Από την τελευταία φορά που εόρτασε ο αοίδιμος Πρωθιεράρχης των Γ.ΟΧ., Μητροπολίτης Θηβών και Λεβαδείας κυρός Χρυσόστομος (+16/1 τ.ε.) τα ονομαστήρια του στην Ι.Μ. Οσίων Αγιορειτών Πατέρων Οινόης της οποίας υπήρξε Καθηγούμενος. Άφηνε τις τελευταίες πνευματικές παρακαταθήκες του με αγωνία για την πρόοδο της Εκκλησίας και την σωτηρία αθανάτων ψυχών υπέρ των οποίων ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός έπαθε, εσταυρώθη και ετάφη. Έβαλε μετάνοια προς όλους και προείδε την αναχώρηση του από τα επίγεια. Μόλις δύο μήνες αργότερα απήλθε προς Κύριον, στην αληθινή ζωή. Το ερχόμενο Ιανουάριο θα συμπληρωθεί ένας χρόνος από την οσιακή κοίμηση του. Του αείμνηστου Μητροπολίτου Θηβών κυρού Χρυσοστόμου είη αιωνία η μνήμη κι ας έχουμε την ευχή του!
Τα προσόντα που πρέπει να έχουν ιδίως οι επίσκοποι
(Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου Αρχιεπισκόπου Κων/πόλεως)
Επειδή πρόκειται ν’ ασχοληθεί με το θέμα της επισκοπής, δείχνει κατά τρόπο απόλυτο ποιος πρέπει να είναι ο επίσκοπος, δίνοντας αυτή την παραίνεση όχι υπό τη μορφή εκείνη που συμβουλεύει τον Τιμόθεο, αλλά σα να απευθύνεται προς όλους και ρυθμίζοντας μέσω εκείνου όλους. Και τί λέγει; «Αν κανείς επιθυμεί επισκοπή», δεν το κατηγορώ, λέγει, γιατί είναι έργο προστασίας. Αν κάποιος έχει αυτή την επιθυμία, ώστε να μην επιθυμεί μόνο την εξουσία και την αυθεντικότητα, αλλά τη φροντίδα, δεν το κατηγορώ «γιατί καλό έργο επιθυμεί», λέγει. Γιατί και ο Μωϋσής το επιθύμησε αυτό, αλλ΄ όχι την εξουσία, και έτσι την επιθύμησε, ώστε ν’ ακούσει, «ποιός σε κατέστησε άρχοντα και δικαστή ανάμεσά μας;». Αν κάποιος την επιθύμησε έτσι ας την επιθυμεί, γιατί ονομάσθηκε επισκοπή, επειδή φροντίζει για όλους. «Πρέπει λοιπόν», λέγει, «ο επίσκοπος να είναι άμεπτος, άνδρας μιας γυναίκας». Δεν το λέγει αυτό νομοθετώντας, σαν να μη μπορεί να γίνει κανείς επίσκοπος χωρίς αυτό, αλλ΄ εμποδίζει την αμετρία. Επειδή στους Ιουδαίους ήταν δυνατό να συνάψουν και δεύτερο γάμο και να έχουν συγχρόνως δυό γυναίκες. «Γιατί ο γάμος είναι τίμιος». Μερικοί λένε ότι αυτό το είπε «για να έχει ο άνδρας μια γυναίκα». «Να είναι άμεμπτος». Κάθε αρετή συμπεριέλαβε, λέγοντας, «άμεμπτος». Ώστε, αν κάποιος συναισθάνεται κάποια αμαρτήματά του, δεν ενεργεί σωστά επιθυμώντας ένα πράγμα, από το οποίο απομάκρυνε τον εαυτό του με τα έργα του, ένας τέτοιος δεν πρέπει να άρχει, αλλά να άρχεται.
Πραγματικά ο άρχοντας πρέπει να είναι λαμπρότερος από κάθε λαμπτήρα και να έχει βίο ακηλίδωτο, ώστε όλοι να προσβλέπουν σ’ εκείνον και να συμμορφώνουν τη ζωή τους σύμφωνα με την δική του ζωή. Το κάνει αυτό όχι απλώς για να δώσει αυτήν την παραίνεση, αλλ΄ επειδή κι αυτός επρόκειτο να καταστήσει επισκόπους, πράγμα που συμβούλευε και στον Τίτο γράφοντας, και επειδή ήταν φυσικό πολλοί να επιθυμούν το πράγμα αυτό, γι’ αυτό τα παραγγέλλει αυτά. «Να είναι νηφάλιος», λέγει, δηλαδή διορατικός, έχοντας αμέτρητα μάτια από παντού, βλέποντας με οξύ μάτι και χωρίς να αμβλύνει το μάτι της διάνοιας. Γιατί πολλά είναι αυτά που συμπίπτουν και δεν αφήνουν το μάτι να βλέπει καθαρά και όπως έχουν τα πράγματα, καθόσον και λύπες και φροντίδες και πλήθος υποθέσεων και πολλά άλλα επισωρεύονται από παντού. Πρέπει λοιπόν να είναι άγρυπνος, χωρίς να μεριμνά μόνο για τα δικά του, αλλά και για των υπολοίπων. Πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση, να ζει ζωή πνευματική, να πνέει φωτιά, όπως θα λέγαμε, και περισσότερο από το στρατηγό νύχτα και μέρα να περιτρέχει το στράτευμα, να κοπιάζει και να το υπηρετεί, έχοντας τη μέριμνα και τη φροντίδα για όλους.
«Να είναι σώφρονας, κόσμιος, και φιλόξενος». Αυτά επειδή τα έχουν και πολλοί από τους αρχομένους (γιατί πρέπει και αυτοί να είναι ίσοι με τους άρχοντες σ’ αυτά), δείχνοντας το εξαίρετο των επισκόπων, πρόσθεσε, «να είναι διδακτικός», γιατί από αυτό ο αρχόμενος δεν έχει καθόλου ανάγκη. Αυτό περισσότερο από όλους πρέπει να το έχει εκείνος στον οποίο έχει δοθεί αυτή η εξουσία. «Να μη είναι πάροινος», δεν εννοεί εδώ τον μέθυσο, αλλά τον υβριστή, τον αυθάδη. «Ούτε να είναι πλήκτης», δεν εννοεί εκείνον που δε χτυπά με τα χέρια. Τί σημαίνει λοιπόν, «να μη είναι πλήκτης»; Επειδή υπάρχουν μερικοί που άκαιρα επιφέρουν πλήγματα στη συνείδηση των αδελφών, μου φαίνεται ότι αυτούς εννοεί εδώ. «Να μη είναι αισχροκερδής, αλλά να είναι επιεικής, άμαχος, αφιλάργυρος, να κυβερνάει καλά το σπίτι του, να έχει παιδιά υποτακτικά και με κάθε σεμνότητα». Αν λοιπόν αυτός που συνάπτει γάμο μεριμνά για τα πράγματα του κόσμου, ενώ ο επίσκοπος δεν πρέπει να μεριμνά για τα του κόσμου, πώς λέγει, «να είναι άνδρας μιας γυναίκας»; Μερικοί λοιπόν λένε, ότι υπαινίχθηκε εκείνον που μένει ελεύθερος από γυναίκα. Αν όμως δεν είναι αυτό, μπορεί να έχει γυναίκα και να είναι σαν να μην έχει. Τότε βέβαια αυτό σωστά το επέτρεψε, σύμφωνα με τη φύση του πράγματος που συνηθιζόταν τότε. Και είναι δυνατόν αυτό να το χειρισθεί κανείς σωστά, αν θέλει. Όπως ακριβώς ο πλούτος δύσκολα εισάγει στη βασιλεία των ουρανών, αλλά σε πολλές περιπτώσεις οι πλούσιοι εισήλθαν, έτσι και ο γάμος.
Αλλά πες μου, τί εννοείς μ’ αυτό; Μιλώντας για τον επίσκοπο έλεγε ότι αυτός δεν πρέπει να είναι μέθυσος, αλλά φιλόξενος, ενώ έπρεπε να πει μεγαλύτερα από αυτά. Γιατί λοιπόν δεν είπε ότι πρέπει ο επίσκοπος να είναι άγγελος, και να μην είναι δούλος κανενός ανθρώπινου πάθους; εκείνα τα μεγάλα που είπε ο Χριστός και τα οποία πρέπει και οι αρχόμενοι να τα έχουν, να έχουν δηλαδή σταυρωθεί και να έχουν πάντα την ψυχή στα χέρια; πράγμα που είπε και ο Χριστός, «ο ποιμήν ο καλός θυσιάζει τη ζωή του για τα πρόβατα», και πάλι, «αν κάποιος δε σηκώσει τον σταυρό του και δεν ακολουθήσει πίσω μου, δεν είναι άξιός μου», αλλά λέγει, «να μη είναι πάροινος»; Καλές είναι οι ελπίδες, αν ο επίσκοπος οφείλει να δίνει συμβουλές γι’ αυτά. Γιατί λοιπόν δεν είπες, ότι πρέπει αυτός από τη γη να μεταφερθεί στον ουρανό, αλλ΄ εκείνα που διέταξες στους κοσμικούς, αυτά δεν τα διατάσσεις στον επίσκοπο; Τί λέγει σε εκείνους; «Νεκρώσατε τα μέλη σας που είναι στη γη» και πάλι, «αυτός που πέθανε, έχει δικαιωθεί από την αμαρτία» και πάλι, «όσοι είναι του Χριστού, σταύρωσαν τη σάρκα» και ο Χριστός πάλι λέγει, «αν κάποιος δεν αποχωρισθεί όλα τα υπάρχοντά του, δεν είναι άξιός μου». Γιατί λοιπόν αυτά δεν τα είπε; Γιατί τέτοιοι λίγοι ήταν δυνατό να βρεθούν, είχαν όμως ανάγκη από πολλούς επισκόπους, και σε κάθε πόλη έπρεπε να υπάρχει ο επίσκοπος που θα προΐστατο.
Επειδή λοιπόν επρόκειτο να στηθούν παγίδες στην πορεία της Εκκλησίας, γι’ αυτό μίλησε για αρετή μετρημένη, και όχι για εκείνη την ανώτερη, την υψηλή, γιατί το «να είναι νηφάλιος και κόσμιος και σώφρονας», ήταν κάτι που το είχαν πολλοί. «Να έχει», λέγει, «τέκνα υποτακτικά με κάθε σεμνότητα». Πρέπει τα παραδείγματα να τα δίνει από το σπίτι του. Γιατί ποιος θα μπορούσε να πιστέψει ότι θα υποτάξει τον ξένο αυτός που δεν υπέταξε το γιό του; «Να κυβερνά καλά το σπίτι του». Αυτό το λένε και οι μη Χριστιανοί, ότι δηλαδή αυτός που είναι επιτήδειος στα οικονομικά θέματα, γρήγορα μπορεί να γίνει και πολιτικός. Γιατί τέτοιο πράγμα είναι και η εκκλησία, σαν μικρή οικία, και όπως στην οικία υπάρχουν παιδιά, γυναίκα, υπηρέτες, και όλων την διοίκηση αναλαμβάνει ο άνδρας, έτσι και στην εκκλησία τίποτε άλλο δεν υπάρχει, παρά αυτό, παιδιά, γυναίκες, υπηρέτες. Αν όμως ο προϊστάμενος της εκκλησίας έχει βοηθούς για τη διοίκησή της, αλλά και εκεί ο άνδρας έχει βοηθό τη γυναίκα. Αλλά πρέπει να φροντίζει εδώ για την διατροφή των χηρών και των παρθένων; Έχει και εκεί ο άνδρας τους δούλους, τις θυγατέρες. Άλλωστε είναι και ευκολότερο να διοικείς το σπίτι σου. Αυτός λοιπόν που δε διοίκησε καλά αυτά, πώς θα μπορέσει να διοικήσει τα πράγματα της Εκκλησίας;
Έπειτα, αφού είπε, «αν κάποιος δε γνωρίζει να διοικεί το σπίτι του πώς θα φροντίσει την Εκκλησία του Θεού;». «Να μη είναι νεόφυτος», λέγει. Δεν εννοεί τον νεώτερο εδώ, αλλά τον νεοκατήχητο, γιατί λέγει, «εγώ φύτεψα, ο Απολλώς πότισε, αλλ΄ ο θεός το αύξανε». Αυτόν λοιπόν θέλοντας να δηλώσει το είπε αυτό. Γιατί τί τον εμπόδιζε να πει, να μην είναι νεώτερος; Για ποιό λόγο, λέγει, αυτός χειροτόνησε επίσκοπο τον Τιμόθεο ενώ ήταν νεώτερος; Και το βεβαιώνει αυτό λέγοντας προς αυτόν, «κανένας ας μη περιφρονεί τη νεότητά σου». Γιατί γνώριζε ότι αυτός είχε πολλή αρετή, ότι η ζωή του ήταν ως προς όλα σωστή, πράγμα που το γνώριζε και το γράφει, λέγοντας «από βρέφος έμαθες τα ιερά γράμματα». Το ότι έκαμνε και σκληρή νηστεία το φανερώνουν τα λόγια, «να πίνεις λίγο κρασί εξ αιτίας των πυκνών ασθενειών σου» γράφοντας του μαζί με τα άλλα και αυτό, γιατί, αν δεν ήξερε ότι όλα αυτά θα τηρηθούν από τον Τιμόθεο, ούτε θα τα έγραφε ούτε θα παράγγελνε τέτοια στο μαθητή του. Επειδή λοιπόν πολλοί από τους ειδωλολάτρες προσήρχονταν τότε και βαπτίζονταν, μην οδηγείτε, λέγει, αμέσως στο βάρος της εξουσίας νεόφυτο, δηλαδή νεοκατήχητο.
Γιατί, αν γίνει γρήγορα δάσκαλος προτού γίνει μαθητής, φθάνει και σε αλαζονεία. Αν προτού μάθει να άρχεται γίνει άρχοντας, υπερηφανεύεται. Γι’ αυτό πρόσθεσε, «για να μην υπερηφανευθεί και πέσει στο αμάρτημα του διαβόλου», δηλαδή στην ίδια καταδίκη, την οποία εκείνος υπέστη από την αλαζονεία. Πρέπει όμως αυτός να έχει και καλή μαρτυρία από τους έξω, για να μη πέσει σε χλευασμό και σε παγίδα του διαβόλου. Σωστά, γιατί πρόκειται να χλευασθεί από αυτούς. Ίσως και γι’ αυτό είπε, «να είναι άνδρας μιας γυναίκας», αν και βέβαια λέγει αλλού, «θέλω όλοι οι άνθρωποι να είναι όπως και εγώ», δηλαδή εγκρατείς. Για να μη περιορίσει λοιπόν το πράγμα, αν ζητούσε συμπεριφορά τέλεια, γι’ αυτό ζήτησε αρετή μετρημένη. Γιατί έπρεπε σε κάθε πόλη να τοποθετήσει τον προϊστάμενο, άκουε αυτόν που γράφει στον Τίτο και λέγει, «για να τοποθετήσεις πρεσβυτέρους σε κάθε πόλη, όπως εγώ σε διέταξα». Τί λοιπόν αν έχει καλή μαρτυρία και καλή φήμη, όμως δεν είναι τέτοιος; Προ πάντων λοιπόν αυτό είναι δύσκολο, γιατί είναι αγαπητό να έχουν καλή φήμη στους εχθρούς αυτοί που είναι καλοί, τώρα όμως ούτε αυτό μόνο άφησε γιατί δεν είπε, «πρέπει αυτός να έχει μαρτυρία», αλλά, «πρέπει αυτός να έχει και μαρτυρία», δηλαδή μαζί με τα άλλα και αυτήν, όχι όμως μόνον αυτήν.
Τί λοιπόν αν αυτόν τον κατηγορούν άδικα και από φθόνο και μάλιστα επειδή είναι ειδωλολάτρες; Δεν είναι δυνατόν αυτό γιατί εκείνον που έχει βίον ανεπίληπτο και εκείνοι τον σέβονται. Πώς, λέγει; Άκουε αυτόν που λέγει για τον εαυτό του, «για δυσφημίες και ευφημίες». Δεν κατηγορούσαν δηλαδή τη ζωή τους, αλλά το κήρυγμα, γι’ αυτό λέγει, «για δυσφημίες». Σαν πλάνοι, σαν μάγοι συκοφαντούνταν εξ αιτίας του κηρύγματος. Κι αυτό το έκαμναν, γιατί δεν μπορούσαν να κατηγορήσουν τον τρόπο της ζωής τους. Γιατί δηλαδή δεν είπε κανένας για τους αποστόλους, ότι είναι πόρνοι και ασελγείς και πλεονέκτες, αλλά πλάνοι, πράγμα που αφορούσε μόνο το κήρυγμα; Άραγε όχι γιατί είχαν βίον ανεπίληπτο; Είναι ολοφάνερο, ότι γι’ αυτό.
Έτσι λοιπόν και εμείς να ζούμε, και κανένας δεν θα μας κακολογήσει, κι αν ακόμα είναι εχθρός, κι αν ακόμα είναι άπιστος. Γιατί εκείνος που έχει ζωή λαμπρή, είναι σεβαστός και σε εκείνους, γιατί η αλήθεια αποστομώνει και τους εχθρούς. Και πώς πέφτει σε παγίδα; Πέφτοντας πολλές φορές στα ίδια αμαρτήματα, στα οποία πέφτουν και εκείνοι. Γιατί, αν είναι τέτοιος, γρήγορα κι άλλη παγίδα θα του στήσει ο διάβολος, γρήγορα εκείνοι θα τον καταστρέψουν. Αν λοιπόν πρέπει να έχει μαρτυρία από τους εχθρούς, πολύ περισσότερο πρέπει να έχει και τη μαρτυρία από τους φίλους. Το ότι δεν είναι δυνατό να δυσφημισθεί ένας που ζει ζωή ανεπίληπτη, άκουε το Χριστό που λέγει «ας λάμψει το φως σας μπροστά στους ανθρώπους για να δουν τα καλά σας έργα και να δοξάσουν τον Πατέρα σας τον ουράνιο».
Τί λοιπόν, λέγει, αν συκοφαντείται και υπομένει στην περίπτωση αυτή τη συκοφαντία; Συμβαίνει βέβαια και αυτό. Δεν πρέπει ούτε αυτός να οδηγηθεί στη θέση του προϊσταμένου γιατί είναι μεγάλος ο φόβος. Πρέπει λοιπόν, λέγει, να έχει αυτός και καλή μαρτυρία. Να λάμψουν δηλαδή τα έργα σας. Όπως ακριβώς λοιπόν δεν μπορεί να πει κανείς σκοτεινό τον ήλιο, ούτε ο ίδιος ο τυφλός, γιατί ντρέπεται να εναντιώνεται στη γνώμη όλων, έτσι τον πάρα πολύ καλό δε θα μπορούσε κανένας να τον κατηγορήσει. Και για τα δόγματα βέβαια πολλές φορές θα μπορούσαν οι ειδωλολάτρες να τους διαβάλλουν, δε θα μπορούσαν όμως να τους κατηγορήσουν για την ορθή ζωή, αλλά μαζί με τους άλλους και τους θαυμάζουν και εκπλήττονται. (ΕΠΕ 23,273-283)