι πληροφορίες που δίνει για το μαρτύριο του Χρυσοστόμου είναι συγκλονιστικές. Γράφει: «Λίγο πριν το μεσημέρι της Κυριακής, έβγαλαν το Μητροπολίτη από το φρουραρχείο. “Να οι δικαστές σου και οι τζελάτηδές σου (δήμιοι)”, του είπεν ο φρούραρχος συνταγματάρχης Σαλήχ Ζακήμ. 

Τον παρέδωσε στον μαινόμενο όχλο που αποβραδύς ξημερώθηκε εκεί να τον προσμένει και ξεκινά το μαρτύριο. Το λαϊκό δικαστήριο των εγκληματιών έβγαλε την απόφαση που ήταν: «Να σταυρωθεί… Να σταυρωθεί όπως ο Χριστός τους». Ο Νουρεντίν διέταξε τον έφεδρο Λοχαγό του τουρκικού στρατού Ρουστέν Μπέη Βάσιτς να εκτελέσει την απόφαση του λαϊκού δικαστηρίου. Ο Βάσιτς κατεβαίνοντας τα σκαλιά του Διοικητηρίου μαζί με τους τρεις μελλοθανάτους, τον Χρυσόστομο και τους δημογέροντες, δεν προλαβαίνει να βγει στο προαύλιο γιατί ξεπροβάλλει φρενιασμένος ο ηγέτης του όχλου πια και όχι του στρατού, Νουρεντίν [στρατ. διοικ. Σμύρνης], στο κεφαλόσκαλο και τραβώντας το περίστροφό του πυροβολεί τον Χρυσόστομο. Ήταν τέτοια η λύσσα του που το χέρι του έτρεμε από την οργή και αντί να πλήξει τον Χρυσόστομο τραυμάτισε θανάσιμα τον δημογέροντα Κλιμάνογλου. Με τον πυροβολισμό και την έξοδο του Χρυσοστόμου στο προαύλιο το πλήθος ορμά και ξεκινά το μαρτύριο του αγίου Ιεράρχη. 

Λίγο πριν το τέλος, ένας από τους Τούρκους, αναγνωρίζοντας σε μια κίνηση του Μητροπολίτου το σημείο του σταυρού, διότι, ναι, πράγματι, ευλογούσε τους διώκτες του, πιστός στις ευαγγελικές επιταγές, εξαγριώθηκε και του έκοψε και τα δύο του χέρια. Ο δρόμος απ’ την Πλατεία του Διοικητηρίου ως την πλατεία του Ικί Τσεσμέ, Τουρκομαχαλά της Σμύρνης, ήταν ο Γολγοθάς του μαρτυρικού Ιεράρχη. Του έβγαλαν με ξιφολόγχη τα μάτια, του έκοψαν αυτιά και γλώσσα. Τον έσυραν από τα γένεια και τα μαλλιά. Γύρω απ’ το σώμα του έστησεν η απάνθρωπη, η αφάνταστα βάρβαρη τουρκική μανία φρικτό χορό. Δεν άφησαν τίποτε εξευτελιστικό που να μην το κάμουν στο αφανισμένο και μισοσκοτωμένο κορμί του. Και σύρθηκε έτσι, ως το Ικί-Τσεσμέ, ο Μητροπολίτης Σμύρνης, κατακομματιασμένος. Από το κορμί του, εκεί, το μεθυσμένο από κτηνωδία πλήθος πήρε ένα κομμάτι της σάρκας του Χρυσοστόμου για φυλακτό ματωμένο. Το κεφάλι του με βγαλμένα τα μάτια, κομμένα τ’ αυτιά και τη γλώσσα, με τα γένεια ξερριζωμένα και μαύρο από το ξύλο, αιματοστάλαχτο το έμπηξαν στην πατερίτσα του και η πομπή μαινόμενη από βλαστήμιες και σαρκασμό, το περιέφερε στους Τουρκομαχαλάδες”.

Οι δυο συναθλήσαντες με τον Εθνομάρτυρα Χρυσόστομο: Μαζί με τον Χρυσόστομο Σμύρνης μαρτύρησαν και δύο εξέχοντα πρόσωπα της Σμύρνης: ο δημογέροντας της πόλης Γεώργιος Κλημάνογλου και ο νομικός και εκδότης της γαλλόφωνης εφημερίδας «LaReforme» Νικόλαος Τσουρουκτσόγλου. Το απόγευμα της 27ης Αυγούστου (π.η.) μαζί με τον Δεσπότη Σμύρνης εκλήθησαν στο φρουραρχείο και οι Δημογέροντες του Ελληνισμού της πόλης. Τελικά, δυο μόνον βρέθηκαν: οι Νικόλαος Τσουρουκτσόγλου και Γεώργιος Κλημάνογλου. Κι όταν ο Μητροπολίτης Σμύρνης καταποντίστηκε μες στη φουρτουνιασμένη θάλασσα του λυσσαλέου τουρκικού όχλου, την ίδια ώρα μαρτυρούσαν κι οι δυο αυτοί Δημογέροντες. Ο Γεώργιος Κλημάνογλου απαγχονίσθηκε, τραυματισμένος όπως ήταν, από τον μαινόμενο όχλο. Ο Νικόλαος Τσουρούκτσογλου μαρτύρησε δεμένος από τα πόδια σε ένα αυτοκίνητο, καθώς τον περιέφεραν στο κέντρο της Σμύρνης, ενώ το κεφάλι του συρόταν στα λιθόστρωτα καλντερίμια!

ΑΛΛΟΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΙ ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΕΣ

Οι άλλοι άγιοι επίσκοποι που μαρτύρησαν κατά τους διωγμούς των Ελλήνων της Μικράς Ασίας ήταν οι εξής: Προκόπιος Μητροπολιτης Ικονίου, Γρηγόριος Μητροπολίτης Κυδωνιών, Αμβρόσιος Μοσχονησίων, Ευθύμιος Μητροπολίτης Ζήλων. Άλλοι ιερομάρτυρες υπήρξαν οι: Ιερεύς Μελέτιος του ναού της Ευαγγελιστρίας, που σταυρώθηκε στον κορμό ενός πεύκου. Ο Ιεροδιάκονος Γρηγόριος της Αγίας Άννης στο Κορδελιό, που κάηκε ζωντανός.


Ο Ιερομάρτυς πατήρ Γεώργιος Καρασταμάτης από την Αγία Παρασκευή Κρήνης (Τσεσμέ), υπέργηρος κληρικός, εφημέριος του Ναού Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων, που βρήκε μαρτυρικό θάνατο από μαινόμενους Τσέτες που εισέβαλαν στο ναό την ώρα της τέλεσης της Θείας Λειτουργίας(!!). Ο ιερομάρτυρας βρέθηκε πεσμένος στην Ωραία Πύλη με ανοιγμένο το κρανίο. Τι είδους όμως μαρτύρια επεφύλαξαν οι ωμοί κι απάνθρωποι αυτοί απόγονοι του Ταμερλάνου; Τον Γρηγόριο, Μητροπολίτη Κυδωνιών, τον έθαψαν ζωντανό(!) και μαζί του ένα πλήθος κληρικών και λαϊκών της περιοχής του. Τον Μοσχονησίων Αμβρόσιο, του πετάλωσαν τα πόδια(!) και τον κατατεμάχισαν. Μαζί του κατεσφάγησαν 11 ιερείς και 2 μοναχοί. Τον Ευθύμιο, επίσκοπο Ζήλων, από τα Παράκοιλα Καλλονής, τον φυλάκισαν, όπου και παρέδωσε το πνεύμα του μετά από βασανιστήρια. Μεταξύ του νέφους των Μαρτύρων της τουρκικής θηριωδίας υπήρξαν και οι Ιερομάρτυρες Αρκάδιος και Γαβριήλ οι Ιβηρίτες († 11/09/1922): Ο Αρκάδιος γεννήθηκε το 1893 στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας. Προσήλθε στη μονή Ιβήρων το 1912 κι εκάρη μοναχός σε αυτή το 1914. Το ίδιο έτος χειροτονήθηκε και διάκονος. Το 1916 μαθήτευσε στην Αθωνιάδα Σχολή. Κατά το μοναχολόγιο της μονής «εφονεύθη μαρτυρικώς εν Κυδωνίαις υπό των Τούρκων κατά την υποχώρησιν των Ελλήνων εκ Μικράς Ασίας το 1922». Ο Γαβριήλ γεννήθηκε στο Κιλκίς το 1886. Εκάρη μοναχός το 1907 και κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος. Είχε το ίδιο τέλος με τον αδελφό του Αρκάδιο, την ίδια ημερομηνία. 

Στο Βουτζά, έχουν καταγραφεί και τα φρικτά μαρτύρια τριών επιφανών κληρικών της Ι.Μ. Σμύρνης: Του Αρχιερατικού Επιτρόπου Αρχιμανδρίτου Ιακώβου Αρχατζικάκη τον οποίο οι Τούρκοι “προσέδεσαν επὶ στασιδίου του ιερού ναού του αγίου Ιωάννου καὶ καρφώσαντες διὰ λεπτών ήλων [καρφιών] επὶ του μετώπου του ημισέληνον(!) εκ λευκοσιδήρου, αφήκαν καὶ απέθανεν εκ των φρικτών αλγηδόνων”. Του Προϊσταμένου της κάτω συνοικίας Σμύρνης, Αρχιμανδρίτου Αθανασίου Νικολόπουλου “όν επετάλωσαν εις τους πόδας και το στήθος”. 

Του Προϊσταμένου τῆ Αγίας Τριάδος, Οικονόμου Μιχαήλ Κυριακοπούλου «ον, Τούρκος αξιωματικός, απογυμνώσας τελείως προσέδεσεν απὸ του λαιμού διὰ σχοινίου εις την ουρὰν του ίππου του και καλπάζων έσυρεν προς το Κορδελιό. Αμερικανὸς ναύτης εκ των φρουρούντων την αποθήκην των πετρελαίων της Standard Oil Cy, τοσούτον εξωργίσθη ώστε επυροβόλησε και εφόνευσε τον αξιωματικόν, και απαλλάξας τον ατυχή ιερέα επεβίβασεν επὶ αμερικανικού πλοίου και έστειλεν αυτὸν εις Αθήνας»

Στις 15 Σεπτεμβρίου 1922 σφαγιάσθηκε στην ομαδική σφαγή των εκ Μοσχονησίων Χριστιανών, ο Αρχιμανδρίτης Ιωάννης Ευστρατίου, καθηγητής της Εκκλησιαστικής Ιστορίας της Ιεράς Εκκλησιαστικῆς Σχολής της Χάλκης. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1922 σφαγιάσθηκαν όλοι οι Ιερείς της Ιερᾶς Μητροπόλεως Κυδωνιῶν.

ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΩΝ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ:

Κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή μαρτύρησαν συνολικά 347 κληρικοί (από το σύνολο των 459 ιερέων και διακόνων των εκκλησιαστικών επαρχιών Εφέσου, Σμύρνης, Φιλαδελφείας, Ηλιουπόλεως, Περγάμου Αδραμυττίου, Μοσχονησίων, Κυδωνιών, κ.α.). 50.000 υπήρξαν οι θανατωθέντες Σμυρναίοι, 4.000 οι Φωκαείς. Ένα εκ των θυμάτων των αιμοσταγών τούρκων στην τελευταία των περιπτώσεων υπήρξε η Ειρήνη, μια έγγυος 9 μηνών όταν τη συνέλαβαν οι Τούρκοι. Άγρια όρμησαν επάνω της και με τη ξιφολόγχη της άνοιξαν την κοιλιά για να δουν τι παιδί θα γεννούσε(!). Φονεύτηκαν ακόμη αγρίως 3.361 Περγαμηνιώτες και 6.000 Μοσχονησιώτες. Κι ανάμεσα σ’ όλους αυτούς και μικρά παιδιά όπως οι πρόσκοποι του Αϊδινίου! Αλλά ας δώσουμε το λόγο σε αυτόπτες, όχι Έλληνες, αυτόπτες μάρτυρες της μεγάλης σφαγής της Σμύρνης.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ:  EMPROSΟ μάρτυρας του οποίου η αφήγηση δημοσιεύτηκε στη Review de Paris, διηγείται: «Τη Δευτέρα 11 του μηνός, η κατάσταση της πόλης ήταν δραματική. Ο στόλος έπρεπε να φύγει από τη Σμύρνη από τη μια στιγμή στη άλλη. Επειδή φοβόμασταν αποκλεισμό του κόλπου, επιβιβαστήκαμε αποφασισμένοι να φύγουμε, μόλις θα αναχωρούσε ο αγγλικός στόλος. Οι δύο νύχτες που περάσαμε στο πλοίο ήταν τρομακτικές. Ο κόλπος έμοιαζε με λίμνη και ο παραμικρός θόρυβος από την παραλία έφθανε μέχρι εμάς πολύ καθαρά. Απ’ όλες τις πλευρές έβλεπε κανείς μεγάλες πυρκαγιές. Ο Κουκλουτζάς, ένα ελληνικό χωριό, καιγόταν ολόκληρο μέσα σε λάμψεις, καθώς κι ένα μέρος του Μπουρνόβα. Οι Τούρκοι είχαν λεηλατήσει και κάψει όλα τα χωριά γύρω από τη Σμύρνη. Από την παραλία μάς έφταναν φωνές από ανθρώπους που τους στραγγάλιζαν, και τα πτώματα των πνιγμένων επέπλεαν γύρω από το πλοίο μας. Κατά τη διάρκεια αυτών των φρικαλεοτήτων ακούγαμε τη μουσική που έπαιζαν στα πολεμικά πλοία, για να διασκεδάσουν. Περνάγαμε τις μέρες μας στο Κορδελιό που ζούσε μέσα στη φρίκη. Οι Τούρκοι δε σέβονταν πια τα ευρωπαϊκά σπίτια και τα λεηλατούσαν, όπως έκαναν και με τα σπίτια των Ελλήνων και των Αρμενίων. Ένας Γάλλος στο Κορδελιό ξαναφόρεσε την παλιά του στολή του επιλοχία και μπόρεσε έτσι να κάνει καλό. Όταν τον έβλεπαν οι Τούρκοι, υποχωρούσαν λέγοντας: “Είναι Γάλλος”. Εκείνος μόνος του μπόρεσε να σώσει από τη λεηλασία ένα μεγάλο αριθμό σπιτιών και να γλιτώσει τη ζωή πολλών δυστυχισμένων ανθρώπων».

Ο ανταποκριτής της Daily Telegraph, δηλώνει πως το πλιάτσικο είχε αδειάσει στην κυριολεξία το Αρμένικο εμπορικό κέντρο. Τούρκοι στρατιώτες με στολή έπαιρναν μέρος στη λεηλασία. Τους συναντούσε κανείς με όλων των ειδών τα εμπορεύματα. Μισοσκεπασμένες άμαξες και γάιδαροι μετέφεραν τα λάφυρα. Δεν υπήρχαν πια παρά λίγα ορατά πτώματα. Ο ανταποκριτής που την προηγουμένη είχε μετρήσει δεκαπέντε, τη Δευτέρα δεν είδε παρά μόνο πέντε. Ο Αμερικανός αξιωματικός που ήταν επικεφαλής μιας περιπολίας, υπολόγιζε το σύνολο αυτών που είχε δει, σε καμιά εκατοστή. Ο ίδιος ανταποκριτής τηλεγραφούσε την επομένη πως η σφαγή είχε πάρει διαστάσεις πολύ σοβαρές. Τούρκοι στρατιώτες είχαν επιτεθεί στο Αρμένικο κολλέγιο όπου βρίσκονταν χίλιοι πρόσφυγες. Κάπου σαράντα πτώματα κείτονταν στους δρόμους. Ο Μουσταφά Κεμάλ τον οποίο ο ανταποκριτής είχε ρωτήσει λίγες ώρες πριν την πυρκαγιά, του δήλωνε, σε αγαστή σύμπτωση απόψεων με κάποιους “Έλληνες” αποκαλούμενους “ιστορικούς”: «Όπως βλέπετε, δε γίνονται σφαγές ή κάτι παραπλήσιο στη Σμύρνη. Οι λεηλασίες και οι θάνατοι που έγιναν ήταν αναπόφευκτοι». Για έναν Τούρκο στρατηγό σαράντα πτώματα στους δρόμους δεν ήταν προφανώς κάτι το υπολογίσιμο. Μια σφαγή άξια του ονόματος της και της “ενδόξου” τουρκικής ιστορίας δεν αριθμεί παρά χιλιάδες νεκρούς.

Κατά τη διάρκεια της ημέρας της 12ης του μηνός, ένας Άγγλος μάρτυρας, ο κ.Wallace, επιστρέφοντας στο κτήμα που είχε στο Μπαϊρακλί (κοντά στο Κορδελιό), διαπίστωσε ότι το υπηρετικό του προσωπικό είχε πέσει βορά της φρίκης. Τα πτώματα τριών γυναικών επέπλεαν στον κολπίσκο μπροστά στο σπίτι. Ήταν των τριών υπηρετριών από το διπλανό ορφανοτροφείο θηλέων. Μια ομάδα Τούρκων είχε παρουσιαστεί στο ορφανοτροφείο, απαιτώντας την άμεση παράδοση τριών γυναικών. Αφού τις βίασαν, τις στραγγάλισαν και τις πέταξαν στη θάλασσα. Στη διάρκεια της ίδιας μέρας, της 12ης του μηνός, η έρευνα για Έλληνες στρατιώτες και αξιωματικούς, που οι τουρκικές αρχές ισχυρίζονταν πως κρύβονταν στα σπίτια των Ορθοδόξων, έδωσε αφορμή στις πιο απεχθείς ακρότητες. Στη συνοικία του Πάνω Καρατάς, μια νιόπαντρη βιάστηκε διαδοχικά από εννέα κτήνη του είδους αυτού. Σ’ ένα διπλανό σπίτι, της κυρίας Marian Boudou, επτά στρατιώτες χύμηξαν πάνω στην κόρη της Paratsem και στις νεαρές κοπέλες που βρίσκονταν μαζί της. Η κακόμοιρη μητέρα που έχασε αμέσως τα λογικά της μπροστά σ’ αυτό το θέαμα, άρχισε να χορεύει «για το γάμο της κόρης της»! Το απόγευμα της ίδιας μέρας εκδόθηκε προκήρυξη του Νουρεντίν πασά που απαγόρευε στους Μουσουλμάνους επί ποινή θανάτου να δώσουν άσυλο σε Έλληνες και Αρμένιους στρατιώτες!

* Διασκευμασμένο κείμενο από τμήμα του άρθρου του κ. Οικονόμου "Οι Άγιοι Μικρασιάτες Νεομάρτυρες και Εθνομάρτυρες" του κ. Κωνσταντίνου Αθ. Οικονόμου, δασκάλου,

2022/01/19

ΤΑ ΑΓΙΑ ΘΕΟΦΑΝΕΙΑ ΤΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ (2022)


Μετά από ένα χρόνο που οι Ορθόδοξοι πιστοί εμποδίστηκαν να συμμετέχουν δημοσίως στον εορτασμό των Αγίων Θεοφανείων και τον κατά λιμένας, λίμνες και ποταμούς αγιασμούς των υδάτων, αυτό έγινε φέτος- με περιορισμούς- δυνατό. Με κατάνυξη τελέστηκε η ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού και η ρίψη του Τιμίου Σταυρού στα ύδατα διαφόρων περιοχών της χώρας μας όπως συμβαίνει και σε χώρες του εξωτερικού (Αμερική, Εκκλησιά Γ.Ο.Χ. Κύπρου, χώρες υπό τη διαποίμανση της Ρωσικής Ορθοδόξου Εκκλησίας της Διασποράς) με την παρουσία αρκετών πιστών. Ευχόμαστε χρόνια πολλά και ευλογημένα με θεία φώτιση για όλο τον κόσμο και να εορταστούν πάλι τα Άγια Θεοφάνεια με την παλαιά λαμπρότητα, που αρμόζει στην Δεσποτική εορτή.


ΛΙΜΕΝΑΣ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ

Ο κεντρικός εορτασμός των Θεοφανείων έλαβε χώρα στο λιμάνι της Ελευσίνας υπό του οικείου Μητροπολίτη Σεβ/του Αττικής και Μεγαρίδος κ. Κοσμά μετά των Παν/των Ιερομονάχων π. Αυγουστίνου Βρακάτου και π. Χρυσοστόμου Βαλτά και του Ιεροδιακόνου π. Αθανασίου. Παρέστησαν οι Δημοτικές, Λιμενικές και Αστυνομικές Αρχές Μάνδρας και Ελευσίνας ως και αντιπροσωπεία της Ιεράς Μονής Οσίων Αγιορειτών Πατέρων Οινόης Αττικής. Δύο νέοι άνδρες έπεσαν στα παγωμένα νερά και έπιασαν τον Τίμιο Σταυρό ως ευλογία.











ΠΟΤΑΜΟΣ ΠΗΝΕΙΟΣ ΛΑΡΙΣΑΣ

Ιερούργησε ο οικείος Μητροπολίτης ως έξαρχος Θεσσαλίας, Σεβ/τος Φθιώτιδος κ. Ιγνάτιος στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Λάρισας. Ακολούθως ο πιστός λαός μετέβη εν πομπή στην πεζογέφυρα της Λάρισας κάτωθεν του Ιερού Ναού Αγίου Αχιλείου, πολιούχου της πόλεως.



ΣΤΟ ΠΕΤΑΛΙΔΙ ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ

Ιερούργησε ο οικείος Μητροπολίτης Σεβ/τος Μεσσηνίας κ. Ιάκωβος βοηθούμενος υπό του Ιεροδιακόνου π. Χριστοφόρου στην Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Πεταλιδίου. Ακολούθως τελέστηκε ο Αγιασμός των υδάτων στην παρακείμενη στη Μονή παραλία. Ο Σεβ/τος κ. Ιάκωβος κήρυξε καταλλήλως τον θείο λόγο και οι "Φίλοι της Μονής Παναγουλάκη" αναμετάδωσαν τις ιεροπραξίες μέσω της ιστοσελίδας τους.





ΣΤΑ ΚΑΠΠΑΡΙΑΝΑ ΜΟΙΡΩΝ ΚΡΗΤΗΣ

Ιερούργησε ο πολίος αλλά ακάματος Ιερεύς της Μεγαλονήσου Αιδ/τος π. Ζαχαρίας Τσικρικάκης στον Ιερό Ναό Αγίου Μάρκου Ευγενικού Μοιρών. Λόγω βροχόπτωσης δεν κατέστη δυνατόν να γίνει η τελετή του Αγιασμού των υδάτων στην λίμνη Ζαρού.


ΣΤΗΝ ΟΒΡΥΑ ΠΑΤΡΩΝ

Η Θεία Λειτουργία τελέστηκε στον Καθεδρικό Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου Πάτρας υπό  του Παν/του Ιερομονάχου π. Αθανασίου Κιτσαντά και ακολούθως αγωνιστές πιστοί της ενορίας μετέβησαν μετά του Ιερέως για την Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού και την ρίψη του Τιμίου Σταυρού σε παρακείμενη παραλία.



ΣΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΘΗΒΩΝ

Ιερούργησε ο Παν/τος Ιερομόναχος π. Βησσαρίων Βάλλιος στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Αγίων Ταξιαρχών. Ακολούθως, με αρκετούς πιστούς εκ διαφόρων ενοριών της Μητροπόλεως και αντιπροσωπεία της Ιεράς Αγίου Γεωργίου Μελισσοχωρίου υπό την Γερόντισσα Ευφροσύνη, ο λειτουργός μετέβη στον ποταμό Μόρνο για τον αγιασμό των υδάτων.

2022/01/15

ΕΟΡΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ

Την 6η του Μηνός Δεκεμβρίου τιμήθηκε η μνήμη του λαοφιλούς Αγίου Νικολάου του Επισκόπου Μυρών στην φερώνυμη Ιερά Μονή στην Κηφισιά Αττικής. Ιερούργησε ο Παν/τος Ιερομόναχος π. Αυγουστίνος Βρακάτος και προσήλθαν πολλοί πιστοί κυρίως εκ των βορείων προαστίων. Στην ομιλία του για τον Άγιο, ο π. Αυγουστίνος εμνήσθη και των μακαριστών πατέρων Μητροπολίτου Αττικής κυρού Παύλου ως Κτίτωρος και Ιερομονάχου Γενναδίου ως εφημερίου της Μονής.



Την ίδια ημέρα εόρτασε ο Ιερός Ναός του Αγίου Νικολάου στον Άγριλο Μεσσηνίας. Ιερούργησε ο Παν/τος Ιερομόναχος π. Αθανάσιος Κιτσαντάς.


Από την κατανυκτική Αγρυπνία των Χριστουγέννων στην ιστορική ενορία των Γ.Ο.Χ. Πατρών, στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Οβρυάς. Ιερούργησε ο Παν/τος Ιερομόναχος π. Αθανάσιος.


Από πρόσφατη ποιμαντική περιοδεία του Σεβ/του Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Ιακώβου ως Τοποτητηρητή της Ιεράς Μητροπόλεως Γ.Ο.Χ. Αμερικής. Διακρίνεται ο Αρχιερέας μετά από ιερό Μυστήριο στον εορτάζοντα Καθεδρικό Ιερό Ναό Ταξιάρχου Μιχαήλ στη Φιλαδέλφεια των Η.Π.Α. με στελέχη της ενορίας και τον Κτίτωρα του περικαλλούς Ναού, ευλαβέστατο αδελφό Δόκτωρ Μιχαήλ Τσόκα.



Η Κοπή της Βασιλόπιτας στην έδρα της Ιεράς Μητροπόλεως Γ.Ο.Χ. Αττικής και Μεγαρίδος μετά τον εόρτιο Εσπερινό της Πρωτοχρονιάς, παρουσία του οικείου Ποιμενάρχου κ. Κοσμά.


Από την κοπή της Βασιλόπιτας στην Ιερά Μονή Τιμίου Σταυρού Καλαμάτας της Ιεράς Μητροπόλεως Γ.Ο.Χ. Μεσσηνίας.


Από την πανήγυρη της Ιεράς Μονής Παναγίας Προυσσιώτισσας Αρέθουσας Θεσσαλονίκης παλαιότερου μήνα. Ιερούργησε ο Παν/τος Ιερομόναχος π. Χρυσόστομος Βαλτάς.




Ευχαριστούμε του αγαπητούς αδελφούς για την αποστολή φωτογραφιών από την ζωή της Εκκλησίας και αναμένουμε την συνεργασία σας με αποστολή στο email της ιστοσελίδας ekklisiagoc@gmail.com εκπληρώνοντας την Αποστολική προτροπή «Τὴν διακονίαν σου πληροφόρησον» (Β΄ Τιμ., 4:5).

2022/01/07

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ 2022 ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ Γ.Ο.Χ. ΕΛΛΑΔΟΣ


Και φέτος η Ιερά Μονή Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Καλαμάτας εξέδωσε την επιμελημένη και πολυτελή έκδοση Ημεροδεικτών κατά το Ορθόδοξο εκκλησιαστικό (παλαιό) ημερολόγιο. Ο επιτοίχιος, ημεροδείκτης έχει αγιολογικό περιεχόμενο με αφιέρωση στον λαοφιλή και θαυματουργό Άγιο της Κέρκυρας Σπυρίδωνα, Επίσκοπο Τριμυθούντος όπου υπάρχει η εικόνα του εορταζόμενου αγίου κάθε ημέρας. Το εγκόλπιο Ημερολόγιο (τσέπης) της Ιεράς Συνόδου είναι αφιερωμένο στο σωτήριο Ιερό Μυστήριο του Πνευματικού Ανακαινισμού, την Ιερά Εξομολόγηση.

Για πληροφορίες στους κατά τόπους Ιερούς Ναούς και Μονές άλλα και στην εκδούσα Ιερά Μονή Ευαγγελιστριας Παναγουλάκη Καλαμάτας Τηλ.: 27210 23784.
Παραγγελίες και με ηλεκτρονικά μηνύματα στην ιστοσελίδα των "Φίλων της Ιεράς Μονής Παναγουλάκη".

2022/01/05

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2021

 Η διεύθυνση της ιστοσελίδας σας εύχεται Καλά Χριστούγεννα με ορθοδοξία, ορθοπραξία, ταπείνωση και υγεία! Χριστός γεννάται! Δοξάσατε!

Веб-мастер желает вам счастливого Рождества, православия, благочестивой жизни, смирения и здоровья! Христос родился! Слава Его!

The webmaster wishes you a Merry Christmas with orthodoxy, godly life, humility and health! Christ is born! Glorify Him!

站长祝您圣诞快乐,正统、敬虔、谦卑、健康! 耶稣诞生了! 荣耀!



Homily on the Birth of our Savior Jesus Christ (Luke 2:4-8)

St. Cyril of Alexandria

Christ, therefore, was born in Bethlehem at the time when Augustus Caesar gave orders that the first enrollment should be made. But what necessity was there, some one may perhaps say, for the very wise Evangelist to make special mention of this? Yes, I answer: it was both useful and necessary for him to mark the period when our Savior was born; for it was said by the voice of the Patriarch: The head shall not depart from Judah, nor a governor from his thighs until He come, for Whom it is laid up: and He is the expectation of the Gentiles. [Gen. 49:10] That we might learn that the Israelites then had no king of the tribe of David, and that their own native governors had failed, with good reason he mentions the decrees of Caesar, as now having Judea and the rest of the nations beneath his scepter, for it was as their ruler that he commanded the census to be made.

Because he was of the house and lineage of David. [Luke 2:4] The book of the sacred Gospels referring the genealogy to Joseph, who was descended from David's house, has proved through him that the Virgin also was of the same tribe as David, inasmuch as the Divine law commanded that marriages should be confined to those of the same tribe; and the interpreter of the heavenly doctrines, the great apostle Paul, clearly declares the truth, bearing witness that the Lord arose out of Juda. [Heb. 7:14] The natures, however, which combined unto this union were different, but from the two together is one God the Son, without the diversity of the natures being destroyed by the union. For a union of two natures was made, and therefore we confess One Christ, One Son, One Lord. And it is with reference to this notion of a union without confusion that we proclaim the holy Virgin to be the mother of God, because God the Word was made flesh and became man, and by the act of conception united to Himself the temple that He received from her. For we perceive that two natures, by an inseparable union, met together in Him without confusion, and indivisibly. For the flesh is flesh, and not deity, even though it became the flesh of God; and in like manner also the Word is God, and not flesh, though for the dispensation's sake He made the flesh His own. But although the natures which concurred in forming the union are both different and unequal to one another, yet He Who is formed from them both is only One; nor may we separate the One Lord Jesus Christ into man severally and God severally, but we affirm that Christ Jesus is One and the Same, acknowledging the distinction of the natures, and preserving them free from confusion with one another.

With Mary, his espoused wife, being great with child.[ Luke 2:5] The sacred Evangelist says that Mary was betrothed to Joseph, to show that the conception had taken place upon her betrothal solely, and that the birth of the Emmanuel was miraculous, and not in accordance with the laws of nature. For the holy Virgin did not bear from the immission of man's seed. And what, therefore, was the reason for this? Christ, Who is the first-fruits of all, the second Adam according to the Scriptures, was born of the Spirit, that he might transmit the grace (of the spiritual birth) to us also; for we too were intended no longer to bear the name of sons of men, but of God rather, having obtained the new birth of the Spirit in Christ first, that he might be foremost among all [Col. 1:15], as the most wise Paul declares.

And the occasion of the census most opportunely caused the holy Virgin to go to Bethlehem, that we might see another prophecy fulfilled. For it is written, as we have already mentioned, And thou Bethlehem, house of Ephratah, art very small to be among the thousands of Judah: from thee shall come forth for me to be Ruler in Israel! [Micah 5:2]

But in answer to those who argue that, if He were brought forth in the flesh, the Virgin was corrupted; and if she were not corrupted, that He was brought forth only in appearance, we say, the prophet declares, the Lord, the God of Israel, hath entered in and gone out, and the gate remaineth closed. [Ezekiel 44:2] If, moreover, the Word was made flesh without sexual intercourse, being conceived altogether without seed, then He was born without injury to her virginity. (And so it was, that, while they were there, the days were accomplished that she should be delivered.) And she brought forth her firstborn Son, (and wrapped him in swaddling clothes.) [Luke 2:7-8]

In what sense then her firstborn? By firstborn she here means, not the first among several brethren, but one who was both her first and only son; for some such sense as this exists among the significations of 'first-born.' For sometimes also the Scripture calls that the first which is the only one; as I am God, the First, and with Me there is no others. [Isaiah 44:6] To show then that the Virgin did not bring forth a mere man, there is added the word firstborn; for as she continued to be a virgin, she had no other son but Him Who is of the Father; concerning Whom God the Father also proclaims by the voice of David, And I will set Him Firstborn high among the kings of the earth. [Psalm 88(89):27] Of Him also the all-wise Paul makes mention, saying But when He brought the First-Begotten into the world, He saith, And let all the angels of God worship Him. [Heb. 1:6] How then did He enter into the world? For He is separate from it, not so much in respect of place as of nature; for it is in nature that He differs from the inhabitants of the world; but He entered into it by being made man, and becoming a portion of it by the incarnation. For though He is the Only-begotten as regards His divinity, yet as having become our brother, He has also the name of the Firstborn; that, being made the first-fruits as it were of the adoption of men, He might make us also the sons of God.

Consider, therefore, that He is called the Firstborn in respect of the economy; for with respect to His divinity He is the Only-begotten. Again, He is the Only-begotten in respect of His being the Word of the Father, having no brethren by nature, nor being co-ordinate with any being; for the Son of God, consubstantial with the Father, is One and Alone; but He becomes the Firstborn by descending to the level of created things. When, therefore, He is called the Only-begotten, He is so with no cause assigned by reason of which He is the Only-begotten, being the Only-begotten God into the bosom of the Father [John 1:18]; but when the divine Scriptures call Him Firstborn, they immediately also add of whom He is the first-born, and assign the cause of His bearing this title; for they say, Firstborn among many brethren [Rom. 8:29]; and Firstborn from the dead [Col. 1:18]; the one, because He was made like unto us in all things except sin; and the other, because He first raised up His own flesh unto incorruption. Moreover, He has ever been the Only-begotten by nature, as being the Sole begotten of the Father, God of God, and Sole of Sole, having shone forth God of God, and Light of Light; but He is the Firstborn for our sakes, that by His being called the Firstborn of things created, whatever resembles Him may be saved through Him; for if He must of necessity be the Firstborn, assuredly those must also continue to exist of whom He is the Firstborn. But if, as Ennamios argues, He is called God's Firstborn, as born the first of many; and He is also the Virgin's Firstborn; then as regards her also, He must be the first as preceding another child; but if He is called Mary's Firstborn, as her only child, and not as preceding others, then is He also God's Firstborn, not as the first of many, but as the Only One born.

Moreover, if the first are confessedly the cause of the second, but God and the Son of God are first, then the Son is the cause of those who have the name of sons, inasmuch as it is through Him that they have obtained the appellation. He, therefore, who is the cause of the second sons may justly be called the Firstborn, not as being the first of them, but as the first cause of their receiving the title of sonship. And just as the Father being called the first- for I, He saith, am the first, and I am after these things [Isaiah 41:4] -assuredly will not compel us to regard Him as similar in nature to those that are after Him; so also, though the Son be called the first of creation, or the Firstborn before all creation, it by no means follows that He is one of the things made; but just as the Father said I am the first, to show that He is the origin of all things, in the same sense the Son also is called the first of creation. For all things were made by Him [John 1:3]. As the Creator and Maker of the world, He is the beginning of all created things.

And she laid him in the manger [because there was no room for them in the inn. Luke 2:7] He found man reduced to the level of the beasts; therefore is He placed like fodder in a manger, that we, having left off our bestial life, might mount up to that degree of intelligence which befits man's nature; and whereas we were brutish in soul, by now approaching the manger, even His own table, we find no longer fodder, but the bread from heaven, which is the body of life.

2022/01/04

ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ

 ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ

Αποστολικοί πατέρες ονομάζονται οι πρώτοι μετά τους αποστόλους συγγραφείς, οι οποίοι υπήρξαν μαθητές, συνοδοί, αυτόπτες και αυτήκοοι των Αποστόλων. Έζησαν κατά τον 1ο και την αρχή του 2ο αιώνος μ.Χ.. Οι μεταγενέστεροι αυτών, λέγονται απλώς πατέρες, ή συχνά μεταποστολικοί πατέρες. Τα γραπτά τους έργα έχουν μεγάλο κύρος, γιατί γράφτηκαν στους χρόνους αμέσως μετά τους Αποστόλους και διατηρούν πολλές Αποστολικές παραδόσεις.

Αρχικά θεωρούνταν πέντε, αλλά στη συνέχεια καταχρηστικώς, προστέθηκαν και άλλοι. Οι σημαντικότεροι από αυτούς είναι: o Άγιος Κλήμης, επίσκοπος Ρώμης, o Άγιος Ιγνάτιος, επίσκοπος Αντιοχείας, o Άγιος Πολύκαρπος, επίσκοπος Σμύρνης, ο Άγιος Έρμάς και ο Παπίας, επίσκοπος Ιεραπόλεως.

Η σπουδαιότητα των Αποστολικών Πατέρων: Οι Αποστολικοί Πατέρες, όπου και είναι οι συγγραφείς των δύο πρώτων αιώνων, μαζί με τους λεγόμενους "Απολογητές", αυτούς που έδιναν απολογία στις κατηγορίες ενάντια στην Εκκλησία και υπερασπιζόντουσαν την αθωότητα της, αυτοί ήταν οι στυλοβάτες της Εκκλησίας μετά την αποστολική εποχή και μέχρι τον 3ο αιώνα. Τα έργα των συγγραφέων αυτών, ουσιαστικά περιλαμβάνουν μια ανομοιογενή συλλογή συγγραμμάτων που διαφέρουν όχι μόνο στη μορφή, αλλά και σε θεολογικές τοποθετήσεις. Οι συγγραφείς αυτοί όμως συνέβαλαν ουσιαστικά στη σταθεροποίηση της θέσεως της Εκκλησίας μέσω της γραμματείας τους, ενώ επέδειξαν πολύπλευρη δραστηριότητα φθάνοντας μερικοί από αυτούς μέχρι το μαρτυρικό θάνατο.

Οι μόνοι πατέρες εξ αυτών οι οποίοι δικαιούνται τον όρο, είναι οι Πολύκαρπος Σμύρνης, Ιγνάτιος Αντιοχείας,  Κλήμης Ρώμης και Παπίας Ιεραπόλεως οι οποίοι έφεραν τον τίτλο του προφήτη και του Αποστόλου. Οι εν λόγω πατέρες υπήρξαν στην πράξη ποιμένες τοπικών εκκλησιών με διευρυμένη υπεροπτική δικαιοδοσία, φροντίζοντας την πνευματική καλλιέργεια των χριστιανών. Τα υπόλοιπα κείμενα που κατατάσσονται σε αυτή τη συνομολογία προέρχονται είτε από ανώνυμους συγγραφείς, είτε από επώνυμους, εμφανίζουν όμως προβλήματα στο να τα θέσουμε ως τέτοια είτε λόγω ψευδούς υπογραφής και αγνώστου συγγραφέα, είτε λόγω των διαφόρων επεξεργασιών που δέχτηκαν κατά καιρούς (π.χ. Ερμάς). Η αξία των επιστολών αυτών όμως, παρά τις όποιες αποκλίσεις και προβλήματα, παραμένει σημαντική.

Η δράση των Αποστολικών Πατέρων παρατηρείται από τα τέλη του 1ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 2ου και ως στόχο είχε να διαφυλαχθεί η πίστη από τις νοθεύσεις και τις παραχαράξεις αλλά και να εκφράσουν το ήθος και τον ενθουσιασμό της νεανικής Εκκλησίας. Μάλιστα ο Κώδικας του εν Κωνσταντινουπόλει Μετοχίου του Παναγίου Τάφου περιείχε συλλογή έργων των περισσοτέρων από αυτών, πράγμα που φανερώνει ότι ήδη κατά τη Βυζαντινή εποχή οι Αποστολικοί Πατέρες  κατατάσσονταν σε ιδιαίτερη ομάδα, της οποίας τα έργα ήταν σε κυκλοφορία και ήταν ευρέως γνωστά.

Σήμερα θεωρείται πως η "Διδαχή των Αποστόλων", η "Επιστολή Βαρνάβα" αλλά και ο "Ποιμήν του Ερμά", ανήκουν σε άλλη κατηγορία συγγραφών, τόσο από άποψη μορφής όσο και περιεχομένου, ενώ η "Προς Διόγνητον Επιστολή" κατατάσσεται πλέον στα απολογητικά έργα. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα, ο όρος Αποστολικοί Πατέρες να αποδίδεται μόνο στους Ιγνάτιο Αντιοχείας, Πολύκαρπο Σμύρνης, Κλήμη Ρώμης και Παπία Ιεραπόλεως.

Η σημασία και η σπουδαιότητα των Αποστολικών Πατέρων υπήρξε πολύ σημαντική για την ενότητα και τη σταθεροποίηση της Εκκλησίας στο εχθρικό περιβάλλον το οποίο προσπαθούσε να επιβιώσει. Τα έτη της δράσης των αποστόλων είχαν παρέλθει και ο χριστιανισμός παρέμεινε μία θρησκεία με διασκορπισμένες κοινότητες σε όλη τη ρωμαϊκή επικράτεια. Την εποχή αυτή, λίγο προ την αντίδραση των εθνικών, ήδη παρουσιάζονται τα πρώτα προβλήματα νοθεύσεως της νέας πίστεως, σε μία εποχή που η πρόσβαση στα γνήσια αποστολικά κείμενα ήταν περιορισμένη. Συνάμα όμως συμβαίνουν και σημαντικές εσωτερικές ζυμώσεις, που προετοιμάζουν την Εκκλησία να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις και δεδομένα που ισχύουν με το τέλος των Αποστόλων.

Ο Γνωστικισμός και ο Ιουδαϊσμός, καθώς και εσωτερικά εκκλησιαστικά ζητήματα κλονίζουν και προβληματίζουν την πρώτη Εκκλησία. Οι Αποστολικοί Πατέρες με το κύρος τους και μέσω της γραμματείας τους, αναλαμβάνουν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα των τοπικών εκκλησιών. Στη γραμματεία την οποία ανέπτυξαν σκοπό έχουν να κατασταθούν μέσα επικοινωνίας μεταξύ των μελών των απομακρυσμένων εκκλησιών, παραινώντας και μεταδίδοντας την ευαγγελική αλήθεια. Γι αυτό και τα έργα των Αποστολικών Πατέρων απευθύνονταν σε χριστιανούς, με αποτέλεσμα να παρατηρείται μέσω των επιστολών αυτών η ζωή της νεαρής Εκκλησίας και τα προβλήματά της. Μάλιστα η ποικιλία των προσεγγίσεων, που τα κείμενα προσφέρουν, τους δίνει ιδιαίτερη αξία για την κατανόηση της ζωής και της θεολογίας της Εκκλησίας της εποχής αυτής.

Με μια προσεκτική ματιά μάλιστα διαπιστώνουμε πως παρότι οι επιστολές αυτές δεν περιέχουν συστηματικές πραγματείες, περιέχουν κάθε θεολογικό στοιχείο που ήταν απαραίτητο κάτω από εκείνες τις συνθήκες για την κατοχύρωση της χριστιανικής πίστεως. Μέσα από την επιστολογραφία τους αναδεικνύεται ο Σωτήρας της ανθρωπότητας, η ενότητα της Εκκλησίας, τα θεμελιώδη μυστήρια, η ηθική αγωγή, η ανάσταση και η κρίση, καθώς και οι κακοδοξίες που υπήρχαν στην πρώτη Εκκλησία. Γι αυτό και απέκτησαν μεγάλο κύρος και αναγιγνώσκονταν συχνά σε συναθροίσεις μετά βιβλικών αναγνωσμάτων. Η αυθεντία των επιστολών του Κλήμεντα Ρώμης, οδήγησε τις εκκλησίες της Συρίας και της Αλεξάνδρειας να τις θεωρήσουν μέρος της Αγίας Γραφής, όπως η επιστολή Κλήμεντα "Προς Κορινθίους", η οποία περιλήφθηκε μέσα στον Αλεξανδρινό Κώδικα της Βίβλου, ενώ η Συριακή Εκκλησία τη θεώρησε μέρος της Αγίας Γραφής. Στις επιστολές αυτές παρατηρείται επίσης χρήση Καινοδιαθηκικών χωρίων, αν και σπανίως κατά γράμμα, αλλά και παραθέσεις ποικίλης προελεύσεως όπως αποκρύφων έργων και της θύραθεν Ελληνικής γραμματείας.

Οι Αποστολικοί πατέρες καλύπτουν χρονικά την εποχή αμέσως μετά το φυσικό τέλος των Αποστόλων, αποτελώντας έτσι γέφυρα της αποστολικής εποχής με τους μετέπειτα χρόνους. Παρότι τα κείμενά τους γράφονται περιστασιακά, μας παραδίδουν σημαντικές ειδήσεις για τη ζωή και τη δράση της Εκκλησίας, ενώ ερμηνεύουν και διαφυλάσσουν το πνεύμα της ζώσας αποστολικής παράδοσης. Σκοπός τους είναι η διακράτηση του ήθους της Εκκλησίας, εκφράζοντας το δόγμα και προφυλάσσοντας από τις αιρέσεις. Επιμένουν στο τριαδολογικό μυστήριο της Εκκλησίας, ενώ αντιστέκονται στον εξιουδαϊσμό, το Δοκητισμό και το γνωστικισμό, δίχως η διδασκαλία τους να γίνεται αφηρημένη ή να προσκολλάται σε επιμέρους τομείς, αλλά διατηρώντας την καθολικότητα της έκφρασης. Σωτηριολογία, εκκλησιολογία, εσχατολογία, μυστηριακή ζωή και ήθος δεν παραμερίζονται, αποτελώντας παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές. Φροντίζουν επίσης για τις ιστορικές δομές της Εκκλησίας. Ο πνευματολογικός και θείος χαρακτήρας της Εκκλησίας, δένεται με τον ορατό και ιστορικό, παραδίδοντάς τη σημαντική ιστορική μετάβαση της χαρισματικής εξουσίας των αποστόλων στους επισκόπους.

Οι Αποστολικοί Πατέρες διαφυλάσσουν επίσης και την κοινωνική διάσταση της Εκκλησίας. Μεριμνούν μέσα από τη γραμματεία τους για τους αδυνάτους, για τα παιδιά, τις γυναίκες, τα ορφανά, τους δούλους, καταδικάζουν τη εμβρυοκτονία και τη βρεφοκτονία που ήταν συχνό φαινόμενο στην εποχή τους, υπεραμυνόμενοι της ζωής των εμβρύων και των νηπίων. Τέλος, επισημαίνεται ο ηρωικός βίος των χριστιανών, ειδικά στην περίπτωση του Iγνατίου, όπου οδευόμενος προς το μαρτύριο δε γογγύζει, αλλά γεμάτος ελπίδα οδηγείται στο μαρτύριο.

Η διδασκαλία των Αποστολικών Πατέρων: Η διδασκαλία των Αποστολικών Πατέρων απηχεί την άμεση και ζωντανή παράδοση της Εκκλησίας, η οποία κατά κανόνα είναι προφορική, ενώ το ευαγγέλιο δεν έχει ακόμα συνταχθεί σε ένα ενιαίο κανόνα. Στην Εκκλησία μάλιστα όπως διαβλέπουμε από τον Παύλο, τη διδασκαλία αυτή την είχαν αναλάβει από τον Κύριο οι Απόστολοι, οι διδάσκαλοι και οι Προφήτες, που ήταν μία ειδική χαρισματική τάξη, η οποία πήρε εξουσία από τους αποστόλους να συνεχίσουν το έργο τους.  Η προφορική παράδοση όμως με το χρόνο άρχισε να αλλοιώνεται, ενώ και η γραπτή είτε ερμηνευόταν από ψευδοπροφήτες και ψευδοδιδασκάλους κατά το δοκούν, είτε παραχαρασσόταν. Η Εκκλησία λοιπόν έπρεπε να βρει ένα ασφαλές κριτήριο για τη μετάδοση του θείου μηνύματος.

Οι Αποστολικοί Πατέρες χρησιμοποιούν αρκετά την Αγία Γραφή. Βέβαια γι αυτούς κατεξοχήν Αγία Γραφή θεωρείται η Παλαιά Διαθήκη, αφού η Καινή δεν έχει συνταχθεί ακόμα σε κάποιο κανόνα. Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Αποστολικούς πατέρες είναι πρόγευση της διδασκαλίας του Χριστού. Καταδεικνύει τις βασικές αρχές του χριστιανισμού οι οποίες μας δείχνουν ένα Θεό δημιουργό, την έλευση του μεσσία και το πάθος Του, αλλά και το χριστιανικό ήθος, με την φιλοξενία, την υπακοή, την πίστη, την επιείκεια, τη μακροθυμία και τη μετάνοια να λαμβάνουν κεντρική θέση. Αλλά και το πνεύμα της Καινής Διαθήκης χρησιμοποιείται. Έτσι ο νόμος καταργείται και η τυπολατρία εξοβελίζεται ως αναχαιτιστική της οικείωσης του θείου μηνύματος. Οι Απόστολοι θεωρούνται οι αυθεντικοί πατέρες και ερμηνευτές του θείου μηνύματος και δε δύναται ουδείς να πει κάτι διαφορετικό από αυτούς. Τελικώς οι Αποστολικοί πατέρες, αναλαμβάνουν σε μία δύσκολη εποχή, να συνδέσουν με το λόγο τους και την αυθεντία τους, ως συνεχιστές και εκφραστές του αποστολικού μηνύματος, τις διασκορπισμένες κοινότητες των χριστιανών, μεταφέροντας το αναλλοίωτο αποστολικό μήνυμα και επιλύοντας τις εξωτερικές και εσωτερικές προκλήσεις που εμφανίζονταν στην Εκκλησία.

Θεολογία: Θεολογικά οι Αποστολικοί Πατέρες, παρουσιάζουν μία τριαδολογία που είναι σαφής η θεότητα των τριών προσώπων της Θεότητας. Η θεολογία αυτή είναι στενά συνυφασμένη με την εκκλησιαστική ζωή και στόχο έχει να ενισχύσει τους πιστούς στη χριστιανική κλίση τους. Η ομολογία αυτή αφενός συνοψίζει την πίστη της αρχαίας Εκκλησίας, αφετέρου δηλώνει το κέντρο της λατρευτικής της ύπαρξης. Η ενότητα άλλωστε της πίστης και της λατρείας, της θεολογίας και της δοξολογίας είναι εμφανής.

Παρόλα αυτά θα πρέπει να επισημανθεί πως στην περιορισμένη έκθεση της θεολογίας των Αποστολικών πατέρων δεν απουσιάζουν ασάφειες και συγχύσεις, ενώ η θεολογική επεξεργασία του συνειρμού τους δεν είναι πάντοτε επαρκής. Ασφαλώς η τριαδολογία τους δεν παρουσιάζει την αρτιότητα που διαμορφώθηκε κατά τον Δ' αιώνα, αλλά κάτι τέτοιο είναι λογικό αφού αφενός είναι περιστασιακή, αφετέρου δεν έχουν εμφανιστεί ακόμα οι ανάλογες δογματικές προκλήσεις και ερεθίσματα. Παρόλα αυτά αποτέλεσε τη ζύμη για περαιτέρω επεξεργασία.

Στους Αποστολικούς Πατέρες όποτε συναντάμε μία τριαδολογική ομολογία, αυτή είναι συνάρτηση του εκκλησιολογικού της χαρακτήρα. Ο Άγιος Ιγνάτιος αναφέρει χαρακτηριστικά πως η Εκκλησία είναι: "του Θεού Πατρός και του ηγαπημένου Ιησού...εν αμώμω Πνεύματι" και "ως όντες λίθοι ναού Πατρός, ητοιμασμένοι εις οικοδομήν Θεού Πατρός, αναφερόμενοι εις τα ύψη δια της μηχανής Ιησού Χριστού, ος εστί ο σταυρός, σχοινίω χρώμενοι τω πνεύματι τω αγίω".

Η πίστη στο Θεό Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα είναι η πίστη που έχει δεχτεί ο πιστός στην Εκκλησία με το Βάπτισμά του. Η νέα ζωή μάλιστα συμβαίνει μόνο "εν Υιώ και Πατρί και Πνεύματι". Ο Θεός είναι άγιος, μοναδικός και ύψιστος, Θεός της αλήθειας, ζων και σοφός, δημιουργός και ισχυρός δεσπότης της κτίσεως. Ο Θεός είναι απολύτως εκτός κάθε διαστάσεως χώρου, ενώ η αρμονία και η τάξη είναι χαρακτηριστικά που έδωσε ο ίδιος. Παρουσιάστηκε στον κόσμο δια του Ιησού Χριστού και είναι αυτός ο οποίος δια του Χριστού κάλεσε τον κόσμο από το σκότος στο φως και από την αγνωσία στη γνώση.

Η θεότητα του Αγίου Πνεύματος στους Αποστολικούς πατέρες αναδεικνύεται με πολλούς τρόπους. Για παράδειγμα η συμμετοχή του Αγίου Πνεύματος στο χώρο της οικονομίας και ειδικότερα στο χώρο της Εκκλησίας και η συναρίθμησή του με τον Πατέρα και τον Υιό υπογραμμίζει την ισοτιμία του με τα δύο άλλα πρόσωπα. Μάλιστα προβάλλουν την οντολογική τους συνάφεια. Έτσι ο Κλήμης αναφέρει πως "Ζη γαρ ο Θεός και ζη ο Κύριος Ιησούς Χριστός και το Πνεύμα το Άγιον".

Οι Γραφές είναι αληθείς διότι εγράφησαν δια του Αγίου Πνεύματος και συνάμα σ' αυτές έχει καταγραφεί ο λόγος του Αγίου Πνεύματος. Η κλήση των πιστών γίνεται δια του Αγίου Πνεύματος, ενώ στην Εκκλησία γίνεται πλήρης έκχυσίς Του. Κατά τον Ιγνάτιο το Άγιο Πνεύμα είναι ένα εκ των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας. Η Β' προς Κορινθίους αναφέρει πως η αφθαρσία του ανθρώπου συμβαίνει δια του Αγίου Πνεύματος. Κατά τον Ερμά τα έργα του ανθρώπου δείχνουν ότι ο άνθρωπος έχει καταξιωθεί από το Άγιο Πνεύμα και παρουσιάζει στοιχεία πραότητος, ησυχίας, ταπεινοφροσύνης και αποχή πονηρών σκέψεων και πράξεων, ενώ στο Βαρνάβα είναι έντονη η διασύνδεση του Πνεύματος με τον Κύριο, εξ ου και ονομάζεται Πνεύμα Κυρίου.

Χριστολογία: Οι Αποστολικοί Πατέρες για την προΰπαρξη του Υιού και τη θεότητά του παρέχουν ικανές μαρτυρίες. Κύριος σκοπός των χριστολογικών αναφορών είναι να στηρίξουν τους πιστούς για το έργο που επιτελεί το γεγονός της σαρκώσεως και συνάμα η προσπάθεια να αντιμετωπιστούν οι δοκητικές πλάνες. Ο Ιγνάτιος είναι ο πρώτος μεταποστολικός συγγραφέας που μας έγραψε γα τη διττή φύση του Χριστού.

Η επιστολή του ψευδο-Βαρνάβα αρχικώς κατανοεί τη βιβλική φράση "ποιήσωμεν κατ εικόνα και καθ' ομοίωσιν ημών τον άνθρωπον" ως λόγο του Θεού Πατρός προς τον Υιό. Μάλιστα ο Υιός του Θεού, που προϋπήρχε και συμμετείχε στο δημιουργικό έργο, "ήλθεν εν σαρκί". Κατά τον Κλήμεντα το σκήπτρο της μεγαλοσύνης του Θεού, ο Χριστός, ήλθε ως ταπεινός άνθρωπος, όπως το Άγιο Πνεύμα είχε πει.

Ο Κλήμης όμως προχωρά ένα βήμα παραπέρα. Ο Ιησούς είναι αυτός στον οποίο ανήκει η δόξα και η μεγαλοσύνη, η τιμή και το κράτος, νυν και στους αιώνες των αιώνων. Ο Πατήρ δοξάζεται δια μέσου του Υιού, ενώ σε μερικά χωρία του Κλήμεντος αναφέρεται πως η δοξολογία των πιστών απευθύνεται και αποκλειστικά προς τον Υιό. Η αναφορά αυτής της δοξολογίας είναι απόδειξη της θεότητας του Υιού.

Ο Ιγνάτιος γενικώς προτιμά μία άκρως αποφατική θεολογία για να περιγράψει το φαινόμενο της ύπαρξης και της σαρκώσεως του Υιού. Η αποφατικότητα αυτή καταδεικνύει και την ανομοιότητα της κτιστής πραγματικότητας από την άκτιστη θεϊκή. Έτσι η σάρκωσή Του Υιού "εν ησυχία Θεού επράχθη", όπως και η προέλευσή Του. Ο Ιησούς Χριστός λοιπόν είναι Θεός  ("...εν θελήματι του Πατρός και Ιησού Χριστού του Θεού ημών") το πάθος του είναι πάθος Θεού και ο άρτος της ευχαριστίας είναι άρτος Θεού όπως και ο οίνος, αίμα Θεού.

Το εντυπωσιακότερο κομμάτι στη χριστολογία των αποστολικών πατέρων βρίσκεται στον άγιο Ιγνάτιο. Και αυτό διότι αναφέρεται με σαφήνεια στις δύο φύσεις του Χριστού. Αναφέρει χαρακτηριστικά: "Εις ιατρός εστί, σαρκικός τε και πνευματικός, γενητός και αγέννητος, εν σαρκί γενόμενος θεός, εν θανάτω ζωή αληθινή, και εκ Μαρίας και εκ Θεού, πρώτον παθητός και τότε απαθής, Ιησούς Χριστός ο Κύριος ημών", "Τον υπέρ καιρόν προσδόκα, τον άχρονον, τον αόρατον, τον δι ημάς ορατόν, τον αψηλάφητον, τον απαθή, τον δι υμάς υπομείναντα". Είναι χαρακτηριστικά και ιδιαίτερα περιεκτικά τα χωρία αυτά, καθώς αναφέρονται στις δύο φύσεις του Χριστού, στον τρόπο σαρκώσεως, στην αντίδοση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων και στην ενότητα και διαφορότητα Πατρός και Υιού. Επιπρόσθετα απευθυνόμενος προς τον Πολύκαρπο, ερμηνεύει την πραγματικότητα της θείας φύσης του Χριστού, τις ιδιότητές της και την αλήθεια της ανθρωπότητάς του και τις ιδιαιτερότητές της.

Είναι χαρακτηριστικό επίσης, πως για τον Ιγνάτιο οποιαδήποτε αποθεοποίηση του Χριστού αποθεμελιώνει τη χριστιανική πίστη, ενώ με αυτόν τον τρόπο καταδικάζει και τη δοκητική πλάνη που αμφισβητούσε την πραγματικότητα της ανθρώπινης φύσης του Ιησού. Θεότητα λοιπόν και ανθρωπότητα ενυπάρχουν στο ένα πρόσωπο του Ιησού. Γι αυτό και ο Χριστός είναι υιός ανθρώπου και υιός Θεού. Ο Χριστός ήλθε για να φέρει την καινή ζωή και τη σωτηρία, ενώ θεωρεί πως Ιουδαϊσμός και λόγοι του Ιησού, βρίσκονται σε πλήρη αντιδιαστολή.

Ο Κλήμης πάλι στην ανθρώπινη φύση του Χριστού αναφέρεται ελάχιστα. Τη θεωρεί ως έσχατο σημείο ταπείνωσης και οδό για τη ζωή των πιστών. Το ίδιο περιστασιακή είναι και η αναφορά στην Επιστολή Βαρνάβα. Η σάρκωση προσφέρει τη ριζική ανακαίνιση και αναπλάθει τον άνθρωπο, ενώ καταργεί το κράτος του θανάτου. 

Στην περίπτωση του ψευδό-Βαρνάβα πάντως βλέπουμε μία Χριστολογία με πνευματολογικές προεκτάσεις, ενώ στον Ερμά είναι αρκετά πολύπλοκη, ακόμα και αντιφατική, πιθανώς διότι η θεολογία στο σύγγραμμα αυτό έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Ο ίδιος χαρακτηρίζεται επίσης από τη λεγόμενη πνευματολογική ή και αγγελολογική χριστολογία, αφού φαίνονται κάποιες ταυτίσεις του Χριστού με τον Άγγελο Μιχαήλ. Από την άλλη πλευρά ο Χριστός όμως είναι και προγενέστερος της κτίσεως. Οπότε μοιραία εγείρονται ερωτήματα για τις θεολογικές δυνατότητές του. Ο Ερμάς διαφαίνεται να μιλά για θεολογική δυάδα και όχι τριάδα. Πατήρ και Πνεύμα δηλαδή είναι δυάς και ο Χριστός είναι άνθρωπος που μέσα του κατοίκησε το Πνεύμα. Πάντως εκφράζονται και άλλες απόψεις κατά τις οποίες ο όρος Πνεύμα έχει και διαφορετική έννοια από το Άγιο Πνεύμα. Η λέξη πνεύμα εν προκειμένω μιλά για το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας τριάδας, προτού σαρκωθεί, λαμβάνοντας διαφορετική θέση από το Πνεύμα το Άγιο, που είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας.

Πέρα των προλεγομένων κοινή είναι η γραμμή σε όλους τους Αποστολικούς Πατέρες, ότι ο Χριστός είναι ο σωτήρας της ανθρωπότητας, ο οποίος την έβγαλε από το σκότος και την αγνωσία, φανέρωσε την καινή κτίση και παρέδωσε την Εκκλησία, που είναι η συνέχιση του έργου Του. Ο άνθρωπος πλέον δύναται να ακολουθήσει το θείο Λόγο, ενώ στόχος του χριστιανού είναι η ένωση με το Χριστό.

Εκκλησιολογία: Η εκκλησιολογία των Αποστολικών Πατέρων είναι προέκταση της εκκλησιολογίας του Αποστόλου Παύλου. Κεντρικό σημείο της αποτελεί η νέα κατάσταση που φέρει στον κόσμο, τη νέα πραγματικότητα στην καθολική και τοπική της παρουσία. Γι αυτό και οι Αποστολικοί πατέρες δε φείδονται κοσμητικών επιθέτων. Αντιθέτως χρησιμοποιούν τις πιο εκλεκτές λέξεις για να την περιγράψουν. Η Εκκλησία έτσι είναι "ευλογημένη, αξιομακάριστος, αγία, εκλεκτή και αξιόθεος, ηγαπημένη και πεφωτισμένη, αξιοπρεπής, αξιομακάριστος, αξιέπαινος, αξιοεπίτευκτος, αξιόαγνος, θεοπρεπέστατη, αγιοφόρος, ηλεημένη εν παντι χαρίσματι, πεπληρωμένη εν πίστη και αγάπη" κ.α.

Η Εκκλησία στο σύστημα του Ιγνατίου είναι το όργανο που συνεχίζει το έργο του Ιησού στο κόσμο. Συνεχίζει το απολυτρωτικό Του έργο και είναι απόδειξη της αδιάκοπης παρουσίας Του. Γι αυτό και κατέχει ολόκληρη τη χάρη. Στον Κλήμη και στον Ποιμένα, όπως και στον Ιγνάτιο, η Εκκλησία υπάρχει αϊδίως στη βουλή του Θεού και είναι προορισμένη "προ αιώνων δια παντός εις δόξα παράνομον". Η Εκκλησία είναι άνωθεν διδόμενη και αποκαλύφθηκε στην ιστορία όταν σαρκώθηκε ο Υιός του Θεού. Κατά τον Ποιμένα υπάρχει από την αρχή της δημιουργίας, αλλά και προ αυτής. Η διδαχή επίσης μας επισημαίνει τη διπλή φύση της Εκκλησίας καθώς είναι μυστήριο θείο και κοσμικό.

Στο εκκλησιαστικό σύστημα των απολογητών, εξαίρεται το ορατό κομμάτι της Εκκλησίας, η οποία καλεί τους πιστούς να γευθούν το αόρατο. Δηλαδή πάντοτε έχουν στραμμένα τα μάτια τους στην ιστορική ύπαρξη της Εκκλησίας, που μέλος είναι όποιος έχει εναρμονίσει τη ζωή του με τα διδάγματά της. Ο όρος Εκκλησία κυρίως τονίζει τον τοπικό χαρακτήρα της Εκκλησίας, αλλά και τον καθολικό και οικουμενικό. Η καθολικότητα και η οικουμενικότητα είναι συστατικά της ταυτότητάς της. Η καθολικότητα αυτή εντοπίζεται στη σάρκωση του Υιού και την αλήθεια την οποία βιώνει και όχι στις διαστάσεις της.

Σημαντικό σημείο στην εκκλησιολογία των Αποστολικών πατέρων είναι ενότητα της Εκκλησίας. Αυτή είναι θείο δώρο, λόγω της παροχής χάριτος από τον Ιησού Χριστό. Η ενότητα αυτή δεν μπορεί όμως να παραβληθεί με ανθρώπινα μέτρα, διότι δεν είναι προϊόν εξωτερικής συμφωνίας, αλλά εσωτερικής. Αυτή η ενότητα οδηγεί τα μέλη της να μην είναι αυτονομημένα και απομονωμένα, αλλά σύμφωνα σε ένα κοινό ενιαίο σώμα το οποίο αποτελεί "μία προσευχή, μία δέησις, ένας νους, μία ελπίς εν αγάπη, εν τη χαρά αμώμω, ο εστίν Ιησούς Χριστός, ου άμεινον ουδέν εστίν. Πάντες ως εις ένα ναόν συντρέχουν Θεού, ως επί εν θυσιαστήριον, επί ένα Ιησούν Χριστόν, τον αφ ενός Πατρός προελθόντα και εις ένα όντα και χωρήσαντα". Η ενότητα αυτή όμως έχει ανάγκη και κάποιο εξωτερικό κριτήριο, το οποίο συγκροτείται από την ομόνοια επισκόπου-πρεσβυτέρων και λαού, με τον πρώτο να εγγυάται την οδό της ενότητας, καθώς είναι η δύναμη εκείνη που έχει τη χαρισματική ευθύνη της συνοχής και της συγκρότησης του σώματος. Ο Επίσκοπος τελικά είναι η ορατή εικόνα και το σύμβολο της ενότητας, καθώς έχει το λειτούργημα και το χάρισμα της ομόνοιας. Η ενότητα και η πληρότητα αυτή, πληρώνεται με την ευχαριστιακή κοινωνία.

Μυστήρια: Βασικό μέλημα της διδασκαλίας των Αποστολικών Πατέρων είναι να καταγραφεί το περιεχόμενο της νέας ζωής της Εκκλησίας και η νέα μοναδική σχέση του ανθρώπου με το Θεό. Έτσι βασικό ζήτημα αποβαίνει η μυστηριακή ζωή και σχέση των μελών της Εκκλησίας. Το Βάπτισμα είναι η απαρχή της καινής ζωής και της σωτηρίας του ανθρώπου, το οποίο παρέχει άφεσιν αμαρτιών. Ο άνθρωπος νεκρώνει την αμαρτία και λαμβάνει νέα ζωή. Τελείται στο όνομα της Αγίας Τριάδας και παύει το φθαρτό και ασθενές της ανθρώπινης φύσεως. Σε πολλά σημεία το μυστήριο λαμβάνει την έννοια της σφραγίδος. Η σφραγίδα ως σύμβολο παρατηρείται αρκετές φορές στην Παλαιά Διαθήκη και το νόημά της είναι να καταδείξει την ιδιαιτερότητα της χριστιανικής ζωής. Η εισαγωγή τελικά στο σώμα της Εκκλησίας δεν είναι μία ατομική υπόθεση, αλλά κοινωνική και συλλογική.

Το έτερο μυστήριο που αναφέρεται στους Αποστολικούς Πατέρες είναι η Θεία Ευχαριστία. Το μυστήριο αυτό παρέχει την ενότητα της κοινότητας, ενώ συνάμα είναι ζωτικός παράγοντας για την νέα ύπαρξη του ανθρώπου. Όπως ο άνθρωπος έχει ανάγκη για υλική τροφή, έτσι έχει ανάγκη για πνευματική, που εν προκειμένω είναι η ευχαριστιακή τροφή του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας. Η μετοχή στο Δείπνο του Κυρίου "κατασκηνώνει" στις καρδιές των ανθρώπων τον Κύριο και χαρίζει γνώση, πίστη και αθανασία. Η Θεία Κοινωνία είναι θυσία για τα δοκιμασμένα μέλη, αλλά εν καθαρά καρδία και προεξομολογησάμενοι τα παραπτώματα.

Η Θεία Ευχαριστία δεν αποτελεί απλώς οίνο και άρτο, ή σύμβολα της σαρκός και του αίματος του Κυρίου. Είναι "μία σαρξ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού", "εν θυσιαστήριον", "εν ποτήριον εις ένωσιν του αίματος αυτού". Άρνηση της ευχαριστίας σημαίνει πνευματικό θάνατο, διότι δεν παρέχεται το φάρμακο της αθανασίας, το αντίδοτο του μη αποθανείν. Αυτό συμβαίνει διότι η σάρκα του Χριστού ενώθηκε με τη θεία υπόσταση και γι αυτό παρέχει τα χαρίσματα της θεϊκής υποστάσεως, όπως αθανασία, αφθαρσία, αγιότητα καθώς ο άρτος και ο οίνος πραγματικά μετατρέπονται σε σάρκα και αίμα Χριστού.

Η εισαγωγή στην Εκκλησία αποτελεί είδος μετάνοιας. Ο χριστιανός δοκιμάζει πολλές πίκρες και πτώσεις και έτσι καλείται σε διαρκή επάνοδο. Για τη θεραπεία αυτή ο Κλήμης προτρέπει να μετέλθουν οι χριστιανοί τον ευκλεή αγώνα, να ατενίσουν το αίμα του Χριστού και τη θυσία Του, που έγινε προς μετάνοια δική μας. Η μετάνοια μάλιστα ήταν κάτι που από την Παλαιά Διαθήκη είχε εφαρμοστεί. Ο Κλήμης σε μεγάλο μέρος της Α' προς Κορινθίους καλεί και προτρέπει σε μετάνοια, που είναι το θεμέλιο του χριστιανικού ήθους. Η μετάνοια αυτή τόσο στον ψευδο-Βαρνάβα, όσο και τον Κλήμη και τον Ιγνάτιο εκδηλώνεται με την εξομολόγηση. Αυτό διότι η αμαρτία συνδέεται άρρηκτα με την ενότητα του ποιμνίου.

Η μυστηριακή και εκκλησιαστική ζωή, οδηγεί στη μυστική εν Χριστώ ζωή. Μετά τον Παύλο και τον Ιωάννη, ο Ιγνάτιος σημειώνει μία ορολογία που απηχεί την εσωτερική μυστική κατάσταση για τη μετοχή στο Θείο. Ο Κλήμης επίσης αναφέρεται σε αυτή την ένωση προσδίδοντας και ένα επιπρόσθετο στοιχείο. Την κίνηση του ανθρώπου και του Θεού συνάμα, προς επίτευξη της μυστικής ενώσεως.

Πολίτευμα και οργάνωση της Εκκλησίας: Ο επίσκοπος λοιπόν την εποχή αυτή είναι ο προεστός της λατρευτικής σύναξης, ο υπεύθυνος για την ενότητα και τη συγκρότηση του σώματος της Εκκλησίας, ο χαρισματικός ηγέτης που έλαβε το χάρισμα από τον Κύριο να συνάγει τους πιστούς και να τους προφυλάσσει από την πλάνη. Η υπακοή τελικά στον επίσκοπο, είναι υπακοή στον ίδιο τον Κύριο, εφόσον ο επίσκοπος έχει την ορθή ομολογία, αφού ο επίσκοπος είναι εις τόπο και τύπο Χριστού.

Τον Κλήμεντα Ρώμης και την Διδαχή παραλαμβάνουμε επίσης μερικά ακόμα στοιχεία. Στα δύο αυτά κείμενα λαμβάνουμε πληροφορίες πως οι Απόστολοι εγκαθιστούσαν επισκόπους και διακόνους κατά τόπους. Οι Απόστολοι δηλαδή μεριμνούσαν για την τοπική ζωή των εκκλησιών. Στην περίπτωση του Κλήμεντος όμως έχουμε ένα μοντέλο Θεός-Ιησούς-Απόστολοι-επίσκοποι, διάκονοι, όπου εξαίρεται η συνέχεια της ζωής της χάριτος μέσα στην Εκκλησία. Αυτοί που θα εκλέγονται μάλιστα στο ιερατείο θα πρέπει να είναι ελλόγιμοι και δεδοκιμασμένοι. Οι επίσκοποι λοιπόν προφανώς ήσαν υπεύθυνοι για την οργάνωση των τοπικών εκκλησιών. Ο όρος αυτός βέβαια υπέθετε διοικητικό και ιερατικό βαθμό, αλλά η ορολογία ακόμα δε φαίνεται να έχει παγιωθεί. Η περίοδος που γράφονται οι επιστολές αυτές άλλωστε είναι αναμφίβολα μεταβατική, αφού αναφέρονται και οι θεσμοί των προφητών και των διδασκάλων. Στην περίπτωση όμως του Ιγνατίου φαίνεται πως η μετάβαση αυτή έχει ολοκληρωθεί, καθώς δεν έχουμε πια διασύνδεση του επισκόπου με τον πρεσβύτερο. Έτσι παρατηρούμε μέσα από τη γραμματεία των Αποστολικών πατέρων, πως η εποχή τους, είναι το μεταβατικό στάδιο όπου παγιώνεται το εκκλησιαστικό πολίτευμα, καθώς οι Απόστολοι αποχωρούν από το προσκήνιο. Τη διοικητική, ιερατική και ποιμαντική πλέον μέριμνα την αναλαμβάνουν οι τρεις βαθμοί της ιεροσύνης. Μέσα από τις επιστολές τελικά εξάγεται ότι στη μεταποστολική εποχή υπάρχει μία βαθειά συνείδηση ότι οι τρεις αυτοί θεσμοί έχουν μια μοναδική πνευματική εξουσία που τους προσφέρεται με τη χειροτονία ως χάρη Θεού για να συνεχίσουν το σωστικό και αγιαστικό έργο του Χριστού. 

Εσχατολογία: Η εσχατολογία των Αποστολικών πατέρων εναρμονίζεται με την εσχατολογία της Καινής Διαθήκης, με επιρροές όμως από την αντίστοιχη διδασκαλία του Ιουδαϊσμού. Η συντέλεια λοιπόν του κόσμου είναι μια κατάσταση που αναμένεται να έρθει συντόμως. Έτσι η όλη διδασκαλία αλλά και η λατρεία της Εκκλησίας κινείτο μέσα σε αυτό το πνεύμα. Η αναμονή της βασιλείας του Θεού λειτουργεί ως πρόκληση και πρόσκληση για τη χριστιανική ζωή. Η εγρήγορση προετοιμάζει τη ζωή της κληρονομίας και αυτή προσδιορίζεται από την ελεύθερη θέληση του ανθρώπου, να μετέχει και να τηρεί το ευαγγέλιο, ώστε ο ίδιος να προδικάζει το μέλλον του. Στη Διδαχή θα λέγαμε ότι παρουσιάζεται συνοπτικά η προσδοκία της Εκκλησίας για την έσχατη κατάσταση.

Ο χρόνος της δεύτερης ελεύσεως είναι άγνωστος. Το μόνο που είναι γνωστό είναι πως ο άνθρωπος πρέπει να είναι σε εγρήγορση. Λίγο πριν το τέλος η ανομία και η αμαρτία θα αυξηθεί και ο ψευδοθεός που θα παρουσιαστεί θα πράξει σημεία για να πλανεύσει την ανθρωπότητα. Οι πιστοί θα περάσουν από δοκιμασίες. Τότε θα εμφανιστούν τα σημεία του Θεού και της αλήθειας. Εν ριπή οφθαλμού θα γίνει η φανέρωση του Χριστού και θα επακολουθήσει η μέλλουσα κρίση. Οι άνθρωποι θα αναστηθούν, διότι ο Ιησούς άνοιξε το δρόμο με την ανάστασή Του, κατά τον Κλήμη.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η Επιστολή Βαρνάβα, η οποία κάνει υπολογισμούς για το τέλος της φυσικής ιστορίας. Οι ημέρες λοιπόν της δημιουργίας ισοδυναμούν με χίλια έτη. Εν συνεχεία θα έρθει η έβδομη ημέρα που είναι η ημέρα που θα παύσει η ανομία και θα κριθεί ο κόσμος. Ο καιρός αυτός πλησιάζει κατά τον ψευδο-Βαρνάβα αφού το μεγαλύτερο μέρος της έκτης χιλιετίας είχε περάσει. Την έβδομη μέρα θα διαδεχθεί η 8η η οποία θα είναι άλλου κόσμου αρχή.

Η γραμματεία των Αποστολικών Πατέρων: Προς Διόγνητον Επιστολή, Α΄ Επιστολή Κλήμεντος (Προς Κορινθίους), Β΄ Επιστολή Κλήμεντος (Προς Κορινθίους), Διδαχή των Αποστόλων, Επιστολή Βαρνάβα, Οι Επτά Επιστολές του Ιγνατίου, Επιστολή προς Φιλιππησίους Αγίου Πολυκάρπου Σμύρνης, Μαρτύριο Πολυκάρπου και ο Ποιμήν του Ερμά. (Πηγή: Orthodoxwiki)

2022/01/02

ΟΝΟΜΑΣΤΗΡΙΑ ΑΡΧΙΕΡΕΩΣ

Την 20η του μηνός Δεκεμβρίου, Κυριακή προ των Χριστουγέννων, κατά την οποία η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του Αποστολικού Πατρός Αγίου Ιγνατίου, εόρτασε τα ονομαστήριά του ο Σεβ/τος Μητροπολίτης Φθιώτιδος και Έξαρχος Θεσσαλίας κ.κ. Ιγνάτιος. Ο εορτάζων Αρχιερεύς χοροστάτησε στην εόρτια Θεία Λειτουργία συμπαραστατούμενος υπό του Σεβ/του Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Ιακώβου και υπό του Παν/του Ιερομονάχου π. Ευθυμίου Κωτούλα στην Ιερά Μονή Παναγίας Γοργοϋπηκόου Γοργοποτάμου Λαμίας. Έψαλε ο καλλικέλαδος χορός της Μονής ενώ προσήλθαν πολλοί πιστοί από διάφορες περιοχές που διαποιμένει ο Μητροπολίτης κ. Ιγνάτιος για να τιμήσουν την μνήμη του Θεοφόρου Πατρός Ιγνατίου και τον Ποιμενάρχη τους. Άπαντες φιλοξενήθηκαν από την αδελφότητα της Ιεράς Μονής.