2025/02/07

ΜΝΗΜΗ ΑΓΙΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ




Από την ευλόγηση των άρτων 
στο εορτάζον ιερό Παρεκκλήσιο
 του Οσίου Αντωνίου του Μεγάλου 
στην ενορία του 
Μαρκόπουλου Αττικής. 
Ιερούργησε ο Σεβασμιώτατος
 Ποιμενάρχης μας, 
Μητροπολίτης Αττικής 
και Μεγαρίδος κ. Κοσμάς.





Έλεγαν για τον αββά Αγάθωνα ότι πήγαν κάποιοι προς αυτόν, επειδή άκουσαν ότι έχει μεγάλη διάκριση, και θέλοντας να τον δοκιμάσουν αν πράγματι την ασκεί στη ζωή του τού λένε:

Εσύ είσαι ο Αγάθων; Ακούμε για σένα ότι είσαι πόρνος και υπερήφανος.

Κι αυτός είπε: Ναι, έτσι είναι.

Και του λένε: Εσύ είσαι ο Αγάθων ο φλύαρος και καταλάλος;

Κι αυτός είπε: Εγώ είμαι.

Του λένε πάλι: Εσύ είσαι ο Αγάθων ο αιρετικός;

Κι αποκρίθηκε: Δεν είμαι αιρετικός.

Και τον παρεκάλεσαν λέγοντας: Πες μας, γιατί, είπαμε τόσα για σένα και τα καταδέχτηκες, ενώ τον λόγο αυτόν δεν τον βάστασες;

Και τους λέει: Τα πρώτα τα επιγράφω στον εαυτό μου, γιατί είναι όφελος για την ψυχή μου. Το να δεχτώ όμως ότι είμαι αιρετικός, σημαίνει χωρισμό από τον Θεό. Κι εγώ δεν θέλω να χωριστώ από τον Θεό.

Κι αυτοί, αφού τα άκουσαν, θαύμασαν τη διάκρισή του και έφυγαν οικοδομημένοι.


Ο ΜΕΓΑΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΣΧΙΣΜΑΤΑ

(Πανεπιστημιακού Καθηγητού Θεολογίας π. Θεοδώρου Ζήση)

Μᾶς πληροφορεῖ λοιπόν ὁ Μ. Ἀθανάσιος ὅτι ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἦταν θαυμαστός ὄχι μόνον στά ἀσκητικά του κατορθώματα καί στούς ἀγῶνες του ἐναντίον τῶν δαιμόνων, ἀλλά καί ὡς πρός τήν πίστη καί τήν εὐσέβεια· «Καί τά πίστει δέ πάνυ θαυμαστός ἦν καί εὐσεβής». Δέν εἶχε καμμία κοινωνία μέ τούς σχισματικούς Μελιτιανούς, γιατί γνώριζε, ἀπό τήν ἀρχή πού ἐμφανίσθηκαν, τήν πονηρία καί τήν ἀποστασία τους. Δέν μίλησε ποτέ φιλικά μέ τούς Μανιχαίους ἤ ἄλλους αἱρετικούς, μόνον τούς συμβούλευε νά ἐπιστρέψουν στήν εὐσέβεια· πίστευε ὅτι ἡ συναναστροφή καί ἡ φιλία μέ αὐτούς εἶναι καταστροφή καί ἀπώλεια τῆς ψυχῆς· «ἡγούμενος καί παραγγέλλων τήν τούτων φιλίαν καί ὁμιλίαν βλάβην καί ἀπώλειαν εἶναι ψυχῆς». Σιχαινόταν ἐπίσης τήν αἵρεση τῶν Ἀρειανῶν, καί παρήγγελλε σέ ὅλους οὔτε νά τούς πλησιάζουν οὔτε νά ἔχουν τήν κακή τους πίστη· «Οὕτω γοῦν καί τήν τῶν Ἀρειανῶν αἵρεσιν ἐβδελύσσετο, παρήγγελλε τε πᾶσι μήτε ἐγγίζειν αὐτοῖς μήτε τήν κακοπιστίαν αὐτῶν ἔχειν». Ὅταν κάποτε τόν ἐπισκέφθηκαν φανατικοί Ἀρειανοί, ἀφοῦ μετά ἀπό συζήτηση κατάλαβε πώς ἦταν ἀσεβεῖς, τούς ἔδιωξε ἀπό τό ὄρος λέγοντας ὅτι τά λόγια τους ἦσαν χειρότερα ἀπό τό δηλητήριο τῶν φιδιῶν. Ἐπειδή μάλιστα διέδιδαν ψευδῶς οἱ Ἀρειανοί ὅτι συμφωνεῖ μαζί τους, ἀγανακτοῦσε καί θύμωνε ἐναντίον τους, γι᾽ αὐτό καί μετά ἀπό παράκληση τῶν ἐπισκόπων καί τῶν πιστῶν κατέβηκε ἀπό τό ὄρος καί πῆγε στήν Ἀλεξάνδρεια· ἐκεῖ ἀποκήρυξε τούς Ἀρειανούς καί εἶπε ὅτι εἶναι φοβερή αἵρεση καί πρόδρομος τοῦ Ἀντιχρίστου.

Σχετικά μάλιστα μέ τήν αἵρεση τῶν Ἀρειανῶν ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος εἶδε φοβερή ὀπτασία, ἐξ αἰτίας τῆς ὁποίας τόν εἶδαν μετά νά ἀναστενάζει καί νά κλαίει, διότι, ὅπως ἐξήγησε, πρόκειτο ἡ Ἐκκλησία νά γνωρίσει ἡμέρες ὀργῆς, νά παραδοθεῖ σέ ἀνθρώπους ὅμοιους μέ τά ἄλογα κτήνη· «Μέλλει τήν Ἐκκλησίαν ὀργή καταλαμβάνειν, καί μέλλει παραδίδοσθαι ἀνθρώποις ὁμοίοις ἀλόγοις κτήνεσιν». Εἶδε, δηλαδή, ὁ Ἅγιος νά κυκλώνουν τήν Ἁγία Τράπεζα τοῦ Ναοῦ μουλάρια, νά τήν κλωτσοῦν καί νά χοροπηδοῦν ἀτάκτως. Καί συγχρόνως ἄκουσε φωνή πού ἔλεγε ὅτι θά μιανθεῖ τό θυσιαστήριό μου· «Βδελυχθήσεται τό θυσιαστήριόν μου». Μετά ἀπό λίγες ἡμέρες ἐπιβεβαιώθηκαν τά τοῦ ὁράματος, διότι ἔγινε ἡ ἔφοδος τῶν Ἀρειανῶν στούς ναούς τῶν Ὀρθοδόξων, ἁρπαγή καί ἀφαίρεση ἱερῶν σκευῶν καί ἄλλες ἱερόσυλες πράξεις. Ἦταν πάντως καθησυχαστικός ὁ λόγος τοῦ Ἀντωνίου πρός ὅσους τότε ἀνησύχησαν γιά τήν ἐπικράτηση τῆς αἱρέσεως τοῦ Ἀρείου καί γιά ὅσους σήμερα ἀνησυχοῦμε γιά τήν κυριαρχία τῆς παναίρεσης τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὀργίσθηκε ὁ Θεός καί τά ἐπιτρέπει ὅλα αὐτά, ἀλλά πάλι θά τά θεραπεύσει. Ἡ Ἐκκλησία θά ἐπανεύρει τήν λαμπρότητά της, θά ἀποκατασταθοῦν οἱ διωχθέντες, καί ἡ μέν ἀσέβεια θά πάει νά κρυφθεῖ στίς φωλιές της, ἐνῶ ἡ Ὀρθοδοξία παντοῦ θά ἐμφανίζεται μέ παρρησία καί ἐλευθερία, ἀρκεῖ οἱ Ὀρθόδοξοι νά μή μολυνθοῦν ταυτιζόμενοι μέ τούς Ἀρειανούς. Ἡ αἵρεση δέν στηρίζεται στήν διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων, ἀλλά τῶν δαιμόνων καί τοῦ πατρός των, τοῦ Διαβόλου· εἶναι ἄγονη καί ἄλογη, ὅπως ἡ ἀλογία τῶν μουλαριῶν· «Μόνον μή μιάνητε ἑαυτούς μετά τῶν Ἀρειανῶν. Οὐκ ἔστι γάρ τῶν Ἀποστόλων αὕτη ἡ διδασκαλία ἀλλά τῶν δαιμόνων καί τοῦ πατρός αὐτῶν τοῦ Διαβόλου· καί μᾶλλον ἄγονος καί ἄλογος καί διανοίας ἐστίν οὐκ ὀρθῆς, ὡς ἡ τῶν ἡμιόνων ἀλογία».

Ἡ αἵρεση τῶν Ἀρειανῶν εἶχε τότε πολλούς ὑποστηρικτές, πολιτικούς καί στρατιωτικούς ἄρχοντες, ὅπως ἔχει καί σήμερα ὁ μασονοκρατούμενος Οἰκουμενισμός. Μεταξύ αὐτῶν καί ἕνας στρατηγός, ὀνομαζόμενος Βαλάκιος, ὁ ὁποῖος ἐδίωκε τούς Ὀρθοδόξους. Ἦταν τόσο σκληρός, ὥστε ἔδερνε ἀκόμη καί νεαρές παρθένες, γύμωνε καί μαστίγωνε μοναχούς. Τοῦ ἔστειλε λοιπόν ἐπιστολή ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος, στήν ὁποία τοῦ ἔλεγε νά σταματήσει τούς διωγμούς, διότι βλέπει νά ἔρχεται ἐναντίον του ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ. Ὅταν ἔλαβε τήν ἐπιστολή ὁ Βαλάκιος, γέλασε περιπαικτικά, τήν πέταξε κάτω, ἀφοῦ τήν ἔφτυσε, ἔβρισε αὐτούς πού τήν ἔφεραν καί τούς εἶπε νά μεταφέρουν στόν Ἀντώνιο τά ἑξῆς: Ἐπειδή φροντίζεις γιά τούς μοναχούς, τώρα θά στραφῶ καί ἐναντίον σου. Δέν πέρασαν, ὅμως, πέντε ἡμέρες καί ἐκδηλώθηκε ἐναντίον του ἡ ὀργή τοῦ Θεοῦ. Ξεκίνησε μαζί μέ τόν διοικητή τῆς Αἰγύπτου Νεστόριο νά ἐπισκεφθοῦν τά μοναστήρια, ἔφιπποι καί οἱ δύο σέ ἄλογα τοῦ Βαλακίου πού ἦσαν τά πιό ἥμερα ἀπό ὅσα εἶχε. Πρίν νά φθάσουν ὅμως στόν τόπο τοῦ προορισμοῦ τους, τό πιό πρᾶο ἀπό τά ἄλογα, αὐτό στό ὁποῖο ἐπέβαινε ὁ Νεστόριος, ξαφνικά ἐδάγκωσε τόν Βαλάκιο, τόν ἔρριξε κάτω καί κατεσπάραξε μέ τά δόντια τόν μηρό του. Τόν μετέφεραν ἀμέσως στήν πόλη, ἀλλά σέ τρεῖς ἡμέρες ἀπέθανε. Καί ὅλοι ἐθαύμαζαν, γιατί τόσο σύντομα ἐκπληρώθηκαν αὐτά πού εἶχε προείπει ὁ Ἀντώνιος.

Μερικοί ἐπίσκοποι τώρα ἔχουν καβαλλήσει τό καλάμι τῆς ἐπισκοπικῆς ἐξουσίας καί διώκουν μέ δικαστήρια καί ἐξώσεις ἀπό τούς ναούς ὅσους ἀγωνίζονται ἐναντίον παλαιῶν καί νέων αἱρέσεων. Ἄς πάρουν, γιά τό καλό τους, τό σχετικό μήνυμα καί ἄς μήν ἐκτοξεύουν ἀπειλές ἐναντίον μας. Ὁ Θεός ἔχει ράμματα γιά τίς γοῦνες ὅλων τῶν αἱρετικῶν καί αἱρετιζόντων, τῶν σχισματικῶν καί τῶν φιλοσχισματικῶν, καί σίγουρα ὄχι γιά τίς γοῦνες τῶν Ὀρθοδόξων.

Ἀκόμη καί στίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ζωῆς του ὁ Μ. Ἀντώνιος δέν παρέλειπε, μεταξύ τῶν ἄλλων νουθεσιῶν καί συμβουλῶν, νά προτρέπει τούς μοναχούς νά ἀκολουθοῦν τούς Ἁγίους καί ὄχι τούς αἱρετικούς καί σχισματικούς. Νά μή πλησιάζουν τούς σχισματικούς Μελιτιανούς, γιατί γνωρίζουν τήν πονηρή καί βέβηλη προαίρεσή τους, οὔτε νά ἔχουν κάποια κοινωνία πρός τούς Ἀρειανούς, τῶν ὁποίων ἡ ἀσέβεια εἶναι σέ ὅλους φανερή. Ἀκόμη καί ἄν τούς ὑποστηρίζουν στά δικαστήρια οἱ δικαστές, δέν πρέπει νά θορυβοῦνται, γιατί καί τῶν δικαστῶν ἡ ἐξουσία καί ἡ καύχηση εἶναι θνητή καί πρόσκαιρη. Νά μείνουν καθαροί ἀπό τίς αἱρέσεις καί τά σχίσματα καί νά τηροῦν καί τήν Παράδοση τῶν Πατέρων καί τήν εὐσεβῆ πίστη εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, τήν ὁποία ἔμαθαν ἀπό τήν Ἁγία Γραφή καί ἀπό ὅσα ὁ ἴδιος τούς ὑπενθύμισε.

Ἀκόμη καί λίγο πρίν κλείσει τά μάτια του καί ἀντικρύσει τό ἀνέσπερο φῶς τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί συγκαταριθμηθεῖ μετά τῶν ἄλλων Ἁγίων, τά ἴδια ἐπανέλαβε στούς δύο μαθητάς μοναχούς πού τόν ἐφρόντιζαν, καί δι᾽ αὐτῶν πρός ὅλους τούς πιστούς ὅλων τῶν αἰώνων: «Καί μηδεμία ἔστω ὑμῖν κοινωνία πρός τούς σχισματικούς μήθ᾽ ὅλως πρός τούς αἱρετικούς Ἀρειανούς. Οἴδατε γάρ πῶς κἀγώ τούτους ἐξετρεπόμην διά τήν χριστομάχον αὐτῶν καί ἑτερόδοξον αἵρεσιν. Σπουδάσατε δέ μᾶλλον καί ὑμεῖς ἀεί συνάπτειν ἑαυτούς, προηγουμένως μέν τῷ Κυρίῳ ἔπειτα δέ τοῖς ἁγίοις· ἵνα μετά θάνατον ὑμᾶς εἰς τάς αἰωνίους σκηνάς ὡς φίλους καί γνωρίμους δέξωνται καί αὐτοί».