Η Αγία Μαρκέλλα η Χιοπολίτιδα
Η μακαρία και άσπιλη νύμφη του Χριστού Μαρκέλλα καταγόταν από τη νήσο Χίο. Γεννήθηκε στο χωριό Βολισσός από γονείς Χριστιανούς και ευκατάστατους. Είναι άγνωστη η χρονική περίοδος της ζωής της. Περίπου το 300 μ.Χ. αναγνωρίζεται και κηρύσσεται Αγία και μάρτυς στο νησί της Χίου, αφού τέλεσε και τελεί θαύματα σε όσους με πίστη ζητούν τη μεσιτεία της.
Η ευλογημένη Μαρκέλλα ήταν μοναχοκόρη και από πολύ μικρή έμεινε ορφανή από μητέρα. Ο πατέρας της την αγαπούσε ιδιαίτερα και ήθελε, ως άρχοντας που ήταν, να τη μεγαλώσει όσο καλύτερα μπορούσε. Την κρατούσε μακριά από συναναστροφές που θα μπορούσαν να βλάψουν την αγνή ψυχή της. Μέρα και νύχτα ήταν κοντά της. Εκείνη σεμνή, φιλόθρησκη, φίλεργη, καταγινόταν με τα οικιακά και με την προσευχή που είχε διδαχτεί από τη μητέρα της. Έτρεφε μεγάλο σεβασμό και αγάπη για τον πατέρα της. Τον παρηγορούσε και τον συμπονούσε. Όσο μεγάλωνε αποκτούσε όλα τα χαρίσματα της μητέρας της. Το φυσικό της κάλλος, η καλοσύνη της και οι αρετές της ήταν μοναδικά και οι συγχωριανοί της την αγαπούσαν πολύ.
Ξαφνικά ο πατέρας της έπεσε σε μεγάλη μελαγχολία. Έγινε σκληρός απέναντί της και άρχισε να τη στενοχωρεί χωρίς λόγο. Η Αγία Μαρκέλλα με δάκρυα προσευχόταν για τη θεραπεία του. Κλαίγοντας την έπαιρνε ο ύπνος εμπρός στην εικόνα της Παναγίας για να ξυπνά απότομα από τις άγριες φωνές του πατέρα της, οποίος είχε κυριευθεί από το δαιμόνιο της πορνείας. Πλέον η συνείδησή του ήταν διεστραμμένη και δεν έβλεπε τη Μαρκέλλα σαν κόρη του, αλλά σαν γυναίκα. Έκανε αισχρούς λογισμούς, τους οποίους προσπαθούσε να πολεμήσει χωρίς να τα καταφέρει. Άρχισε να της μιλά γλυκά και η Μαρκέλλα νόμισε ότι θεραπεύτηκε και με δάκρυα χαράς ευχαριστούσε την Παναγία. Όμως σύντομα αντιλήφθηκε τους σκοπούς του, καθώς και τον κίνδυνο που διέτρεχε τόσο για την τιμή, όσο και για τη ζωή της.
Προσπαθούσε να τον αποφεύγει όσο ήταν δυνατόν και οι γείτονες που είχαν καταλάβει τι συνέβαινε δε μιλούσαν πια στον κυριευμένο από το πάθος άρχοντα. Μια ημέρα ένας βοσκός που βοσκούσε τα πρόβατά του στο ακρωτήρι του χωριού άκουσε θόρυβο. Ξαφνικά είδε ένα κορίτσι ξυπόλυτο, αναμαλλιασμένο, με το φόρεμα σκισμένο να τρέχει και να κρύβεται σε μια μεγάλη βάτο, αψηφώντας τα αγκάθια της. Αμέσως άκουσε καλπασμό αλόγου. Ήταν ο πατέρας της που την έψαχνε σε έξαλλη κατάσταση. Ρώτησε το βοσκό αν την είδε και εκείνος από φόβο προς τον άρχοντα του έδειξε τη βάτο. Άρχισε να τη φωνάζει, αλλά εκείνη δεν έβγαινε. Τότε χωρίς δισταγμό έβαλε φωτιά στη βάτο για να την αναγκάσει να εξέλθει. Όταν οι φλόγες κύκλωσαν την άμοιρη κόρη, τότε εκείνη πέρασε, χωρίς να σκεφτεί τα αγκάθια καταματωμένη από το άλλο μέρος και πριν προλάβει ο πατέρας της, άρχισε να τρέχει πίσω στα μυτερά βράχια της ακροθαλασσιάς. Προσευχόμενη συνέχεια, έτρεχε, ενώ το αίμα κυλούσε από όλο το σώμα της. Ξαφνικά αισθάνθηκε ένα τρομερό πόνο στο πόδι. Σταμάτησε, έβγαλε τη σαΐτα που της κάρφωσε ο πατέρας της και συνέχισε να τρέχει, ενώ πυκνό αίμα ανέβλυζε από την πληγή της. Τα βράχια κοκκίνισαν από το αίμα της μάρτυρος Μαρκέλλας. Τα αιματόχροα χαλίκια, που σώζονται μέχρι σήμερα και τα χρησιμοποιούν οι πιστοί για ιαματικούς σκοπούς, δείχνουν τη μαρτυρική πορεία της αγνής κόρης.
Ο διεστραμμένος πατέρας της πλησίαζε και η Αγία Μαρκέλλα συνέχισε να προσεύχεται στην Παναγία μην αντέχοντας άλλο. Την ίδια στιγμή έγινε το θαύμα. Ο βράχος που πατούσε χώρισε στα δύο και δέχθηκε μέχρι τη μέση το αγνό σώμα της κόρης. Ο πατέρας της έβγαζε αφρούς από το στόμα και τα μάτια του ήταν κατακόκκινα και δαιμονισμένα. Απεγνωσμένα προσπαθούσε να τραβήξει έξω από το βράχο τη Μαρκέλλα. Ο βράχος όμως αντιστεκόταν, πιο στοργικός από την καρδιά του άσπλαχνου πατέρα και δεν του παρέδιδε την κόρη. Τότε ο θολωμένος πατέρας της, τράβηξε το μαχαίρι του και με λύσσα έκοψε τους μαστούς της. Το αίμα πήδηξε από το στήθος της κόρης του και τον περιέλουσε. Μεθυσμένος από το ακόρεστο πάθος του, την άρπαξε από τα μαλλιά, της έκοψε το κεφάλι και το πέταξε στη θάλασσα. Αμέσως η φύση αγρίεψε. Η θάλασσα, στο μέρος που έπεσε το κεφάλι της συνετής παρθένου, κοκκίνισε. Ο παιδοκτόνος το έβαλε στα πόδια και άρχισε να τρέχει σαν δαιμονισμένος.
Μετά από πολλά χρόνια στο μέρος της βάτου οι Χριστιανοί έκτισαν έναν ωραίο Ναό προς τιμήν της Παρθενομάρτυρος Μαρκέλλας, ενώ ο Θεός ευλόγησε το σημείο που έγινε το έγκλημα, με ένα θαυματουργό αγίασμα, μια πηγή που αναβλύζει διαρκώς ιαματικό νερό για κάθε πάθηση. Στον τόπο του μαρτυρίου με δέος προσέρχονται οι προσκυνητές από όλη τη Χίο, την Ελλάδα και το εξωτερικό για να θεραπευθούν. Το νερό πάνω στα βράχια αυτά, όταν ο ιερέας διαβάζει τον αγιασμό, αρχίζει να βράζει. Μόλις ο ιερέας αρχίζει να ψάλλει την Παράκληση της Αγίας αρχίζουν να ανεβαίνουν φυσαλίδες και ταυτόχρονα το νερό γίνεται θερμό, οπότε και λαμβάνουν από αυτό οι Χριστιανοί προς ίαση των ασθενειών τους, επικαλούμενοι τη βοήθειά της. Η Παρθενομάρτυς Αγία Μαρκέλλα τέλεσε και τελεί μέχρι σήμερα πολλά θαύματα. Η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη της την 22 Ιουλίου.