2024/12/13
100 ΧΡΟΝΙΑ ΙΕΡΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΤΩΝ Γ.Ο.Χ. (7)
2024/12/12
ΕΟΡΤΕΣ ΚΑΙ ΠΑΝΗΓΥΡΕΙΣ
2024/12/09
ΜΝΗΜΗ ΘΑΝΑΤΟΥ
Η αντιμετώπιση του θανάτου
Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος
Πολλά πράγματα θέλουμε να μαθαίνουμε και να κατανοούμε, προπαντός όμως τον καιρό που θα γίνει η συντέλεια του κόσμου. Ο απόστολος Παύλος, για να περιορίσει την άκαιρη αυτή πολυπραγμοσύνη μας, γράφει σε μιαν επιστολή του: «Σχετικά με το χρόνο του ερχομού του Κυρίου, αδελφοί, δεν χρειάζεται να σας γράψω, γιατί κι εσείς το ξέρετε πολύ καλά, ότι η ημέρα του Κυρίου θα έρθει απροειδοποίητα, όπως ο κλέφτης τη νύχτα» (Α’ Θεσ. 5:1-2).
Πέρα απ’ αυτό, ούτε πράξεις αληθινής αυτοθυσίας θα υπήρχαν ούτε οι γενναιόψυχοι άνθρωποι θα είχαν καμιάν ανταμοιβή, γιατί, όταν θ’ αντιμετώπιζαν τολμηρά και ατρόμητα τους διάφορους κινδύνους, θα αντλούσαν το θάρρος τους από τη βεβαιότητα ότι δεν ήρθε η ώρα να πεθάνουν. Και ο πιο δειλός ακόμα θα ριχνόταν αδίσταχτα στη φωτιά, έχοντας τη γνώση ότι δεν κινδυνεύει να πάθει κανένα κακό. Γιατί αυτός που γνωρίζει ότι μπορεί να χάσει τη ζωή του σε κάποιον κίνδυνο και εντούτοις δεν διστάζει να εκτεθεί στον κίνδυνο αυτό, αποδεικνύει με ασφάλεια τη γενναιότητα και την αυτοθυσία του.
Όποιος έχει πραγματικά φιλοσοφημένη σκέψη και κατευθύνεται από την ελπίδα των μελλοντικών αγαθών, ούτε και το θάνατο θα θεωρήσει σαν θάνατο. Ο δίκαιος, δηλαδή, που βαδίζει στο δρόμο του Θεού και καθημερινά περιμένει να μπει στη βασιλεία Του, δεν ταράζεται, δεν αναστατώνεται, δεν στενοχωριέται, όταν έρχεται αντιμέτωπος με το θάνατο, όταν λ.χ. αντικρύσει νεκρό κάποιον συγγενή ή φίλο του. Γιατί γνωρίζει ότι ο θάνατος, γι’ αυτούς που έζησαν ενάρετα στη γη, δεν είναι παρά μετάθεση σε μια καλύτερη ζωή, ταξίδι για έναν καλύτερο τόπο, δρόμος που οδηγεί στα στεφάνια.
Γι’ αυτό μπροστά στις πόλεις και στα χωριά υπάρχουν τα κοιμητήρια και οι τάφοι, για να μας θυμίζουν συνέχεια την ανθρώπινη θνητότητα. Έτσι, καθώς μπαίνουμε σε μια μεγάλη και πλούσια πόλη ή σ’ ένα ωραίο και γραφικό χωριό, πριν δούμε τις ομορφιές και τα αξιοθέατά τους, βλέπουμε το τέλος και την κατάληξη κάθε ομορφιάς, κάθε πλούτου, κάθε δόξας.
Όταν, πάλι, ένας άνδρας και μια γυναίκα παντρεύονται, υπογράφουν συχνά ένα συμβόλαιο, με το οποίο ρυθμίζουν από πριν την τύχη της περιουσίας τους σε περίπτωση θανάτου του ενός ή του άλλου: «Αν ο σύζυγος πεθάνει πριν από τη σύζυγο, θα γίνει τούτο. Αν η σύζυγος πεθάνει πριν από το σύζυγο, θα γίνει τούτο και τούτο». Καλά-καλά δεν γνωρίστηκαν ακόμα, καλά-καλά τη ζωή τους δεν άρχισαν, και το θάνατο σκέφτονται. Πολλές φορές, μάλιστα, το συμβόλαιο αναφέρει τι θα γίνει, αν πεθάνει το παιδί, που θα γεννήσουν: «Αν το παιδί, που θα γεννηθεί, πεθάνει, θα γίνει αυτό κι αυτό». Ακόμα δεν φάνηκε ο απόγονος, και εκδόθηκε η απόφαση του θανάτου του!
Τί θέλω να πω με όλα αυτά; Ότι, πηγαίνοντας στο συμβολαιογραφείο για τη σύνταξη ενός συμβολαίου, ο καθένας γνωρίζει πως ο θάνατος θα επισκεφθεί κάποια στιγμή τον ίδιο ή έναν δικό του άνθρωπο. Το θεωρεί απόλυτα φυσιολογικό και αναπόφευκτο. Όταν, όμως, έρθει ο θάνατος, ξεχνάει όσα έγραψε και άλλα λέει. “Έπρεπε να πάθω εγώ τέτοιο πράγμα;”, φωνάζει με θρήνους και αναστεναγμούς ο άντρας που χήρεψε. “Περίμενα να με βρει τέτοια συμφορά και να χάσω τη γυναίκα μου;”. Τί λες, άνθρωπέ μου; Όταν ήσουνα, ή μάλλον νόμιζες πως ήσουνα, μακριά από το θάνατο, ήξερες καλά τους φυσικούς νόμους· τώρα που έπαθες τη συμφορά, τους ξέχασες; Ίσως να πήρε ο Θεός τη γυναίκα σου, επειδή θέλει να σε οδηγήσει στην εγκράτεια, επειδή σε θεωρεί ικανό για μεγαλύτερους αγώνες, για ανώτερη πνευματική ζωή, και γι’ αυτό σε ελευθέρωσε από τον συζυγικό δεσμό.
Κι εσύ πάλι, η γυναίκα, που έχασες τον άντρα σου, γιατί κλαις; Μήπως επειδή έχασες τον προστάτη σου κι έμεινες έρημη στον κόσμο; Ποτέ μην πεις κάτι τέτοιο. Γιατί δεν έχασες το Θεό, που είναι ο πραγματικός προστάτης όλων μας. Αφού έχεις βοηθό το Θεό, δεν έχεις ανάγκη από κανέναν άλλο. Μήπως, και όταν ζούσε ο άντρας σου, ο Θεός δεν ήταν που σας τα έδινε όλα; Αυτό να σκέφτεσαι και να λες, όπως ο Δαβίδ: «Ο Κύριος είναι το φως μου και ο σωτήρας μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος είναι ο υπερασπιστής της ζωής μου, τί θα με κάνει να δειλιάσω;» (Ψαλμ. 26:1). Τώρα πια Αυτός, «ο πατέρας των ορφανών και συμπαραστάτης των χηρών» (Ψαλμ. 67:6), θα φροντίζει για σένα περισσότερο απ’ όσο φρόντιζε πριν.
Βλέπεις, λοιπόν, ένα συγγενή σου να φεύγει απ’ αυτόν τον κόσμο; Μην τρομάζεις, μη θρηνείς, μη συντρίβεσαι. Συγκεντρώσου στον εαυτό σου, εξέτασε τη συνείδησή σου και σκέψου ότι σε λίγο καιρό σε περιμένει κι εσένα το ίδιο τέλος.
“Μα ο νεκρός”, θα μου πεις, “σαπίζει, γίνεται σκόνη”. Ακριβώς γι’ αυτό πρέπει να χαίρεσαι περισσότερο. Όταν θέλει κανείς να ξαναχτίσει ένα σπίτι, που πάλιωσε και έγινε ετοιμόρροπο, αφού πρώτα βγάλει τους ενοίκους, το κατεδαφίζει και το φτιάχνει πιο καλό. Και όταν γίνεται αυτό, οι ένοικοι δεν λυπούνται, επειδή βγήκαν από το παλιό σπίτι, αλλά μάλλον ευχαριστημένοι είναι. Δεν τους νοιάζει, βλέπεις, για την κατεδάφιση, που βλέπουν με τα μάτια τους, γιατί συλλογίζονται τη νέα και ωραία οικοδομή, που θα ανεγερθεί, κι ας μην τη βλέπουν ακόμα.
Το ίδιο κάνει και ο Θεός. Όταν πρόκειται να διαλύσει το σώμα μας, βγάζει πρώτα την ψυχή, που κατοικεί μέσα σ’ αυτό, όπως θα την έβγαζε από ένα παλιό και ετοιμόρροπο σπίτι, για να την εγκαταστήσει πάλι με μεγαλύτερη δόξα στο νέο σπίτι, που θα οικοδομήσει. Και ο Αδάμ, όταν δημιουργήθηκε, δεν είδε ότι πλάστηκε από χώμα. Ο Θεός, δηλαδή, δεν έπλασε την ψυχή πρώτη, για να μη δει τη δημιουργία του σώματος. Γι’ αυτό η ψυχή δεν γνώριζε την ευτέλεια του σώματος. Όταν, όμως, γίνει η κοινή ανάσταση, τότε η ψυχή θα βρεθεί σ’ ένα νέο άφθαρτο σώμα, όχι πια στο παλιό χωμάτινο ένδυμά της.
Ο νεκρός, κι αν δεν βλέπει τον εαυτό του, βλέπει όμως εκείνους που πέθαναν πιο μπροστά να γίνονται σκόνη, και διδάσκεται πολλά. Για κοίτα πόσο μαζεμένοι και συγκρατημένοι είναι μπροστά στους νεκρούς ακόμα και οι πιο περήφανοι, ακόμα και οι πιο απόκοτοι άνθρωποι! Ακούγεται η λέξη “θάνατος”, και η καρδιά όλων σπαρταράει από το φόβο. Και φιλοσοφούμε γύρω από τους τάφους και σκεφτόμαστε που καταλήγουμε και φλυαρούμε για τη ματαιότητα των εγκοσμίων, αλλά, μόλις απομακρυνθούμε, ξεχνάμε την ευτέλειά μας. Να, για παράδειγμα, όταν βρεθεί κανείς στην κηδεία ενός φίλου του, γυρίζει στο διπλανό του και του λέει λόγια σαν και τούτα: “Αλήθεια, πόσο ταλαίπωροι είμαστε! Πόσο ασήμαντη είναι η ζωή μας! Τί γινόμαστε, άραγε, μετά το θάνατο; Αυτό πρέπει να σκεφτόμαστε και να μην κακολογούμε, να μην αδικούμε, να μη μνησικακού με…”. Φαίνεται να μιλάει με τόση ειλικρίνεια, ώστε, καθώς τον ακούς, δεν αμφιβάλλεις ότι την ίδια κιόλας στιγμή θ’ απαρνηθεί ολότελα την κακία του και θ’ αρχίσει να ζει ενάρετα. Μα, αλίμονο, μετά την κηδεία θα ξεχάσει και το φόβο του και τα λόγια του, και θα συνεχίσει να ζει στην αμαρτία, όπως πρώτα.
Ας ξαναγυρίσουμε, όμως, στο θέμα μας. Πες μου, για ποιό λόγο κλαις με τόσο πόνο αυτόν που πέθανε; Γιατί ήταν κακός; Ε, λοιπόν, όχι μόνο δεν πρέπει να κλαις, αλλά και να ευχαριστείς το Θεό, που σταμάτησε πια η κακία του. Μήπως, απεναντίας, ήταν καλός; Και στην περίπτωση αυτή πρέπει να χαίρεσαι, γιατί πέθανε «πριν η κακία αλλάξει τη σύνεσή του ή η δολιότητα της αμαρτίας εξαπατήσει την ψυχή του» (Σοφ. Σολ. 4:11). Ήταν μήπως νέος; Και γι’ αυτό ακόμα ευχαρίστησε το Θεό και δόξασέ Τον, γιατί τον πήρε κοντά Του. Όπως εκείνους που πηγαίνουν για ν’ αναλάβουν κάποιο αξίωμα, τους κατευοδώνουμε με χαρά και ικανοποίηση, έτσι πρέπει ν’ αποχαιρετάμε κι αυτούς που φεύγουν από τούτη τη ζωή, γιατί πηγαίνουν κοντά στο Θεό, όπου θ’ απολαμβάνουν μεγάλη τιμή και ευτυχία.
Δεν λέω, βέβαια, ότι δεν πρέπει να λυπόμαστε για το χωρισμό από τ’ αγαπημένα μας πρόσωπα, που πεθαίνουν, αλλά να μη λυπόμαστε περισσότερο απ’ όσο πρέπει. Γιατί θα παρηγορηθούμε αρκετά, αν σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος, που χάσαμε, ήταν θνητός, όπως όλοι μας. Με το ν’ αγανακτούμε, δεν δείχνουμε τίποτ’ άλλο, παρά πως ζητάμε πράγματα ασυμβίβαστα με την ανθρώπινη φύση. Γεννήθηκες άνθρωπος, επομένως θνητός. Γιατί, λοιπόν, υποφέρεις με κάτι τόσο φυσικό, όπως ο θάνατος; Μήπως λυπάσαι, επειδή, για να ζήσεις, πρέπει να τρως; Μήπως επιδιώκεις να ζήσεις χωρίς τροφή; Τότε γιατί επιδιώκεις να μην πεθάνεις; Όσο φυσικό είναι το να τρως, άλλο τόσο και το να πεθάνεις. Αφού είσαι θνητός, μη ζητάς να γίνεις αθάνατος· γιατί αυτό το πράγμα καθορίστηκε και νομοθετήθηκε μια μόνο φορά και για πάντα. Ας μη μοιάζουμε στους ληστές, που θέλουν να κάνουν δικά τους όσα ανήκουν σε άλλους. Έτσι, όταν ο Θεός παίρνει από μας χρήματα ή τιμή ή δόξα, ακόμα και το σώμα ή και την ψυχή, παίρνει αυτά που Του ανήκουν. Και το παιδί σου ακόμη αν πάρει, δεν παίρνει ουσιαστικά το παιδί σου, αλλά το δικό Του πλάσμα.
Αφού, λοιπόν, εμείς δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, πώς θα ανήκουν σ’ εμάς όσα ανήκουν σ’ Εκείνον; Αν η ψυχή σου δεν είναι δική σου, πώς είναι δικά σου τα χρήματά σου; Και αν δεν είναι δικά σου, πώς ξοδεύεις άσκοπα ή άπρεπα αυτά που ανήκουν σε άλλον; Μη λες, “Τα δικά μου ξοδεύω, από τα δικά μου διασκεδάζω”· γιατί ξοδεύεις και διασκεδάζεις με τα ξένα. Και τα αποκαλώ ξένα, γιατί ο Θεός θεωρεί δικά σου όσα σου έδωσε, για να τα μοιράσεις στους φτωχούς. Τότε μόνο τα ξένα γίνονται δικά σου. Αν τα ξοδέψεις για τον εαυτό σου, τότε τα δικά σου γίνονται ξένα.
Δεν βλέπεις ότι τα σώματά μας τα υπηρετούν τα χέρια; Δεν βλέπεις ότι το στόμα μασάει την τροφή, πριν τη δεχθεί το στομάχι; Μήπως το στομάχι λέει, “Αφού δέχτηκα την τροφή, δικαιωματικά τα κατέχω όλα”; Τα μάτια πάλι, μήπως, επειδή αυτά δέχονται το φως, το κρατάνε μόνο για τον εαυτό τους και δεν το θέτουν στην υπηρεσία όλου του σώματος; Ή μήπως τα πόδια, επειδή μόνο αυτά βαδίζουν, τον εαυτό τους μόνο μετακινούν και όχι το σώμα ολόκληρο; Αλλά και από τους επαγγελματίες, αν θελήσει ο καθένας να μην παραχωρήσει και σε άλλους την ωφέλεια από το επάγγελμά του, όχι μόνο εκείνους, αλλά και τον εαυτό του θα ζημιώσει. Ακόμα και οι φτωχοί, αν ήταν τόσο κακοί όσο εσείς, οι πλούσιοι, που τίποτ’ άλλο δεν σκέφτεστε παρά το πως θ’ αυξήσετε τα κέρδη σας, και δεν έδιναν από το υστέρημά τους στους πιο φτωχούς και αναγκεμένους, γρήγορα θα σας έριχναν κι εσάς στη φτώχεια.
“Μα έχασα το μονάκριβο παιδί μου”, θα πει ίσως κάποιος, “που πάνω του στήριζα τόσες ελπίδες”. Και τί μ’ αυτό; Ευχαρίστησε το Θεό, που πήρε το παιδί σου, και τότε δεν θα είσαι κατώτερος από τον Αβραάμ, που οδήγησε το γιο του Ισαάκ στο βουνό για να τον θυσιάσει, ύστερ’ από θεία εντολή. Όπως εκείνος αγόγγυστα πρόσφερε το μονάκριβο παιδί του στο Θεό, έτσι πρόσφερέ το κι εσύ, και δεν θα πάρεις μικρότερη αμοιβή. Μην κλαις, μη βαρυγγωμάς, μην αναστενάζεις. Πες ό,τι είπε και ο μακάριος Ιώβ, όταν έχασε όλα του τα παιδιά: «Ο Κύριος μου τα έδωσε, ο Κύριος μου τα πήρε. Όπως φάνηκε καλό στον Κύριο, έτσι κι έγινε. Ας είναι τ’ όνομά Του δοξασμένο παντοτινά» (Ιώβ 1:21). Έτσι αποστόμωσε και τη γυναίκα του, λέγοντάς της μάλιστα και τούτα τα λόγια, που προκαλούν το θαυμασμό μας: «Αν δεχτήκαμε από τα χέρια του Κυρίου τα αγαθά, δεν θα υπομείνουμε και τις συμφορές;» (Ιώβ 2:10). Έτσι να σκέφτεσαι κι εσύ, καθώς μάλιστα το παιδί σου δεν έπεσε στα χέρια εχθρού ή κακούργου, αλλά πήγε κοντά στο Θεό, που φροντίζει γι’ αυτό περισσότερο από σένα και που γνωρίζει το συμφέρον του καλύτερα από σένα. Κοίτα πόσα παιδιά, που βρίσκονται στη ζωή, έκαναν μαρτυρική τη ζωή των γονιών τους.
“Τα καλά παιδιά δεν τα βλέπεις;”, θα με ρωτήσεις. Και σου απαντώ: Τα βλέπω κι αυτά, η κατάσταση όμως του δικού σου παιδιού είναι πιο σίγουρη από τη δική τους. Μπορεί τώρα να είναι καλά, το τέλος τους όμως είναι άγνωστο. Εσύ δεν φοβάσαι πια για το παιδί σου, μήπως πάθει τίποτα ή μήπως πάρει στραβό δρόμο. Γι’ αυτό, σου το ξαναλέω, μη θρηνείς. Να δοξολογείς μόνο τον Κύριο, όπως έκανε ο Ιώβ.
“Και πώς να μη θρηνώ”, θα πεις, “που δεν είμαι πια πατέρας;”. Τί λόγια είναι τούτα; Μήπως έχασες το παιδί σου; Μάλλον τώρα το έκανες δικό σου και το έχεις πιο σίγουρα. Δεν έπαψες να είσαι πατέρας. Είσαι μάλιστα κάτι παραπάνω -όχι πια πατέρας ενός θνητού πλάσματος, μα ενός αθάνατου όντος! Μη νομίζεις ότι έχασες πραγματικά το παιδί σου, επειδή δεν είναι κοντά σου. Όπως θα συνέχιζε να είναι παιδί σου, αν είχε μεταναστεύσει σε μακρινή χώρα, έτσι και τώρα, που έφυγε για τον ουρανό. Βλέποντας, λοιπόν, τα μάτια του κλειστά, το στόμα του άφωνο και το σώμα του ακίνητο, μη σκέφτεσαι: “Αυτό το στόμα δεν μιλάει πια, αυτά τα μάτια δεν βλέπουν πια, αυτά τα πόδια δεν βαδίζουν πια”. Αλλά να σκέφτεσαι: “Αυτό το στόμα θα πει καλύτερα λόγια, αυτά τα μάτια θα δουν ωραιότερα πράγματα, αυτά τα πόδια θα περπατήσουν στον ουρανό, αυτό το σώμα θ’ αναστηθεί άφθαρτο και θα πάρω πίσω το παιδί μου λαμπρότερο”.
“Αλλά δεν γνωρίζω που πήγε”, ίσως θα μου πεις. Πώς δεν το γνωρίζεις; Είτε θεάρεστα έζησε είτε όχι, είναι γνωστό που θα πάει. “Γι’ αυτό ακριβώς κλαίω”, θα εξηγήσεις, “γιατί έφυγε φορτωμένο με αμαρτίες”. Μα κι αν δεν είχε αμαρτίες, μήπως δεν θα έκλαιγες και δεν θα βαρυγγωμούσες; Τώρα παραπονιέσαι στο Θεό και Του λες: “Γιατί μου πήρες το παιδί μου γεμάτο αμαρτίες;”. Τότε θα Του έλεγες: “Γιατί μου πήρες ένα τόσο καλό παιδί;”. Και στις δυο περιπτώσεις, όμως, πρέπει να χαίρεσαι. Αν το παιδί ήταν αμαρτωλό, γιατί έπαψε πια ν’ αμαρτάνει και δεν πρόσθεσε μεγαλύτερο βάρος κακίας στην ψυχή του. Ενώ μάλιστα δεν μπορούσες να το βοηθήσεις όσο ζούσε, γιατί δεν άκουγε τις συμβουλές σου, τώρα μπορείς να το βοηθήσεις· όχι με δάκρυα και θρήνους, αλλά με προσευχές και ελεημοσύνες και προσφορές. Αυτά καθορίστηκαν από τους αγίους αποστόλους όχι τυχαία, αλλά με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος. Ο ιερέας, μπροστά στο ιερό θυσιαστήριο, όταν τελεί τα φρικτά Μυστήρια του Χριστού, μνημονεύει όχι μόνο τους ζωντανούς, αλλά και τους νεκρούς, οπότε οι ψυχές ανακουφίζονται. Και όταν εμείς κάνουμε γι’ αυτούς προσφορές στην εκκλησία ή ελεημοσύνες στους φτωχούς, τους προξενούμε κάποια παρηγοριά, όσο αμαρτωλοί κι αν ήταν. Αν πάλι το παιδί σου ήταν καλό και ενάρετο, πολύ περισσότερο δεν πρέπει να λυπάσαι. Γιατί, όπως ο καθαρός κι ολόλαμπρος ήλιος ανεβαίνει στον ουρανό, έτσι και η καθαρή ψυχή, που εγκαταλείπει το σώμα, ανεβαίνει ολόλαμπρη, με τη συνοδεία αγγέλων, στο βασίλειο του Θεού.
Δεν είναι κακό, λοιπόν, το να πεθάνει κανείς. Τότε για ποιο λόγο φοβόμαστε το θάνατο; Γιατί δεν μας έχει κυριέψει ο έρωτας της ουράνιας βασιλείας, γιατί δεν μας έχει φλογίσει ο πόθος των μελλοντικών αγαθών. Αν είχε συμβεί αυτό, όλα τα αγαθά της γης θα τα περιφρονούσαμε. Όποιος φοβάται πάντα την κόλαση, δεν θα φοβηθεί ποτέ το θάνατο. Να μην έχετε, λοιπόν, τη σκέψη μικρού παιδιού, αλλά την ακακία μικρού παιδιού. Τα μικρά παιδιά φοβούνται τις αγριωπές αλλ’ ακίνδυνες μάσκες, δεν φοβούνται όμως την επικίνδυνη φωτιά. Έτσι, αν τα κρατάει κανείς κοντά σ’ ένα αναμμένο λυχνάρι, χωρίς να το σκεφτούν, ακουμπάνε το χέρι τους στη φλόγα και καίγονται.
Θέλετε να σας πω και άλλη αιτία, για την οποία φοβόμαστε το θάνατο; Γιατί δεν ζούμε ενάρετη ζωή και δεν έχουμε καθαρή συνείδηση. Αλλιώς ο θάνατος δεν θα μας τρόμαζε. Απόδειξέ μου ότι θα κληρονομήσω τη βασιλεία των ουρανών και σφάξε με τώρα κιόλας. Θα σου χρωστάω μάλιστα και χάρη για τη σφαγή μου, αφού θα με στείλεις γρήγορα σ’ εκείνα τα αγαθά. “Αλλά φοβάμαι να πεθάνω άδικα”, ίσως θα μου πεις. Ώστε ήθελες να πεθάνεις δίκαια; Και ποιός είναι τόσο ταλαίπωρος, που, ενώ μπορεί να πεθάνει άδικα, προτιμάει να πεθάνει δίκαια; Αν πρέπει να φοβόμαστε θάνατο, πρέπει να φοβόμαστε εκείνον που μας βρίσκει δίκαια. Όποιος πεθαίνει άδικα, μοιάζει στους αγίους. Γιατί οι περισσότεροι απ’ αυτούς που ευαρέστησαν το Θεό, θανατώθηκαν άδικα. Και πρώτος ο Αβελ. Δεν δολοφονήθηκε γιατί έφταιξε στον Κάιν, αλλά γιατί τίμησε το Θεό. Και ο Θεός παραχώρησε να γίνει αυτός ο φόνος γιατί αγαπούσε τον Αβελ ή γιατί τον μισούσε; Ολοφάνερα γιατί τον αγαπούσε και ήθελε να του προσφέρει πιο λαμπρό στεφάνι, λόγω της άδικης σφαγής του.
Βλέπεις που δεν πρέπει να φοβάσαι μήπως πεθάνεις άδικα, αλλά μήπως πεθάνεις φορτωμένος με αμαρτίες; Ο Αβελ πέθανε άδικα, μα ο Κάιν πέρασε την υπόλοιπη ζωή του έχοντας την κατάρα του Θεού, στενάζοντας και τρέμοντας ακατάπαυστα. Ποιός από τους δύο ήταν πιο μακάριος; Εκείνος που έπαψε να ζει μέσα στη αρετή ή αυτός που έζησε μέσα στην αμαρτία; Εκείνος που άδικα πέθανε ή αυτός που δίκαια τιμωρήθηκε;
Ας μην κλαίμε, λοιπόν, αδιάκριτα όλους όσοι πεθαίνουν, αλλά εκείνους που πεθαίνουν έχοντας πολλές αμαρτίες. Σ’ αυτούς πρέπουν τα δάκρυα και οι θρήνοι. Γιατί ποιά ελπίδα έχουν, αφού δεν είναι πια δυνατό να καθαριστούν από τις αμαρτίες τους; Όσο βρίσκονταν στην παρούσα ζωή, υπήρχε ελπίδα να μετανοήσουν. Εκεί που πήγαν, όμως, δεν κερδίζει κανείς τίποτα με τη μετάνοια. Ας τους κλαίμε, ναι, όχι όμως με τρόπο υστερικό και άπρεπο, όχι τραβώντας τα μαλλιά μας, ξεσκίζοντας το πρόσωπό μας, ουρλιάζοντας και τσιρίζοντας, αλλά με σεμνότητα, αφήνοντας τα δάκρυα να κυλούν ήρεμα από τα μάτια μας. Αυτό ωφελεί κι εμάς. Γιατί, πενθώντας έτσι τον νεκρό, πολύ περισσότερο θα προσπαθήσουμε να μην πέσουμε και οι ίδιοι σε παρόμοια αμαρτήματα. Με το τράβηγμα των μαλλιών και τις κραυγές ο νους σκοτίζεται, ενώ με το ήρεμο πένθος διατηρεί τη διαύγειά του και μπορεί να φιλοσοφήσει ωφέλιμα γύρω από το θάνατο.
Μ’ αυτόν τον τρόπο να φιλοσοφείς όχι μόνο όταν πεθαίνει κάποιος γνωστός σου, μα κι όταν βλέπεις έναν άγνωστο νεκρό να οδηγείται με πομπή μέσ’ από τους δρόμους στην τελευταία του κατοικία και να συνοδεύεται από τα ορφανά παιδιά του, τη χήρα γυναίκα του, τους συγγενείς και τους φίλους του, όλους κλαμένους και συντριμμένους. Να συλλογίζεσαι τότε πως η ζωή και τα πράγματα του κόσμου τούτου δεν έχουν καμιάν αξία και καμιά διαφορά από τις σκιές και τα όνειρα.
Κοίτα, πόσα κάστρα και παλάτια βασιλιάδων, ηγεμόνων και αρχόντων είναι σωριασμένα σε ερείπια! Σκέψου, πόση δύναμη και πόσο πλούτο είχαν κάποτε! Τώρα έχουν ξεχαστεί και τα ονόματά τους. Λέει η Γραφή: «Πολλοί άρχοντες έχασαν την εξουσία τους και κάθησαν στο χώμα· κι ένας άσημος, που κανείς δεν φανταζόταν ότι θα γίνει βασιλιάς, φόρεσε στέμμα» (Σοφ. Σειρ. 11:5).
Δεν σου φτάνουν αυτά; Συλλογίσου τότε, ποιά είναι η αξία σου όταν κοιμάσαι; Μήπως δεν μπορεί κι ένα ζωύφιο να σε θανατώσει; Ναι, πολλοί πέθαναν έτσι στον ύπνο τους. Αλήθεια, από μια κλωστή κρέμεται η ζωή μας! Κόβεται η κλωστή και τελειώνουν όλα.
Έτσι να φιλοσοφείς και να μη σαγηνεύεσαι από την ομορφιά, τα πλούτη, τη δόξα, τις απολαύσεις. Ένα μόνο να σε απασχολεί: Που τελειώνουν όλα αυτά. Θαυμάζεις όσα βλέπεις εδώ στη γη; Πιο αξιοθαύμαστα, όμως, είναι εκείνα που αναφέρονται στις άγιες Γραφές.
Δείξε μου έναν αγέρωχο άρχοντα ή έναν λαμπροντυμένο πλούσιο, όταν ψήνεται από τον πυρετό, όταν ψυχομαχεί, και τότε θα σε ρωτήσω: “Πού είναι εκείνος, που περνούσε από την αγορά καμαρωτός και περήφανος με ακολούθους και σωματοφύλακες; Πού είναι εκείνος, που φορούσε πανάκριβα ρούχα; Πού είναι η χλιδή της ζωής του, η πολυτέλεια των συμποσίων του, οι υπηρέτες, οι παρατρεχάμενοι, τα γέλια, οι ανέσεις, οι σπατάλες; Όλα έφυγαν και πέταξαν. Τί απέγινε το σώμα, που απολάμβανε τόση ηδονή; Πλησίασε στον τάφο και κοίτα τη σκόνη, τη σαπίλα, τα σκουλήκια. Κοίτα και στέναξε πικρά. Και μακάρι το κακό να περιοριζόταν σε τούτη τη σκόνη, που βλέπεις. Από τον τάφο και τα σκουλήκια φέρε τη σκέψη σου στο ακοίμητο σκουλήκι της άλλης ζωής, στο τρίξιμο των δοντιών, στο αιώνιο σκοτάδι, στην άσβεστη φωτιά, στις πικρές και αφόρητες εκείνες τιμωρίες, που δεν θα έχουν τέλος. Εδώ, στη γη, και τα καλά και τα κακά κάποτε, αργά ή γρήγορα, τελειώνουν εκεί, όμως, και τα δύο διαρκούν αιώνια. Και διαφέρουν ως προς την ποιότητα από τα καλά και τα κακά του κόσμου τούτου τόσο, που δεν είναι δυνατό να εκφράσει κανείς με λόγια.
Τί έγιναν, λοιπόν, όλα εκείνα τα μεγαλεία; Τί έγιναν τα χρήματα και τα κτήματα; Ποιός άνεμος φύσηξε και τα πήρε και τα σκόρπισε; Τί θέλει, πάλι, κι αυτή η ανώφελη δαπάνη για την κηδεία, που και τον νεκρό δεν ωφελεί και τους οικείους του ζημιώνει; Ο Χριστός αναστήθηκε γυμνός από τον τάφο. Ας μη γίνεται, λοιπόν, η κηδεία αφορμή ικανοποιήσεως της μανίας μας για επίδειξη. Ο Κύριος είπε: «Πείνασα και μου δώσατε να φάω· δίψασα και μου δώσατε να πιω· ήμουνα γυμνός και με ντύσατε» (Ματθ. 25:35-36). Όμως δεν είπε: «Ήμουνα νεκρός και με θάψατε». Γιατί, αν μας παραγγέλλει να μην έχουμε τίποτα περισσότερο από ένα σκέπασμα, όταν ζούμε, πολύ περισσότερο όταν πεθάνουμε. Ποιάν απολογία θα δώσουμε στο Θεό, λοιπόν, όταν ξοδεύουμε τεράστια ποσά για να κηδέψουμε ένα νεκρό σώμα, τη στιγμή που ο Χριστός, με τη μορφή των φτωχών συνανθρώπων μας, τριγυρνάει πεινασμένος και γυμνός, κι εμείς αδιαφορούμε γι’ αυτό;
Όλα όσα σας λέω, βέβαια, είναι ανώφελα για κείνους που έχουν ήδη πεθάνει. Ας τ’ ακούσουν, όμως, οι ζωντανοί και ας συνέλθουν, ας λογικευτούν, ας διορθωθούν. Όπου νά ‘ναι θα έρθει και η δική τους ώρα. Δεν θ’ αργήσουν να βρεθούν κι αυτοί, δεν θ’ αργήσουμε να βρεθούμε όλοι μας, μπροστά στο φοβερό Κριτήριο, όπου θα δώσουμε λόγο για τις πράξεις μας. Ας αγωνιστούμε, λοιπόν, να γίνουμε καλύτεροι, εγκαταλείποντας την αμαρτία και ακολουθώντας την αρετή, για να μη χάσουμε τη βασιλεία των ουρανών, για ν’ αποκτήσουμε τα άφθαρτα αγαθά, που έχει ετοιμάσει για μας ο φιλάνθρωπος Κύριος.
(Πηγή: Βιβλίο «Θέματα ζωής». Κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου. Η επεξεργασία και μετάφραση των κειμένων καθώς και η έκδοση των βιβλίων έχουν γίνει από τους πατέρες της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού, Τόμος Α’, σελ. 106-121)
Προετοιμασία γιὰ τὸν θάνατον
Ἀλφαβητικὴ ἀκροστιχίς
Ποίημα Ἁγιορείτου μοναχοῦ τινος
Ἄρχοντες καὶ μεγιστᾶνες καὶ λοιποὶ πτωχολογιά,
θάνατος μᾶς περιμένει, νέους, γέρoυς καὶ παιδιά.
Βλέπετε μὴ πλανηθεῖτε, εἰς τῆς γῆς τὰ ἀγαθά,
ἐπειδὴ καὶ ταῦτα πάντα, ὅλα εἶναι περιττά.
Γῆ εἶναι τὰ σώματά μας, εἰς τὸ χῶμα θὰ θαφτoῦν,
στὴν δεύτερα παρουσία αἱ ψυχαίς μας θὰ κριθοῦν.
Δὲν μᾶς συνοδεύει τότε πλοῦτος δόξα καὶ τιμή,
ὅλα δῶ τὰ παρατοῦμε καὶ πηγαίνομε γυμνοί.
Ἐπλανήθηκεν ἡ φύσις, εἰς τοῦ κόσμου τὰ φθαρτά.
κι᾿ ὅσα τὴν ψυχήν μας βλάπτουν ῾κεῖνα θέλει καὶ ζητᾷ.
Ζήλευε τοὺς ἐναρέτους, ἐπιθύμει τοὺς καλοὺς
καὶ μὴν βάλλεις εἰς τὸν νοῦν σου τοὺς κακοὺς συλλογισμούς.
Ἤκουσα εἶδον πολλάκις ὅτι εἴπανε πολλοί,
σὰν γεράσουν καὶ χορτάσουν κάμνουσι τὴν ἀποχή.
Θανατώνεται τὸ σῶμα μένει ἡ ψυχὴ γυμνή,
κλαίει χύνει μαῦρα δάκρυακαὶ οὐδεὶς τὴν ἐλεεῖ.
Ἰδεῖτε, ἰδεῖτε, ἀδελφοί τὸ τέλος τῆς ζωῆς μας,
τούτου χάριν ἂς φροντίσομε τὴν ἀθάνατον ψυχήν μας.
Κάλλιο διορθώσου τώρα ὅπου ἔχεις τὸν καιρόν
παρὰ νὰ φλογίζεσαι τότε εἰς τὴν γέεννα τοῦ πυρός.
Λυπηθεῖτε τὴν ψυχήν σας ὅλοι οἱ ἁμαρτωλοί,
χύσατε τὰ δάκρυά σας εἰς τὴν πρόσκαιρο ζωή.
Μὴν ὀρέγεστε τοῦ κόσμου πράγματα προσωρινά,
ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς τάζει τὴν αἰώνιων χαρά.
Νὰ ἦτο βολετὸ νὰ πάγεις εἰς τὸν Ἅδη καὶ νὰ δεῖς
εἰς καμία χαρὰ τοῦ κόσμου δὲν γυρίζεις νὰ ἰδεῖς.
Ξαφνικὰ φθάνει ὁ χειμώνας καὶ θερίζει τὴν ζωὴν
θερίζει καὶ τὴν δόξα τὴν ματαίαν καὶ τερπνή.
Ὅλοι μας τὰ θεωροῦμε καὶ προβλέπομε καλά,
πὼς ὁ κόσμος εἶναι πλάνος καὶ ὁλοὲν μᾶς ἀπατᾶ.
Πάντες τιμήσατε τὴν ἀρετή, νὰ λάβετε βραβεῖον
τὴν βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, χαρὰ ἄνευ δακρύων.
Ρώτα τοὺς ἀποθαμένους εἰς τὸν Ἅδη πῶς περνοῦν,
ὅτι τὸ σκωλήκια ὅλους τοὺς ἀθλίους κατελοῦν.
Σῴνονται τὰ ψέματά μας ἀμαυρώνεται τὸ φῶς
χάνεται κ᾿ ἡ νοστιμάδα κι᾿ ὅλος μας ὁ στολισμός.
Τίποτε δὲν διαφεύγει ἀπὸ τοῦ Θεοῦ τὸν νοῦν
ὅλα τὰ κρυπτὰ τοῦ κόσμου ἐκεῖ θὰ φανερωθοῦν.
Ὑπηρέται καὶ Κριταί, ἄθεοι καὶ χριστιανοί,
ὅλοι θὰ παρασταθοῦμε εἰς τὸν φοβερὸ Κριτή.
Φάγε σύμμετρα καὶ πιές, δῶσε καὶ τινὸς πτωχοῦ,
διὰ νὰ ἔχεις παρρησία στὸ κριτήριο τοῦ Χριστοῦ.
Χάνονται τὰ σώματά μας χάνονται καὶ τὰ ὀστά,
στὴν δεύτερα παρουσία γίνονται πάλιν σωστά.
Ψεύτικη εἶν᾿ τώρα ἡ δόξα ψεύτικη καὶ ἡ τιμή,
καὶ ὡς ὄνειρο τὰ πλούτη καὶ ὡσὰν ἄνθος ἡ ζωή.
Ὦ ψυχή μου παναθλία, λυπημένον μου κορμί,
κλαύσατε ἀπὸ καρδία τώρα ὅπου εἶσθε μαζί.
2024/12/03
ΛΟΓΟΣ ΣΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ
«Λόγος εἰς τὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου»
(νεοελληνικὴ ἀπόδοση)
Διότι στὴν ἀρχὴ ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας ὁ νοητὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις καὶ μᾶς κατέῤῥιψε στὰ βάραθρα τοῦ ἅδη. Κι᾽ ὑπάρχουν πολλοὶ λόγοι, γιὰ τοὺς ὁποίους ἐσηκώθηκε ἐναντίον μας καὶ ὑπεδούλωσε τὴ φύσι μας· φθόνος καὶ ζηλοτυπία καὶ μῖσος, ἀδικία καὶ δόλος καὶ σοφιστεία, καὶ μαζὶ μὲ τὰ τέτοια, ἡ θανατηφόρος δύναμις ποὺ ἔχει μέσα του, τὴν ὁποία πρῶτος ἐγέννησε καὶ μόνος του, ἀφοῦ πρῶτος αὐτὸς ἀποστάτησε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ζωή. Πραγματικὰ στὴν ἀρχὴ ἐφθόνησε τὸν Ἀδάμ, ὅταν τὸν εἶδε νὰ ζῇ στὸν τόπο τῆς ἄφθαρτης τρυφῆς καὶ νὰ περιλάμπεται μὲ θεοειδῆ δόξα καὶ νὰ ὁδηγῆται ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό, ἀπὸ ὅπου αὐτὸς ἀπεῤῥίφθηκε δικαίως καὶ ἀπὸ φθόνο ἐξεμάνη ἐναντίον του μὲ τὴ χειρότερη μανία, ὥστε νὰ θελήσῃ καὶ νὰ τὸν θανατώσῃ ἀκόμη. Ὁ φθόνος εἶναι πατέρας ὄχι τοῦ μίσους μόνο ἀλλὰ καὶ τοῦ φόνου, τὸν ὁποῖο ἐπέφερε σ᾽ ἐμᾶς ἀναμιγνύοντάς τον μὲ δόλο ὁ δολερὸς καὶ ἀληθινὰ μισάνθρωπος ὄφις. Διότι καταλήφθηκε ἀπὸ ἔρωτα πρὸς τὴν τυραννία σὲ βάρος του ἐντελῶς ἄδικα, γιὰ καταστροφὴ τοῦ πλασθέντος κατ᾽ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσι Θεοῦ· ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἐτόλμησε νὰ ἐπιτεθῇ κατὰ πρόσωπο, ἐχρησιμοποίησε τὸν δόλο καὶ τὴν πονηρία. Ἀφοῦ ἐπλησίασε διὰ τοῦ αἰσθητοῦ ὄφεως ὡς φίλος καὶ καλὸς σύμβουλος ὁ φοβερὸς καὶ πραγματικὰ ἐχθρὸς καὶ ἐπίβουλος, κατορθώνει, φεῦ!, κρυφὰ νὰ ἐπιτύχῃ καὶ μὲ τὴ ἀντίθεη συμβουλὴ χύνει σὰν δηλητήριο στὸ ἄνθρωπο τὴν θανατηφόρα δύναμί του.
Ἐὰν λοιπὸν ὁ Ἀδάμ, κρατώντας δυνατὰ τότε τὴν θεία ἐντολή, ἀπέῤῥιπτε τὴν ἐχθρικὴ πονηρὰ συμβουλή, θὰ ἐφαινόταν νικητὴς κατὰ τοῦ ἀντιπάλου καὶ ἀνώτερος τῆς θανατηφόρας φθορᾶς, καταντροπιάζοντας τὸν μανιακὸ καὶ δόλιο προσβολέα. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖνος ὑποκύπτοντας ἑκούσιως, ποὺ δὲν ἔπρεπε ποτὲ νὰ τὸ κάμῃ, ἐνικήθηκε καὶ ἀχρειώθηκε, κι᾽ ἔτσι, ἀφοῦ ἦταν ῥίζα τοῦ γένους, μᾶς ἀνέδειξε καταλλήλους θνητοὺς βλαστούς, ἐχρειαζόταν ὁπωσδήποτε, ἂν ἔπρεπε νὰ ἀνταποδώσωμε τὴν ἧττα, νὰ κερδίσωμε τὴ νίκη, ν᾽ ἀποῤῥίψωμε μὲ ψυχὴ καὶ σῶμα τὸ θανατηφόρο δηλητήριο καὶ ν᾽ ἀπολαύσωμε ζωή, καὶ μάλιστα ζωὴ αἰώνια καὶ ἀπαθῆ. Ἐχρειαζόταν λοιπὸν τὸ γένος μας νέα ῥίζα, δηλαδὴ νέο Ἀδάμ, ὄχι μόνο ἀναμάρτητο, ἀλλὰ κι᾽ ἐντελῶς ἀνεξαπάτητο καὶ ἀήττητο, ποὺ ἐπὶ πλέον μπορεῖ καὶ νὰ συγχωρῇ τὶς ἁμαρτίες καὶ νὰ καθιστᾶ ἀθώους τοὺς ἐνόχους, ποὺ ὄχι μόνο ζῆ ἀλλὰ καὶ ζωοποιεῖ, ὥστε νὰ μεταδίδῃ ζωὴ καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν καὶ στοὺς προσκολλωμένους σ᾽ αὐτὸν καὶ συγγενεῖς κατὰ τὸ γένος, ἀναζωογονώντας ὄχι μόνο τοὺς μεταγενεστέρους, ἀλλὰ καὶ τοὺς πρὶν ἀπὸ αὐτὸν ἀποθανόντας.
Γι᾽ αὐτὸ ὁ Παῦλος, ἡ μεγάλη σάλπιγγα τοῦ Πνεύματος, βοᾷ λέγοντας, «ὁ πρῶτος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς ζωντανὴ ψυχή, ὁ δεύτερος ἄνθρωπος ἔγινε ὡς πνεῦμα ζωοποιὸ» (Α´ Κορ. 15, 45). Ἀναμάρτητος δὲ καὶ ζωοποιὸς καὶ ἱκανὸς νὰ συγχωρῇ ἁμαρτίες δὲν εἶναι κανεὶς πλὴν τοῦ Θεοῦ. Ἑπομένως ὁ νέος Ἀδὰμ ἦταν ἀναγκαῖο νὰ εἶναι ὄχι μόνο ἄνθρωπος ἀλλὰ καὶ Θεός, νὰ εἶναι κυριολεκτικῶς ζωὴ καὶ σοφία, δικαιοσύνη καὶ ἀγάπη, εὐσπλαγχνία καὶ κάθε ἄλλο ἀγαθό, ὥστε νὰ διενεργήσῃ τὴν ἀνακαίνισι καὶ ἀναζώωσι τοῦ παλαιοῦ Ἀδὰμ μὲ ἔλεος καὶ σοφία καὶ δικαιοσύνη. Ὁ νοητὸς καὶ ἀρχέκακος ὄφις, χρησιμοποιώντας τὰ ἀντίθετα ἀπὸ αὐτὰ προεκάλεσε σ᾽ ἐμᾶς τὴν παλαίωσι καὶ τὴ νέκρωσι.
Ὅπως λοιπὸν στὴν ἀρχὴ ὁ ἀνθρωποκτόνος ἀπὸ φθόνο καὶ μῖσος ξεσηκώθηκε ἐναντίον μας, ἔτσι ὁ ἀρχηγὸς τῆς ζωῆς ἐκινήθηκε ὑπὲρ ἡμῶν ἀπὸ ὑπερβολὴ φιλανθρωπίας καὶ ἀγαθότητος. Διότι ἀγάπησε δικαίως τὴ σωτηρία τοῦ πλάσματός του, ποὺ ἦταν νὰ τὸ φέρῃ πάλι στὴν ἐξουσία καὶ νὰ τὸ ξανασώσῃ, ὅπως ἐκεῖνος ὁ ἀρχέκακος ἀδίκως ἀγάπησε τὴν ἀπώλεια τοῦ πλάσματος τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἦταν νὰ τὸ ὑποτάξῃ στὸν ἑαυτό του καὶ νὰ τοῦ ἐπιβάλλεται τυραννικῶς. Ὅπως δὲ αὐτὸς διέπραξε τὴ νίκη του καὶ τὴν πτῶσι τοῦ ἀνθρώπου μὲ ἀδικία καὶ δόλο, μὲ ἀπάτη καὶ σοφιστεία, ἔτσι ὁ ἐλευθερωτὴς μὲ δικαιοσύνη καὶ σοφία καὶ ἀλήθεια ἐπραγματοποίησε τὴν τελικὴ ἧττα τοῦ ἀρχεκάκου καὶ τὴν ἀνακαίνισι τοῦ πλάσματός του. Ἀλλὰ ἡ ἀνάπτυξις τοῦ θέματος περὶ τῆς σοφίας ποὺ ὑπάρχει σ᾽ αὐτὴν τὴ θεία οἰκονομία δὲν εἶναι τοῦ παρόντος καιροῦ.
Ἦταν δὲ θέμα ἀκριβοῦς δικαιοσύνης καὶ ἡ ἴδια ἡ ἡττηθεῖσα καὶ ὑποδουλωθεῖσα ἑκουσίως φύσις νὰ ξαναπαλαίσῃ γιὰ τὴ νίκη καὶ ν᾽ ἀπωθήσῃ τὴ δουλεία ἑκουσίως. Γι᾽ αὐτὸ ὁ Θεὸς εὐδόκησε ν᾽ ἀναλάβῃ ἀπὸ ἐμᾶς τὴ φύσι μας ἑνούμενος μὲ αὐτὴν παραδόξως καθ᾽ ὑπόστασι. Ἦταν δὲ ἀδύνατο ἡ ὑψίστη ἐκείνη καὶ ὑπεράνω τοῦ νοῦ καθαρότης νὰ ἑνωθῇ μὲ μολυσμένη φύσι διότι ἕνα μόνο πρᾶγμα εἶναι ἀδύνατο στὸν Θεὸ τὸ νὰ συνέλθῃ σὲ ἕνωσι μὲ ἀκάθαρτο, πρὶν τοῦτο καθαρισθῇ. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐχρειαζόταν κατ᾽ ἀνάγκη μιὰ τελείως ἀμόλυντη καὶ καθαρωτάτη παρθένος γιὰ κυοφορία καὶ γέννησι ἐκείνου ποὺ εἶναι καὶ ἐραστής της καὶ δοτὴρ τῆς καθαρότητος ἡ ὁποία καὶ προωρίσθηκε καὶ ἀποτελέσθηκε κι᾽ ἐφανερώθηκε, καὶ τὸ σχετικὸ μὲ αὐτὴν μυστήριο ἐτελέσθηκε, μὲ πολλὰ παράδοξα γεγονότα ποὺ κατὰ καιροὺς συνῆλθαν σὲ ἕνα.
Γι᾽ αὐτὸ καὶ τὰ γεγονότα ποὺ συνετέλεσαν σ᾽ αὐτὸ ἑορτάζονται ἀπὸ ἐμᾶς σήμερα, ἀφοῦ ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα ἀντιληφθήκαμε κυρίως τὸ μεγαλεῖο τῶν γεγονότων ποὺ ὡδήγησαν πρὸς τὸ τόσο μεγάλο τέλος. Διότι αὐτὸς ποὺ εἶναι ἐκ Θεοῦ καὶ πρὸς τὸν Θεὸν καὶ Θεός, καὶ Λόγος καὶ Υἱὸς τοῦ ὑψίστου Πατρός, συνάναρχος καὶ συναΐδιος, γίνεται υἱὸς ἀνθρώπου, αὐτῆς τῆς Ἀειπάρθενης. «Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερα εἶναι ὁ ἴδιος, καθὼς καὶ στοὺς αἰῶνες» (Ἑβρ. 13, 8), ἄτρεπτος κατὰ τὴν θεότητα, ἄμεμπτος κατὰ τὴν ἀνθρωπότητα. «Αὐτὸς μόνος», ὅπως ἤδη προεμαρτύρησε ὁ Ἠσαΐας (Ἠσ. 53, 9), «δὲν διέπραξε ἁμαρτία καὶ δὲν εὑρέθηκε δόλος στὸ στόμα του». Καὶ ὄχι μόνο τοῦτο, ἀλλὰ καὶ αὐτὸς μόνος δὲν συνελήφθηκε μὲ ἀνομίες, οὔτε ἐγεννήθηκε μὲ ἁμαρτίες, ὅπως μαρτυρεῖ ὁ Δαβὶδ στοὺς ψαλμοὺς γιὰ τὸν ἑαυτό του καὶ γιὰ κάθε ἄνθρωπο ὥστε νὰ εἶναι καὶ κατὰ τὸ πρόσλημμα τελείως καθαρὸς καὶ ἀμόλυντος καὶ νὰ μὴ χρειάζεται οὔτε κατ᾽ αὐτὸ καθάρσια μέσα γιὰ τὸν ἑαυτό του· γιὰ νὰ εἶναι ἔτσι δυνατό, διαβιβάζοντας σ᾽ ἐμᾶς γιὰ χάρι μας δικαίως μαζὶ καὶ πανσόφως τόσο τὴν κάθαρσι ὅσο καὶ τὸ πάθος, νὰ δεχθῇ καὶ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασι. Πραγματικὰ ἡ κατὰ τὴν σάρκα ὁρμὴ πρὸς γένεσι, ποὺ εἶναι ἀκουσία καὶ ἀπειθὴς στὸν νόμο τοῦ νοός, ἂν καὶ ἀπὸ μερικοὺς δουλαγωγεῖται βιαίως, ἀπὸ μερικοὺς δὲ σωφρόνως ἀφήνεται μόνο γιὰ παιδοποιΐα, πάντως φέρει τὰ σύμβολα τῆς ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καταδίκης, καθὼς εἶναι καὶ λέγεται φθορὰ καὶ ὁπωσδήποτε γιὰ τὴν φθορὰ γεννᾶ, καὶ εἶναι ἐμπαθὴς κίνησις τοῦ ἀνθρώπου ποὺ δὲν ἐκράτησε τὴν τιμή, τὴν ὁποία ἡ φύσις μας ἐπῆρε ἀπὸ τὸν Θεό, ἀλλὰ ὡμοιώθηκε μὲ τὰ κτήνη.
Γι᾽ αὐτὸ ὄχι μόνο ἦλθε ὁ Θεὸς ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους ἀλλὰ καὶ ἦλθε ἀπὸ παρθένο ἁγνὴ καὶ ἁγία, μᾶλλον δὲ πανυπέραγνη καὶ ὑπεραγία, ἀφοῦ εἶναι παρθένος ὄχι μόνο ὑπερτέρα μολυσμοῦ σαρκός, ἀλλὰ καὶ ἀνωτέρα ἀπὸ μολυσμένους σαρκικοὺς λογισμούς. Τὴν σύλληψί της ἐπέφερε ἐπέλευσι παναγίου Πνεύματος, ὄχι ὀρέξεως σαρκός, προεκάλεσε εὐαγγελισμὸς καὶ πίστις στὴν ἐνανθρώπησι τοῦ Θεοῦ ποὺ νικᾶ κάθε λόγο ὡς ἐξαίσια καὶ ὑπὲρ λόγο, ἀλλὰ δὲν προέλαβε συγκατάθεσις καὶ πεῖρα ἐμπαθοῦς. Διότι συνέλαβε κι᾽ ἐγέννησε, ἐνῶ εἶχε ἐντελῶς ἀπομακρυσμένη τέτοια ἐπιθυμία μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν πνευματικὴ θυμηδία (διότι εἶπε ἡ παρθένος πρὸς τὸν εὐαγγελιστὴ ἄγγελο, «ἰδοὺ ἡ δούλη τοῦ Κυρίου ἂς γίνῃ σ᾽ ἐμένα σύμφωνα μὲ τὰ λόγια σου» (Λουκ. 1, 38). Γιὰ νὰ εὑρεθῇ λοιπὸν παρθένος ἱκανὴ γι᾽ αὐτό, ὁ Θεὸς προορίζει πρὸ αἰώνων καὶ ἐκλέγει ἀνάμεσα στοὺς ἐκλεγμένους ἀπὸ αἰῶνες αὐτὴν τὴν ὑμνουμένη τώρα ἀπὸ ἐμᾶς ἀειπάρθενη κόρη.
Καὶ βλέπετε ἀπὸ ποῦ ἄρχισε ἡ ἐκλογή. Ἀνάμεσα στὰ παιδιὰ τοῦ Ἀδὰμ ἐξελέγη ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ θαυμάσιος Σήθ, ποὺ μὲ τὴν εὐκοσμία τῶν ἠθῶν, τὴν εὐταξία τῶν αἰσθήσεων καὶ τὴν εὐπρέπεια τῶν ἀρετῶν ἐδείκνυε τὸν ἑαυτό του ἔμψυχο οὐρανὸ κι᾽ ἐπέτυχε γι᾽ αὐτὸ τὴν ἐκλογή, ἀπὸ τὴν ὁποία ἐπρόκειτο νὰ βλαστήσῃ αὐτὴ ἡ παρθένος ὡς θεοπρεπὲς ὄχημα τοῦ ὑπερουρανίου Θεοῦ καὶ ν᾽ ἀνακαλέσῃ τοὺς ἀνθρώπους πρὸς οὐράνια υἱοθεσία.
Γι᾽ αὐτὸ ὅλοι οἱ ἀπὸ τοῦ Σὴθ (Γεν. 4, 26) ὠνομάζονταν υἱοὶ Θεοῦ, διότι ἀπὸ αὐτὴν τὴν γενεὰ ἐπρόκειτο ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ νὰ γίνῃ υἱὸς ἀνθρώπου, ἐφ᾽ ὅσον ἄλλωστε καὶ ὁ Σὴθ γλωσσικῶς σημαίνει ἀνάστασις, μᾶλλον δὲ ἐξανάστασις, ἡ ὁποία εἶναι κυρίως ὁ Κύριος ποὺ ἐπαγγέλεται καὶ χαρίζει ἀθάνατη ζωὴ στοὺς πιστεύοντας σ᾽ αὐτόν. Καὶ πόσο ταιριαστὸς εἶναι ὁ τύπος! «Ὁ μὲν Σὴθ ἔγινε γιὰ τὴν Εὔα, ὅπως λέγει αὐτή, στὴ θέσι τοῦ Ἄβελ», τὸν ὁποῖο ἐφόνευσε ἀπὸ φθόνο ὁ Κάϊν (Γεν. 4, 25)· ὁ δὲ τόκος τῆς παρθένου Χριστὸς ἔγινε στὴ φύσι ἀντὶ γιὰ τὸν Ἀδάμ, τὸν ὁποῖο ἐθανάτωσε ἀπὸ φθόνο ὁ ἀρχηγὸς καὶ προστάτης τῆς κακίας. Ἀλλὰ ὁ μὲν Σὴθ δὲν ἀνέστησε τὸν Ἄβελ, ἀφοῦ ἦταν ἁπλῶς τύπος τῆς ἀναστάσεως· ὁ δὲ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ἀνέστησε τὸν Ἀδάμ, διότι αὐτὸς εἶναι ἡ ἀληθινὴ τῶν ἀνθρώπων ζωὴ καὶ ἀνάστασις, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας καὶ οἱ ἀπόγονοι τοῦ Σὴθ ἀξιώθηκαν τὴν θεία υἱοθεσία κατὰ τὴν ἐλπίδα τους, ὀνομαζόμενοι υἱοὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅτι δὲ ὠνομάζονταν υἱοὶ τοῦ Θεοῦ ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς ἐλπίδος εἶναι φανερὸ ἀπὸ τὸν πρῶτο ὀνομασθέντα ποὺ διαδέχθηκε τὴν ἐκλογή. Ἦταν δὲ αὐτὸς ὁ Ἐνὼς τοῦ Σήθ, ὁ ὁποῖος κατὰ τὸ γεγραμμένο ἀπὸ τὸν Μωυσῆ «πρῶτος ἤλπισε νὰ καλῆται μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου τοῦ Θεοῦ» (Γεν. 4, 26). Βλέπετε σαφῶς ὅτι ἐπέτυχε τὸ θεῖο ὄνομα σύμφωνα μὲ τὴν ἐλπίδα;
Ἀφοῦ λοιπὸν ἄρχισε ἀπὸ τὰ ἴδια τὰ παιδιὰ τοῦ Ἀδὰμ ἡ ἐκλογὴ γι᾽ αὐτὴν ποὺ κατὰ τὴν πρόγνωσί του θὰ ἐγινόταν μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπετελεῖτο διὰ μέσου τῶν κατὰ καιροὺς γενεῶν, κατέβηκε μέχρι τοῦ βασιλέως καὶ προφήτου Δαβὶδ καὶ τῶν διαδόχων τοῦ θρόνου καὶ τοῦ γένους του. Ἐπειδὴ δὲ ὁ καιρὸς ἐκαλοῦσε τώρα τὴν ἀποτελείωσι τῆς θείας αὐτῆς ἐκλογῆς, ἐξελέγησαν ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ Ἰωακεὶμ καὶ ἡ Ἄννα ἀπὸ τὸν οἶκο καὶ τὴ γενεὰ τοῦ Δαβίδ, ποὺ ἦσαν μὲν ἄτεκνοι, συνεζοῦσαν δὲ σωφρόνως καὶ ἦσαν ἀνώτεροι στὴν ἀρετὴ ἀπὸ ὅλους ὅσοι ἀνάγουν στὸ Δαβὶδ τὴν εὐγένεια τοῦ γένους καὶ τοῦ ἤθους. Αὐτὸ τὸ ζεῦγος ἐζητοῦσε διὰ τῆς ἀσκήσεως καὶ προσευχῆς τὴν λῆξι τῆς ἀτεκνίας των ἀπὸ τὸν Θεό, καὶ ὑποσχόταν νὰ ἀναθέσουν σ᾽ αὐτὸν ἀπὸ βρέφος αὐτὸ ποὺ θὰ ἐγεννοῦσαν. Τότε παρέχεται ἡ ὑπόσχεσις καὶ δίδεται παιδί, ἡ τωρινὴ Θεομήτωρ, ὥστε ἡ πανάρετη κόρη νὰ γεννηθῇ ἀπὸ πολυαρέτους γονεῖς καὶ ἡ πάναγνη ἀπὸ ἐξαιρετικὰ σώφρονες, καὶ νὰ λάβῃ ὡς καρπὸ ἡ σωφροσύνη, συνερχομένη μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἄσκησι, τὸ νὰ γίνῃ γεννήτρια τῆς παρθενίας, καὶ μάλιστα παρθενίας ποὺ προβάλλει ἀφθόρως κατὰ τὴν σάρκα τὸν προαιωνίως γεννημένον ἀπὸ παρθένον Πατέρα κατὰ τὴν θεότητα. Τί πτερὰ ἐκείνης τῆς προσευχῆς! Τί παῤῥησία, ποὺ εὑρῆκε ἑνώπιον τοῦ Κυρίου!
Ἀλλὰ ἐπειδὴ βέβαια ἐκεῖνοι ἐπέτυχαν ἔτσι τὰ ζητούμενα μὲ τὴν προσευχή τους καὶ εἶδαν τὴν πρὸς αὐτοὺς θεία ἐπαγγελία νὰ ἐκπληρώνεται ἐμπράκτως, σπεύδοντας καὶ αὐτοὶ νὰ ἐκπληρώσουν τὴν πρὸς τὸ Θεὸ ὑπόσχεσι ὡς φιλαλήθεις καὶ θεοφιλεῖς καὶ φιλόθεοι συγχρόνως, εὐθὺς μετὰ τὸν ἀπογαλακτισμὸ ὁδηγοῦν τὴν ἀληθινὰ ἱερὰ καὶ θεόπαιδα καὶ τώρα θεομήτορα παρθένο στὸ ἱερὸ τοῦ Θεοῦ καὶ στὸν ἱεράρχη ποὺ εὑρισκόταν σ᾽ αὐτό. Αὐτὴ δέ, γεμάτη θεία χάρι καὶ τέλειο νοῦ ἀκόμη καὶ σ᾽ αὐτὴ τὴν ἡλικία, ἀντιλαμβανόταν ἀπὸ τότε, καὶ μάλιστα καλύτερα ἀπὸ τοὺς ἄλλους τὰ τελούμενα σ᾽ αὐτήν, καὶ ἔδειξε μὲ ὅποιον τρόπο μποροῦσε ὅτι δὲν ὁδηγεῖται, ἀλλὰ αὐτὴ μόνη της μὲ ἐλεύθερη γνώμη προσέρχεται στὸ Θεό, σὰν νὰ εἶναι ἀπὸ ἑαυτοῦ της πτερωμένη πρὸς τὸν ἱερὸ καὶ θεῖο ἔρωτα και νὰ θεωρῇ ἀγαπητὴ καὶ νὰ ἀναγνωρίζῃ ὡς ἀξία της τὴν εἴσοδο καὶ κατοικία στὰ ἅγια τῶν ἁγίων.
13. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ἀρχιερεὺς τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ ἀντιλήφθηκε τότε ὅτι ἡ κόρη εἶχε ἔνοικη τὴν θεοειδῆ χάρι παραπάνω ἀπὸ ὅλους, ἔπρεπε νὰ τὴν ἀξιώσῃ τὸ ἀνώτερο ἀπὸ ὅλους, νὰ τὴν εἰσαγάγῃ στὰ ἅγια τῶν ἁγίων καὶ νὰ πείσῃ αὐτὸ ποὺ γινόταν ὅλους τοὺς τότε ἀνθρώπους ν᾽ ἀγαποῦν, μὲ τὴν σύμπραξι καὶ ἀπόφασι τοῦ Θεοῦ μαζί, ποὺ ἔστελλε ἀπὸ ἄνω δι᾽ ἀγγέλου ἀπόῤῥητη τροφὴ στὴν παρθένο ἐκεῖ. Μὲ αὐτὴν τὴν τροφὴ ἐδυνάμωνε καλύτερα τὴ φύσι της καὶ συντηροῦσε καὶ τελειοποιοῦσε τὸν ἑαυτό της κατὰ τὸ σῶμα καθαρώτερα καὶ ἀνώτερα ἀπὸ τὶς ἀσώματες δυνάμεις, ἔχοντας ὡς ὑπηρέτες τοὺς οὐρανίους νόες, διότι δὲν εἰσήχθηκε ἁπλῶς καὶ μόνο στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ἀλλὰ καὶ κατὰ κάποιον τρόπο παραλήφθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ σὲ συνοίκησι μὲ αὐτὸν γιὰ ὄχι ὀλίγα ἔτη· ὥστε ἔτσι στὸν κατάλληλο καιρὸ ν᾽ ἀνοιχθοῦν οἱ οὐράνιες μονὲς καὶ νὰ δοθοῦν γιὰ ἀΐδια κατοίκια σὲ ὅσους πιστεύουν στὴν παράδοξη γέννα της.
Ἔτσι λοιπὸν καὶ γι᾽ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἀπετέθη δικαίως σήμερα στὰ ἅγια ἄδυτα σὰν θησαυρὸς τοῦ Θεοῦ ἡ κόρη ποὺ ἐξελέγη ἀνάμεσα στοὺς ἐκλεκτοὺς ἀπὸ αἰῶνες, ποὺ ἀναδείχθηκε ἁγία τῶν ἁγίων, ποὺ ἔχει τὸ σῶμα καθαρώτερο καὶ θειότερο ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὰ διὰ τῆς ἀρετῆς κεκαθαρμένα πνεύματα, ὥστε νὰ μὴ εἶναι δεκτικὸ μόνο τοῦ τύπου τῶν θείων λόγων, ἀλλὰ καὶ τοῦ ἰδίου τοῦ ἐνυποστάτου καὶ μονογενοῦς Λόγου τοῦ προανάρχου Πατρός· σὰν θησαυρὸς ποὺ ὁ Λόγος θὰ τὸν χρησιμοποιοῦσε στὸν καιρό του, ὅπως καὶ ἔγινε, γιὰ πλουτισμὸ καὶ ὑπερκόσμιο καὶ συγχρόνως παγκόσμιο κόσμημα. Κι᾽ ἔτσι καὶ γι᾽ αὐτὸν τὸν λόγο δοξάζει τὴ μητέρα του καὶ πρὶν ἀπὸ τὴ γέννησι καὶ μετὰ τὴ γέννησι. Ἐμεῖς δέ, κατανοώντας τὴ σημασία τῆς σωτηρίας ποὺ μᾶς ἑτοιμάσθηκε δι᾽ αὐτῆς ἀποδίδουμε μὲ ὅλη τὴ δύναμί μας τὴν εὐχαριστία καὶ τὸν ὕμνο. Πραγματικά, ἂν ἡ εὐγνώμων γυναῖκα ποὺ ἀναφέρεται στὸ εὐαγγέλιο, μόλις ἄκουσε γιὰ λίγο τοὺς σωτηριώδεις λόγους τοῦ Κυρίου, ἀπέδωσε τὸν μακαρισμὸ καὶ τὴν εὐχαριστία στὴ μητέρα τούτου, ὑψώνοντας τὴ φωνή της ἀπὸ τὸν ὄχλο καὶ λέγοντας πρὸς τὸν Χριστό, «καλότυχη εἶναι ἡ κοιλία ποὺ σ᾽ ἐβάστασε καὶ οἱ μαστοὶ ποὺ ἐθήλασες» (Λουκ. 11, 27) ἐμεῖς ποὺ ἔχουμε κοντά μας γραμμένα ὅλα τὰ λόγια τῆς αἰώνιας ζωῆς, καὶ ὄχι μόνο τὰ λόγια, ἀλλὰ καὶ τὰ θαύματα καὶ τὰ παθήματα καὶ τὴν δι᾽ αὐτῶν ἔγερσι τῆς φύσεως μας ἀπὸ τοὺς νεκροὺς καὶ ἀνάληψὶ της ἀπὸ τὴ γῆ στὸν οὐρανό, καὶ τὴν δι᾽ αὐτῶν ἐπηγγελμένη σ᾽ ἐμᾶς ἀθάνατη ζωὴ καὶ ἀμετάτρεπτη σωτηρία, πῶς δὲν θ᾽ ἀνυμνήσωμε καὶ μακαρίσωμε ἀδιαλείπτως τὴν μητέρα τοῦ χορηγοῦ τῆς σωτηρίας, τοῦ δοτῆρος τῆς ζωῆς, ἑορτάζοντας τώρα καὶ τὴν σύλληψι αὐτῆς καὶ τὴν γέννησι καὶ τὴν μετοίκησι στὰ ἅγια τῶν ἁγίων;
Ἀλλὰ ἂς μετοικίσωμε κι᾽ ἐμεῖς τοὺς ἑαυτούς μας, ἀδελφοί, ἀπὸ τὴ γῆ στὰ ἄνω· ἂς μεταφερθοῦμε ἀπὸ τὴν σάρκα ἐπάνω στὸ πνεῦμα· ἂς μεταθέσωμε τὸν πόθο ἀπὸ τὰ πρόσκαιρα στὰ μόνιμα· ἂς καταφρονήσωμε τὶς σαρκικὲς ἡδονές, ποὺ ἔχουν εὑρεθῇ ὡς δέλεαρ κατὰ τῆς ψυχῆς καὶ παρέρχονται γρήγορα· ἂς ἐπιθυμήσωμε τὰ πνευματικὰ χαρίσματα ποὺ μένουν ἄφθαρτα· ἂς ὑψώσωμε ἀπὸ τὴν κάτω τύρβη τὴ στάσι καὶ τὴν διάνοιά μας· ἂς τὴν ἀνεβάσωμε στὰ οὐράνια ἄδυτα, ἐκεῖνα τὰ ἅγια τῶν ἁγίων, ὅπου τώρα κατοικεῖ ἡ Θεοτόκος.
Διότι ἔτσι θὰ εἰσέλθουν σ᾽ αὐτὴν ἐπωφελῶς γιὰ μᾶς μὲ θεάρεστη παῤῥησία καὶ τὰ ἄσματά μας καὶ οἱ δεήσεις μας πρὸς αὐτὴν κι ἔτσι ἐκτὸς ἀπὸ τὰ παρόντα μὲ τὴ μεσιτεία της θὰ γίνωμε κληρονόμοι καὶ τῶν μελλόντων καὶ μενόντων ἀγαθῶν, μὲ τὴ χάρι καὶ φιλανθρωπία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Κυρίου μας ποὺ ἐγεννήθηκε ἀπὸ αὐτὴν γιὰ μᾶς, στὸν ὁποῖο πρέπει δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνησις, μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ συναΐδιο καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.
2024/11/29
ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΑΠΟ ΕΠΙΣΗΜΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΕΓΓΡΑΦΑ
ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ - ΕΝΗΜΕΡΩΣΙΣ
ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΛΑΟΝ
ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΗ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΙΣ - ΕΝΗΜΕΡΩΣΙΣ by ECCLESIA GOC on Scribd
«Καιρὸς τοῦ σιγᾶν καὶ καιρὸς τοῦ λαλεῖν» (Εκκλησιαστής 3, 7)
Βρισκόμαστε στην πολύ δυσάρεστη θέση να ανακοινώσουμε, με πόνο ψυχής, ότι οι πρώην Επίσκοποι μας Ιάκωβος και Ιγνάτιος μετά της Μονής Παναγουλάκη και ετέρων τριών Ιερομονάχων δημιούργησαν από εμπάθεια και μίσος αδικαιολόγητο σχίσμα όπως διακαώς ποθούσαν και διακήρυτταν ήδη από το 2017. Αρχι-Τέκτονας του Σχίσματος είναι ο Μεσσηνίας κ. Ιάκωβος στον οποίο χρεώνεται (με το περιβάλλον του) η ηθική αυτουργία, η κατασυκοφάντηση και εξύβριση του αοιδίμου Πρωθιεράρχου μας κυρού Χρυσοστόμου (+2023) ως "αιρετικού που δεν τον μνημονεύει" και του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτού Αττικής και Μεγαρίδος κ.κ. Κοσμά. Επιπλέον φέρει την ηθική ευθύνη για συκοφαντίες, εξυβρίσεις, ενίσχυση φατρίας εμπαθών κληρικών, μεθόδευσης σπίλωσης Κληρικών, ζώντων και κεκοιμημένων, τη διασπορά του μίσους του ψεύδους, του φανατισμού. Η παραποίηση εκφράσεων δια της κοπτοραπτικής, εγγράφων και ηχητικά, η εξώθηση φανατισμένων οπαδών, λαϊκών και ασεβών ρασοφόρων, να σπάνε Ιερούς Ναούς, να βιαιοπραγούν κατά κληρικών και λαϊκών, την ηθική εξόντωση του Σεβ/του Αττικής κ. Κοσμά, ακόμη και την κακοποίηση του. Όλα αυτά εν μέσω της Αγίας Τεσσαρακοστής και κατά παράβαση πλειάδος Ιερών Κανόνων, δείχνοντας ότι κατέχονται υπό πνεύματος "αγρίου" και όχι πάντως "Αγίου". Δυστυχώς, πέρα από μια φατρία (όπως τους ονόμαζε ο αοίδιμος Θηβών κυρός Χρυσόστομος) τριών ιερομονάχων, συνευδόκησε ο επίσκοπος Φθιώτιδος κ. Ιγνάτιος, κολακευόμενος ως "Πρόεδρος" και φοβούμενος το μένος και την επίδραση στο Μοναστήρι που διαβιοί. Έχει όμως ακέραιη την ευθύνη διότι χωρίς την συνδρομή του, δεν θα συντελούνταν το αποτρόπαιο αυτό Σχίσμα των Ιακωβιτών. Ας θυμάται ο αγαπητός επίσκοπος κ. Ιγνάτιος το ιστορικό παράδειγμα του πρώην Κορινθίας Καλλίστου. Κι εκείνος τον "Πρόεδρο Συνόδου" παρίστανε για λίγα έτη αλλά εκείνοι που τον χρησιμοποίησαν τον "πέταξαν" έξω από το Μοναστήρι του, αφού δεν τους ήταν χρήσιμος πια. Οι ίδιοι, χαμηλής παιδείας και πνευματικής καταστάσεως, που τον εξύβριζαν και του έκαναν επίθεση σε Τύρναβο την περίοδο των Χριστουγέννων, Θεσσαλονίκη παλαιότερα και στην πανήγυρη της Παναγίας Γοργοϋπηκόου, θα είναι αυτοί που θα τον "πετάξουν" στον κάλαθο της ιστορίας, όταν δεν θα τους είναι χρήσιμος ή δεν θα ικανοποιεί τις επιθυμίες τους. Δεν θα αναφερθούμε, επί του παρόντος, σε όλο το μίσος, την εμπάθεια και την μεθόδευση συγκεκριμένων προσώπων, σεβόμενοι την πιο κατανυκτική περίοδο του έτους, την Μεγάλη Σαρακοστή, περίοδο μετανοίας, συγγνώμης, έργων αγάπης και σιωπής.
Παραθέτουμε σημαντικά έγγραφα όπως την τελευταία επιστολή του αοιδίμου Πρωθιεράρχου μας Θηβών κυρού Χρυσοστόμου προς τον Μεσσηνίας Ιάκωβο. Ο ίδιος προσπάθησε να αποσπάσει υπογραφή ανατροπής από τον Μακαριστό Πρωθιεράρχη κυρό Χρυσόστομο αλλά ο αείμνηστος αρνήθηκε και του συνέστησε (χωρίς ο κ. Ιάκωβος να το λάβει ποτέ υπ' όψιν) "να προσέχει τα μίση"! Οι Μητροπολίτες Θηβών και Αττικής ήταν στο στόχο των σχισματοποιών ήδη από το 2017 διότι τόλμησαν σαν Αρχιερείς (!) να γράψουν μελέτες Ποιμαντικών θεμάτων με εκκλησιολογικές προεκτάσεις για την αποκατάσταση των Σχισμάτων και τη σωτηρία αθανάτων ψυχών. Έκτοτε το πνεύμα του Ιούδα περιήλθε σε διάφορες ταραγμένες ψυχές που διαφώνησαν.
Επιπλέον, παραθέτουμε τις απαντήσεις του Σεβ/του Μητροπολίτου Αττικής κ. Κοσμά στην τελευταία συνεδρίαση της Ιεραρχίας, η οποία στιγματίστηκε από άρνηση υπογραφής του προτεινόμενου εγγράφου περιβάλλοντος του κ. Ιακώβου, την από κοινού μελέτη και διόρθωση με στόχο την κοινή υπογραφή και καταλλαγή κατά την εκκλησιαστική τάξη. Αρνούμενοι, πέραν του 3ώρου, οι επίσκοποι Ιάκωβος και Ιγνάτιος να υπογράψουν το κείμενο τους και παράλληλα απαιτώντας να υπογράψει ο Σεβ/τος Αττικής κ. Κοσμάς μόνος, κατόπιν της αποχώρησης του Σεβ/του Αττικής, υπέγραψαν φατριαστικώς και εξωσυνοδικώς το μη εγκεκριμένο υπό της Συνόδου κείμενο τους μετά μόλις 4 ιερομονάχων, παρασύροντας και απλοϊκούς ιερείς ότι αν δεν το υπογράψουν "θα γίνει σχίσμα"! Ο πραγματικός τους σκοπός, όμως, ήταν ακριβώς η μεθοδεύση του ιακωβίτικου σχίσματος και η επιβολή αντικανονικής καθαίρεσης στο Σεβ/το Αττικής κ. Κοσμά, αποπτύοντας ακόμη και την Αρχιεροσύνη τους! Στη συνέχεια επέβαλαν πραξικοπηματικώς, αντισυνοδικώς και κατά πάραβαση των Ιερών Κανόνων "επ' αόριστον αργία" εν είδη καθαίρεσης (!) χωρίς ουσιαστικό κατηγορητήριο και χωρίς δίκη, με τοποθέτηση "Τοποτηρητή". Χωρίς να λαμβάνουν υπ' όψιν ούτε τις αδελφές Εκκλησίες Κύπρου και Ρωσσίας, κατήγοροι και δικαστές! Ο Σεβ. Μητροπολίτης Αττικής, λαμβάνοντας υπ' όψιν τους Ιερούς Κανόνες και την Αρχιερατική του ευθύνη έναντι του Θεού, την αντικανονική και ιδιοτελή διαδικασία να αρπάξουν τους Ιερούς Ναούς της Ιεράς Μητροπόλεως Γ.Ο.Χ. Αττικής και κατόπιν να τον "ξεφορτωθούν" με καθαίρεση, την απόφαση των Επιτροπών των ενοριών της Αττικής και του Ορθοδόξου λαού να μην ενδώσουν στο πραξικόπημα και το σχίσμα, διέκοψε προσωρινώς (κατά τους Θείους και Ιερούς Κανόνες) την Εκκλησιαστική κοινωνία μετά των δύο Αρχιερέων ώστε να τους προφυλάξει από τον ολισθηρό γκρεμό του σχίσματος και παράλληλα να μην αφήσει το λογικό Ποίμνιο βορά στους νοητούς λύκους των αιρέσεων. Την ίδια περίοδο, ο Ιερός Κλήρος της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Κύπρου όπως και η Ιερά Μονή Οσίων Αγιορειτών Πατέρων Οινόης Αττικής καταδικάζουν ομοίως τον φατριασμό και μελετώμενο σχίσμα των 2 επισκόπων και των συνεργατών τους.
Παρά την επιβεβλημένη ενέργεια της διακοπής της κοινωνίας μετά των φατριαστών Αρχιερέων, απάντησε στις δύο προσχηματικές κλήσεις και παρέστη προσωπικώς κατά την τελευταία (παρότι αντικανονικές μέσα σε λίγες μέρες, ενώ απαιτείται τουλάχιστον μήνας κάθε φορά και συνεδρίαση εκτός Σαρακοστής) για να τους γλιτώσει από την αμαρτία του σχίσματος. Το περιβάλλον όμως του επισκόπου Ιακώβου Κιτσαντά και των συνεργατών είχε ήδη προαποφασίσει το Σχίσμα, την εδραίωση του μίσους και του φανατισμού, σε συνέχεια λαϊκών δικαστηρίων σπίλωσης και συκοφάντησης και στην αγνόησή έγγραφων διευκρινίσεων και καταλλάγης. Έβαψαν τα χέρια τους με το αίμα του σχίσματος, με ψευδολογίες κατά μίμηση του πατέρα του ψεύδους και με απειλές κατά των ορθοδόξων πιστών και των Ιερών Ναών τους, αρνούμενοι τον διάλογο και την καταλλαγή για να επιτύχουν προσωπικές σκοπιμότητες. Βρήκε υπόσταση σε εμπαθή πρόσωπα ο διάβολος των σχισμάτων.
Σταματούμε τη σύντομη ενημέρωση εδώ, με την ελπίδα να μην χρειαστεί να ενημερώσουμε περαιτέρω πριν την εβδομάδα του Αγίου Πάσχα. Έκαστο μέλος της Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας (κλήρος, μονάζοντες και λαός) καλείται να λάβει την ιστορική ευθύνη ενώπιον της Αλήθειας και της Εκκλησίας του Χριστού, προασπίζοντας την Αποστολική Διαδοχή και Πίστη των Αγίων Πατέρων και των Οικουμενικών Συνόδων, καλώντας σε μετάνοια και συναίσθηση όσων σχίζουν τον άρραφο χιτώνα του Χριστού σπιλώνοντας τον αιωνόβιο Ιερό Αγώνα των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών. Καλή μετάνοια και φώτιση σε όλους μας!
Θηβών Χρυσόστομος Τελευταία Επιστολή Προς πρ. Μεσσηνιας (5-1-2023) by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
Αττικής Κοσμά -ΕΞΗΓΗΣΙΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΙΣ- 2023-03-19 by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
ΕΚΚΛΗΣΙΑ Γ.Ο.Χ. ΚΥΠΡΟΥ by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
Απάντησις Εις Ιγνάτιο 20-2-2024 Για Την Σύγκληση by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
Πρώτη Απολογία Αττικής Κοσμά (10-3-2024) by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
Αττικής Κοσμά Απάντησις Εἰς Την 2αν Κλήσιν Προς Απολογίαν (24-3-2024) by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
Απάντηση Του Αττικής Κοσμά Στην 3η Κλήση Προς Απολογία (2-4-2024) by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
Πρακτικό Συνεδριάσεως Επιτρόπων Ι. Μητρ. Αττικής & Μεγαρίδος 29-2-2024 by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
Δήλωσις Αττικής Κοσμά Πλήρους Αποδοχής Των Οικ. Συνόδων by ΚΗΡΥΞ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΓΝΗΣΙΩΝ ΟΡΘΟΔΟΞΩΝ on Scribd
2024/11/28
100 ΧΡΟΝΙΑ ΙΕΡΟΥ ΑΓΩΝΟΣ ΤΩΝ Γ.Ο.Χ. (6)
ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΘΕΑΡΕΣΤΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ!
Τη 15η του Μηνός Νοεμβρίου, μνήμη των Αγίων Νεομαρτύρων Γυναικών της Μάνδρας
ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗΣ & ΧΑΡΙΚΛΕΙΑΣ
Το αιμόρφυτο και ήδη μαρτυρικό σώμα της Αικατερίνης βρίσκεται στα χέρια των ορθοδόξων γυναικών που προσπαθούν να την περιποιηθούν ενώ οι άνδρες σπεύδουν να ειδοποιήσουν τον δυστυχή σύζυγο της. Τελικά τα θύματα μεταφέρονται στο Νοσοκομείο "Ευαγγελισμός" από όπου τα περισσότερα θύματα εξέρχονται με τα στίγματα του μαρτυρίου αλλά εκτός κινδύνου. Η μακαρία Αικατερίνη επί εφτά μέρες παλεύει για την ζωή της ενώ οι ιατροί δεν αφήνουν περιθώρια ελπίδας. Αδυνατεί να μιλήσει όλον αυτόν τον καιρό και με δυσκολία επικοινωνεί. Την ημέρα που μέλει να παραδώσει το πνεύμα της "εις χείρας Θεού ζώντος" (Έβρ. ι', 31), ζητά με νοήματα να της δώσουν χαρτί και μολύβι για να γράψει σημείωμα στον άντρα της να προσέχει τα δύο νήπια παιδιά της. Ήταν η πρώτη μέρα της Νηστείας των Χριστουγέννων (15 Νοεμβρίου 1927) και ώρα 4η πρωινή όταν κοιμήθηκε η Νεομάρτυς Αικατερίνη.
Εκεί δίπλα στο μαρτυρικό λείψανο- σαν άλλο Μαρτύριο- θα κτίσουν οι διωκόμενοι Χριστιανοί παράπηγμα με σανίδες στον μαντρότοιχο του Κοιμητηρίου ως ναό αφού αμέσως μετά τα γεγονότα εκδιώχτηκαν από τους Ναούς της Μάνδρας. Το 1934 θα αποκτήσουν το Ναό του Ευαγγελιστή και Αποστόλου Ματθαίου, ο οποίος τυγχάνει έδρα των εκάστοτε Μητροπολιτών Αττικής και Μεγαρίδος: Μελετίου (+1966), Ματθαίου (+2001), Παύλου (+2005) και σήμερα του Σεβ/του Μητροπολίτου κ. Κοσμά. Ο αοίδιμος Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος κυρός Ματθαίος- κατά την ανακαίνιση του ιστορικού Ναού της Μάνδρας- ανήγειρε και άλλη Αγία Τράπεζα τιμώμενη στους Αγίους Ταξιάρχες προς τιμήν των μαρτυρικών αιμάτων που χύθηκαν την ημέρα αυτή στη καρποφόρα γη της Μάνδρας.
Τα ιερά λείψανα της Νεομάρτυρος Αικατερίνης, μετά την ανακομιδή τους, αποτέθηκαν στην Ιερά Μονής Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης ως μαρτυρικά λείψανα καθώς διαβεβαιώνει και η παρακάτω έγγραφος μαρτυρία της Μονής και αυτοπτών μαρτύρων. Η σπουδαία αυτή μαρτυρία δημοσιεύτηκε στο τεύχος Οκτωβρίου 1979 , τόμος 24ος, σελίδες 17 και 18, στο τότε επίσημο περιοδικό της Ιεράς Συνόδου "Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων":
Ήρχισεν η τέλεσις της Ιεράς ολονυκτίας με άμετρον ένθεον ζήλον και διάπυρον ενθουσιασμόν. Πληροφορηθείσα ταύτα η τοπική Αστυνομική Αρχή έστειλε δύναμιν χωροφυλάκων προς διάλυσιν των πιστών και προς σύλληψιν των Ιερέων. Περιεκύκλωσαν τον Ιερόν Ναόν και απήτουν να τους παραδώσουν τους Ιερείς και να διαλυθούν. Οι ευσεβείς πιστοί ουδόλως επτοήθησαν. Έμειναν ακίνητοι και ακλόνητοι εις τας θέσεις των.
Ο διακαίων τας καρδίας των πόθος προς τήρησιν των πατρώων Παραδόσεων τους αναπτέρωνε, και αψηφούσαν κάθε επικρεμάμενον κίνδυνον. Τους ενίσχυε το ηθικόν και ο μεγάλως υπ' αυτών εκτιμώμενος και αγαπώμενος Πνευματικός των Πατήρ Ματθαίος όστις με μελίρρυτους διδαχάς του και ενθουσιώδεις λόγους του τους στερέωνε εις την τήρησιν των πατρίων. Ήσαν έτοιμοι τα πάντα να υπομείνουν, και αυτόν τον θάνατον ακόμη και όχι να υποχωρήσουν από την τέλεσιν των θρησκευτικών καθηκόντων των κατά το Πάτριον Ορθόδοξον Εορτολόγιον. Και τούτο το απέδειξεν η έκβασις των πραγμάτων.
Αι Μοναχαί 1) Αντιγόνη ή Αθανασία Κριεκούκη 2) Ευαγγελία ή Μελάνη Ρεντούμη 3) Ελένη ή Αγλαίς Πλέστη 4) Ελένη ή Ελπίς Κολοβέντζου
Οι εν Μάνδρα επιζώντες αυτόπται μάρτυρες: 1) Σπύρου Ιωάννης, 2) Πέππα Τριανταφυλλιά, 3) Πάλλη Σοφία, 4) Νέζη Αιμιλία, 5) Κόλλια Χρυσάνθη, 6) Μαρίνη Ανθούλα".
Πηγές και Βοηθήματα:
1) "Εκκλησιολογικά Θέματα" του Συνοδικού περιοδικού "Κήρυξ Γνησίων Ορθοδόξων".
2) Περιοδικό "Τα Πάτρια", Τόμος Α΄ του 1976. Ιερομ. Καλλιόπιου Γιαννακόπουλου.
3) Άρθρα των εφημερίδων της εποχής.
4) "Νεομάρτυς ΑΙΚΑΤΕΡΙΝΗ τῆς Μάνδρας (+ 1927)". Άρθρο στο διαδίκτυο του κ. Αντωνίου Μάρκου.
5) "ᾈσματικὴ Ἀκολουθία τῆς Ἁγίας Νεομάρτυρος Αἰκατερίνης τῆς ἐν Μάνδρᾳ Μεγαρίδος (1900-1927) ἐν ᾗ ποιεῖται ἀναφορὰ καὶ εἰς τὴν συναθλήσασαν Αὐτῇ Χαρίκλειαν." Ι. Μονής Αγίου Κυπριανού Φυλής Αττικής.