2012/01/04

«Θεοσεβείας μεν γαρ ίδιον μη αναγκάζειν, αλλά πείθειν»

Επίκαιρο παραμένει το άρθρο περί των «Αντισυνταγματικών και Αντιχριστιανικών διωγμών κατά των Γ.Ο.Χ.» από την Νεοημερολογητική Εκκλησία σφοδρώς κατά την δεκαετία του 1950 και οι οποίοι, κατά τόπους, συνεχίστηκαν ως και τις αρχές του 1990. Έκτοτε, τη συνεργεία του Αντιδίκου, παράλληλη δράση ανέλαβαν οι αποσχισθέντες εκ της Εκκλησίας συνεχίζοντας τον πόλεμο κατά της Μητρός Εκκλησίας ως και σήμερα. Ας ευχηθούμε ο μέλλων τεχθείν Κύριος να φωτίσει τους πολεμίους να παύσουν τα πολεμούν το Θείο Αυτού Καθίδρυμα, κυρίως προς δική τους ψυχική ωφέλεια, διότι –ας μην ξεχνούν- «πολλοί πολέμησαν την Εκκλησίαν και απώλοντο»! (Ιωάννης Χρυσόστομος) Το άρθρο δημοσίευσε ο αείμνηστος Πρωτοσύγκελος της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ελλάδος Πρωθιερεύς π. Ευγένιος Τόμπρος (+1982) στον «Κήρυκα Εκκλησίας Ορθοδόξων» το Φεβρουάριο του 1958.

Που δε άραγε της Ποιμαντικής εδραζομένης επί της Καινής Διαθήκης στηρίζεται ο διωγμός διά ζητήματα εκκλησιαστικά εν γένει και μάλιστα καθαράς θρησκευτικής συνειδήσεως; Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ο Ιδρυτής της Αγίας Εκκλησίας, ο καθηγιάσας αυτήν διά του Αίματος Αυτού, διωκόμενος και ουχί διώκων, διεκήρυξεν «Όστις Θέλει οπίσω μου ελθείν», δούς πλήρην ελευθερίαν και ουδέν βιάσας. Οι Απόστολοι εκήρυξαν καλέσαντες τους βουλομένους, ουδένα βιάσαντες. Και ο Κύριος και οι Απόστολοι ήσαν πάντοτε οι διωκόμενοι και ουδέποτε οι διώκοντες, ήσαν οι συλλαμβανόμενοι και ουδέποτε οι συλλαμβάνοντες, οι φυλακιζόμενοι και ουδέποτε οι φυλακίζοντες, οι δερόμενοι και ουχί οι δέροντες, οι λιθαζόμενοι και ουχί οι λιθάζοντες, οι σταυρούμενοι και ουχί οι σταυρούντες. Πώς λοιπόν «αντιπρόσωποι του Χριστού και διάδοχοι των Αποστόλων» βιάζουσι, συλλαμβάνουσι, φυλακίζουσι, εξευτελίζουσι, σταυρούσιν;
Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος συμβουλεύει τω Τίτω «αιρετικόν άνθρωπον μετά πρώτην και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού». Δεν λέγει θανάτωσον, εξόρισον, φυλάκισον, καταδίωξον, αποσχημάτισον. Είναι δε αναμφισβήτητος η ενταύθα έννοια του αιρετικού, εν τη οποία εν ευρήτητι περιέχεται και η έννοια του σχίσματος και της ετεροδιδασκαλίας (Α’ προς Τιμόθεο 1,3). Και διά τον Αλέξανδρο τον Χαλκέα, όστις «πολλά κακά εποίησεν» και λίαν «ανθέστηκε» γράφει ο παθών Παύλος τω Τιμοθέω. «Αποδώσει αυτώ ο Κύριος κατά τα έργου αυτού». Πού η αστυνομία; Πού τα ξίφη; Πού αι χειροπέδαι; Που τα κελία των φυλακών; Πού αι ερημίαι της εξορίας; Πού οι αποσχηματισμοί εν αστυνομικαίς κρατηρίοις; Πού αι ψαλίδες της κουράς; Ουδέν τούτων, αλλά απλώς συμβουλεύει «ον και φυλάσσου».
Και Αθανάσιος ο Μέγας αποδοκιμάζει τη βία, την οποία μτεχειρήσθησαν οι Αρειανοί κατά τους Ορθοδόξους Εκκλησίας ως εκ της χρήσεως της βίας την αρειανήν Εκκλησίαν «μη Θεοσεβή», «Θεοσεβείας μεν γαρ ίδιον μη αναγκάζειν, αλλά πείθειν» (Πατρολογία Μίγγνε 25, 732 & 772).
Αναλύοντες δε τον συλλογισμόν του «ηρωικότερου των Αγίων» Μεγάλου Αθανασίου έχομεν τας προτάσεις: α) Η βία δεν είναι ίδιον της Θεοσεβείας, β)Η Αρειανή αίρεσις χρησμοποίησε την βίαν, γ) Η αρειανή αίρεσις δεν είναι Θεοσεβής. Αλλά και η Νεοημερολογητική Εκκλησία χρησιμοποιεί την βία και συνεπώς, κατά τον Μέγαν Αθανάσιον, δεν είναι Θεοσεβής.Και ο Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης καίτι «αντιναυατιανός» επιτιμά και ελέγχει τον Κύριλλον διά τον κατά των «Ναυατιανών» διωγμόν, ον ήγειρεν ο Κύριλλος «Πατρολογία Μίγγνε τομος 78, Ισιδώρου Επιστολή Ι, 370).
Αναμφισβητήτως, λοιπόν, ο κατά των Παλαιοημερολογιτών εγερθείς διωγμός, είναι ΑΝΤΙΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΣ δηλαδή αντιχριστιανικός, αντιθέμενος εις τους λόγους και τας πράξεις του Θεανθρώπου Διδασκάλου, των Αγίων Αποστόλων και των Θείων Πατέρων της Μητρός Εκκλησίας. Απέλιπεν ημάς ο χρόνος αφηγομένους τας λεπτομερείας του αμείλικτου αντιχριστιανικού διωγμού. Μόνο μία έρευνα Διεθνούς εκκλησιαστικής και πολιτικής Επιτροπής δύναται ανηπερεάστως και ελευθέρως δρώσα να πιστοποιήση την φρίκην και το αίσχος του ενεργουμένου διωγμού, του καταισχύνοντος και αμαυρούντος τον Χριστιανικόν Πολιτισμόν.




+ ΠΡΩΘΙΕΡΕΥΣ ΕΥΓΕΝΙΟΣ ΤΟΜΠΡΟΣ