ΣΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΑΓΙΑΣ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ ΧΑΛΚΙΔΑΣ
Στην Ιερά Μονή στον Μύτικα της Χαλκίδας όπου ενασκείται η εξόριστη αδελφότητα, για την εμμονή της στην ορθόδοξη παράδοση,υπό την Οσιοτάτη Καθηγουμένη Βενερία, εορτάστηκε με κατάνυξη η μεγάλη θεομητορική εορτή της Πανυπερευλογημένης μας Κυρία Θεοτόκου Μαρίας. Την εόρτια Θεία Λειτουργία, μετ΄ αρτοκλασίας και θείου κηρύγματος, τέλεσε ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Αττικής και Μεγαρίδος κ. Κοσμάς ενώ έψαλλε ο καλλικέλαδος χορός των ομολογητριών μοναζουσών. Προσήλθαν πολλοί πιστοί όχι μόνο από την Εύβοια αλλά και από την Αττικοβοιωτία.
Στην συνέχεια παραθέτουμε ανέκδοτη ιστορία από το διαδίκτυο για την μαρτυρική πρώτη Καθηγουμένη Μαριάμ Σουλακιώτου (+ 1953) της Ιεράς Μονής Παναγίας Πευκοβουνογιατρίσσης Κερατέας Αττικής, της οποίας Κανονική διάδοχος είναι σήμερα η Οσιοτάτατη Μητέρα Βενερία. Μήνα Νοέμβριο κοιμήθηκε μαρτυρικά η αείμνηστη Καθηγουμένη Μαριάμ ένεκα διωγμών για την ορθόδοξη πίστη και μίσους μέχρι θανάτου των τέκνων του κοσμοκράτορος του κόσμου τούτου, ο οποίος στέρησε και στην αδελφότητα την Μονή της Μετανοίας της.
Ἡ ἀνάδειξις τῆς Α' Καθηγουμένης Μαριάμ
Μετά τήν ἐμφάνιση καί ἐντολή τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ὁ μακάριος Ματθαῖος ἐγκατέλειψε γιά πάντα τήν ἀγαπημένη του Ἀθωνική ἔρημο καί κατέβηκε στόν κόσμο. Ἔφθασε στήν Ἀθήνα τήν 1η Ὀκτωβρίου 1926 καί ἀμέσως ἐγκαταστάθηκε στήν πατρική οἰκία τῆς δοκίμου Μαρίνας Σουλακιώτου (ἔπειτα Γεροντίσσης Μαριάμ), ἐπί τῆς ὁδοῦ Μεγ. Ἀλεξάνδρου ἀριθμ. 71.
Ἤδη ἀπό τόν καιρό τῶν ἐξοριῶν του (1910 καί 1922) καί κυρίως τῆς ἐφημερίας του στό Σιμωνοπετρίτικο Μετόχι τῆς Ἀναλήψεως Βύρωνος (1917 - 1923), εἶχε δημιουργηθεῖ γύρω του μία πνευματική ὁμήγυρις φιλομονάχων ψυχῶν, ἀνδρῶν καί γυναικῶν. Ἔτσι μέ τήν κάθοδό του στόν κόσμο συγκεντρώθηκαν στό ἔπειτα Μετόχι οἱ ἑπτά πρῶτες ἀδελφές, ἡ πρώτη ζύμη τῆς ἔπειτα πολυπληθούς ἀδελφότητος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας, διότι ἀπό τίς πρώτες προτεραιότητες τοῦ ἁγ. Ματθαίου ἦταν ἡ ἵδρυσις μονῶν, γιά τήν στήριξη τοῦ Ἀγῶνος τῆς Γνησίας Ὀρθοδοξίας.
Οἱ πρῶτες αὐτές ἑπτά ἀδελφές πού συγκεντρώθηκαν κάτω ἀπό τήν πνευματική καθοδήγηση του ἦσαν ἡ Μαρίνα Σουλακιώτου (Ἡγουμένη Μαριάμ, 1926 – 1953), ἡ Εἰρήνη Μενδρινοῦ (ἀρχικά Οἰκονόμος, 1926 - 1955, ἔπειτα Ἡγουμένη Εὐφροσύνη, 1955 – 1985), ἡ Μαρία Τσαγκάρη (μοναχή Μακαρία), ἡ Παναγιώτα Βουνισάκου (μοναχή Διονυσία), ἡ Μαρία Φαμέλη (μοναχή Μαρία), ἡ Ἀσημίνα Ταμπακάκη (μοναχή Ξένη) καί ἡ Ἑλένη Καρπαθάκη (μοναχή Συγκλητική, κατά σάρκα ἀνηψιά τοῦ ἁγ. Ματθαίου, κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του Ἱερέως Κωνσταντίνου, Δασκάλα στό ἐπάγγελμα).
Οἱ ἀδελφές αὐτές ζοῦσαν κοινοβιακῶς, προετοιμαζόμενες μέ τήν προσευχή, τήν ἄσκηση καί τήν μεταξύ τους καί πρός τόν Γέροντά τους ὑπακοή, γιά τήν ἔπειτα ζωή τους στήν Ἱερά Μονή Παναγίας.
Ἔμπειρος στά πνευματικά, ἀλλά καί στά διοικητικά τῶν μονῶν ὁ ἅγ. Ματθαῖος, ἀπό τῆς συστάσεως τῆς ἀδελφότητος, προχώρησε στήν ἀνάδειξη τῆς πνευματικῆς μητέρας τῶν ἀδελφῶν, τῆς Καθηγουμένης. Συνήθως οἱ πνευματικοί προεστῶτες τῶν μονῶν ἐκλέγονται ἀπό τούς ἀδελφούς ἤ τίς ἀδελφές καί σπανίως διορίζονται ἀπό τούς ἐπιχωρίους Ἐπισκόπους. Ὁ ἅγ. Ματθαῖος μποροῦσε νά ὁρίσει Ἡγουμένη κατά τήν κρίση του μία τῶν ἀδελφῶν, ὅμως ἤθελε ἡ Ἡγουμένη νά ἀναδειχθεῖ μέσα ἀπό μία συγκεκριμένη πνευματική διαδικασία, ἀπό τήν ὁποία θά ἀποδεικνύονταν ἡ αὐταπάρνηση καί ἡ ἀγάπη της πρός τόν Γέροντα καί τίς ἐν Χριστῶ ἀδελφές της.
Κάποια στιγμή ζήτησε ἀπό τίς ὑποτακτικές του νερό. Ὅπως ἦταν φυσικό καί ἀναμενόμενο, ὅλες ἔσπευσαν νά τόν ἐξυπηρετήσουν, παρά τό γεγονός ὅτι τότε δέν ὑπῆρχε στά σπίτια τρεχούμενο νερό. Στή συνέχεια διευκρίνισε, ὅτι ἤθελε νερό ἀπό τήν πηγή τῆς ἱστορικῆς Μονῆς Καισαριανῆς, στόν Ὑμητό. Καί πάλι ὅλες ἔδειξαν προθυμία νά πᾶνε νά τοῦ φέρουν, ἡ δόκιμη ὅμως Μαρίνα Σουλακιώτου ἐπέμενε περισσότερο.
«Καλά παιδί μου - τῆς εἶπε ὁ Ἅγιος Πατήρ, φωτιζόμενος ἀπό τό Πανάγιο Πνεῦμα - πήγαινε ἐσύ».
Μόλις ἡ δ. Μαρίνα πῆρε τήν στάμνα, ὁ μακάριος Γέροντας τήν φώναξε κοντά του.
«Βγάλε, παιδί μου τό μαντήλι σου» τῆς εἶπε. Ἡ δ. Μαρίνα ἔκανε ὑπακοή.
«Βγάλε καί τά παπούτσια σου», συνέχισε ὁ ἅγ. Ματθαῖος. Ἡ δ. Μαρίνα ἔκανε ὑπακοή, χωρίς νά προβάλλει τήν παραμικρή ἀντίρρηση.
Στή συνέχεια ὁ Ἅγιος Πατέρας πῆρε τό μαυρισμένο ἀπό τήν καπνιά τῶν ξύλων τηγάνι καί μαύρισε τό πρόσωπο τῆς ὑποτακτικῆς του! «Τώρα μπορεῖ νά ξεκινήσεις - εἶπε στή δ. Μαρίνα - ἀλλά νά πᾶς ἀπό τήν Ὀμόνοια»!
Ἡ ἀπαλή κορασίδα δ. Μαρίνα ξεκίνησε γιά τήν Μονή Καισαριανῆς ξυπόλητη, χωρίς μαντήλι, μέ μουτζουρωμένο τό πρόσωπο καί μία στάμνα στόν ὥμο! Πέρασε τήν κεντρική πλατεία Ὀμονοίας καί ὅλη τήν Ἀθῆνα μέ τά πόδια, ἀπό χωματόδρομους μέ πέτρες καί χαλίκια (τότε δέν ὑπῆρχαν ἀσφαλτοστρωμένοι δρόμοι), δίνοντας τήν ἐντύπωση τοῦ ψυχικά διαταραγμένου ἀτόμου, μιᾶς τρελλῆς πού βγῆκε ξυπόλητη μέ μία στάμνα στό δρόμο! Ἀντιμετώπισε τά πειράγματα τοῦ κόσμου, τά σφυρήγματα τῆς ἀλητείας τῶν δρόμων, τά χαχανιτά τῶν γυναικῶν, τά γιουχαρίσματα τῶν παιδιῶν! Κι ὅμως συνέχισε τόν ἐπώδυνο δρόμο τῆς ὑπακοῆς της, μία διά Χριστόν Σαλή στούς Ἀθηναϊκούς δρόμους!
Μετά ἀπό ἀρκετή ὥρα ὁ ἅγ. Ματθαῖος κάλεσε τίς ὑπόλοιπες ἕξι δόκιμες ὑποτακτικές του καί τούς εἶπε: «Τώρα πού θά ἔρθει ἡ ἀδελφή σας Μαρίνα, θά τῆς βάλετε μετάνοια, εἶναι ἡ Ἡγουμένη καί πνευματική σας μητέρα. Καί εἰδοποιῆστε ὅσους ἀδελφούς ἔχουν ἀρρώστους νά ἔρθουν, διότι τό νερό πού θά φέρει εἶναι τό νερό τῆς ὑπακοῆς καί θά κάνει θαύματα».
Ἔτσι ἀναδείχθηκε ἡ μαρτυρική Ἡγουμένη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Γερόντισσα Μαριάμ καί ἔτσι ἐνθρονίσθηκε στίς συνειδήσεις καί τίς καρδιές τῶν ἀδελφῶν της, μέ τήν μέχρι θυσίας καί τελείας αὐταπαρνήσεως ὑπακοή. (Προφορική μαρτυρία στόν γράφοντα τῆς Ἡγουμένης Εὐφροσύνης, τῆς Ἡγουμένης Ἐπιστήμης, τῆς Μοναχῆς Ἰουλιανῆς καί τοῦ Μοναχοῦ Παναρέτου).