2013/07/24

ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΥΣΑ ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ

 Τὸ κατὰ συνείδηση μαρτύριο 

Τοῦ κ. Ἰωάννου Κορναράκη

Ο ὅρος κατὰ συνείδηση μαρτύριο δηλώνει τὸ ψυχοδυναμικὸ πεδίο τῆς προσωπικότητας τοῦ ἀνθρώπου, στὸ ὁποῖο βιώνεται ἡ πορεία τῆς στενῆς καὶ τεθλιμμένης ὁδοῦ τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου. Στὸν ψυχικὸ αὐτὸ χῶρο ἐπικεντρώνεται ἡ πάλη καὶ ὁ πόνος τῶν λογισμῶν, τόσο τῶν θετικῶν ὅσο καὶ τῶν ἀρνητικῶν –τῶν πειρασμικῶν καὶ παθογόνων–, οἱ ὁποῖοι συνιστοῦν τὸ συνειδησιακὸ βάρος τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ.

Ὁ πνευματικὸς ἀγωνιστὴς τοῦ συνειδησιακοῦ μαρτυρίου ἐμπλέκεται στὴν αἰχμαλωσία τῶν βασανιστικῶν ἐρωτημάτων ποὺ συνιστοῦν τὸν πυρήνα του. Στὸν ψυχικὸ αὐτὸ χῶρο ἐγείρονται λογισμοὶ καὶ διαλογισμοὶ τῆς εὐαίσθητης συνείδησής του. Τῆς συνείδησης, ποὺ κυριευμένη ἀπὸ μία ἀνησυχητικὴ ψυχικὴ προβληματική, ἀναλώνεται στὴν ἀναζήτηση τῶν ἀπαντήσεων στὰ ἐρωτήματα αὐτά. Ὁ πνευματικὸς ἀγωνιστής, μὲ ἔκδηλη τὴν ἐσώτερη ψυχικὴ ἀγωνία, διερωτᾶται συνεχῶς, ἂν πράγματι εἶναι στὴν ὀρθὴ πορεία τῆς πνευματικῆς του ζωῆς καὶ πορεύεται κατὰ συνείδηση ἀγαθή, στὴν πορεία τῆς στενῆς καὶ τεθλιμμένης ὁδοῦ τῆς σωτηρίας.

Ἀπὸ τὴ φύση του, τὸ κατὰ συνείδηση μαρτύριο συνοψίζεται στὸ θέατρο ἑνὸς ἐνδοψυχικοῦ πολέμου λογισμῶν, ὅπως τὰ περιγράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γράφοντας στοὺς Κορινθίους ὅτι «ἐν σαρκὶ γὰρ περιπατοῦντες, οὐ κατὰ σάρκα στρατευόμεθα· τὰ γὰρ ὅπλα τῆς στρατείας ἡμῶν οὐ σαρκικὰ ἀλλὰ δυνατὰ τῷ Θεῷ πρὸς καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων· λογισμοὺς καθαιροῦντες καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐν ἑτοίμῳ ἔχοντες ἐκδικῆσαι (νὰ τιμωρήσουμε) πᾶσαν παρακοήν, ὅταν πληρωθῇ (ὅταν πραγματοποιηθεῖ) ἡμῶν ἡ ὑπακοή» (Β΄ Κορ. 10, 3-6). Ὁ ἀποστολικὸς αὐτὸς λόγος ἁρμόζει καὶ στὸ φορέα τοῦ κατὰ συνείδηση μαρτυρίου, ποὺ τὸ διακύβευμά του εἶναι ἀκριβῶς ἡ ὑπακοή του στὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀγωνία τοῦ κατὰ συνείδηση πνευματικοῦ ἀγωνιστῆ εἶναι ἐπικεντρωμένη στὴ θεοφιλῆ ὑπακοὴ στὸ θέλημα αὐτὸ καὶ εἶναι ὑποχρεωμένος κάποιους λογισμοὺς νὰ ἀπορρίπτει

Ἀπὸ τὴ φύση του, τὸ κατὰ συνείδηση μαρτύριο συνοψίζεται στὸ θέατρο ἑνὸς ἐνδοψυχικοῦ πολέμου λογισμῶν, ὅπως τὰ περιγράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, γράφοντας στοὺς Κορινθίους ὅτι «ἐν σαρκὶ γὰρ περιπατοῦντες, οὐ κατὰ σάρκα στρατευόμεθα· τὰ γὰρ ὅπλα τῆς στρατείας ἡμῶν οὐ σαρκικὰ ἀλλὰ δυνατὰ τῷ Θεῷ πρὸς καθαίρεσιν ὀχυρωμάτων· λογισμοὺς καθαιροῦντες καὶ πᾶν ὕψωμα ἐπαιρόμενον κατὰ τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ καὶ αἰχμαλωτίζοντες πᾶν νόημα εἰς τὴν ὑπακοὴν τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐν ἑτοίμῳ ἔχοντες ἐκδικῆσαι (νὰ τιμωρήσουμε) πᾶσαν παρακοήν, ὅταν πληρωθῇ (ὅταν πραγματοποιηθεῖ) ἡμῶν ἡ ὑπακοή» (Β΄ Κορ. 10, 3-6). Ὁ ἀποστολικὸς αὐτὸς λόγος ἁρμόζει καὶ στὸ φορέα τοῦ κατὰ συνείδηση μαρτυρίου, ποὺ τὸ διακύβευμά του εἶναι ἀκριβῶς ἡ ὑπακοή του στὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀγωνία τοῦ κατὰ συνείδηση πνευματικοῦ ἀγωνιστῆ εἶναι ἐπικεντρωμένη στὴ θεοφιλῆ ὑπακοὴ στὸ θέλημα αὐτὸ καὶ εἶναι ὑποχρεωμένος κάποιους λογισμοὺς νὰ ἀπορρίπτει καὶ κάποιους ἄλλους, ποὺ τὸν αἰχμαλωτίζουν σὲ ἔμμονες ἰδέες ἀμφίβολης πνευματικῆς ἀξίας, νὰ προσπαθεῖ νὰ τοὺς καθαιρεῖ, νὰ τοὺς γκρεμίζει μὲ ἔντονη ψυχικὴ δύναμη.

Μία ξεκάθαρη εἰκόνα τῆς ἀγωνιώδους ψυχικῆς καταστάσεως τοῦ φορέα τοῦ κατὰ συνείδηση μαρτυρίου, μᾶς δίνει ὁ ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὁ ὁποῖος ἐπισκέφθηκε ἕνα μοναστήρι, στὸ ὁποῖο ἡ ἄσκηση τῶν μοναχῶν κυριαρχεῖτο ἀπὸ πληθώρα ἐρωτημάτων, ἐκπορευομένων ἀπὸ τὴ βίωση τοῦ κατὰ συνείδηση μαρτυρίου.

Γράφει λοιπὸν ὁ ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος: Ὅταν ἔμπαινες στὸ χῶρο τῆς Μονῆς, ἔβλεπες μοναχοὺς μὲ κουρασμένα πρόσωπα, ἀπὸ τὴν ἀγωνία νὰ λένε: «Θὰ φανερωθῆ ἄραγε πλέον σ’ ἐμᾶς ὁ Κύριος; Καὶ ἄλλοι: ἐξώφλησε ἄραγε ἡ ψυχή μας τὸ χρέος τὸ ἀνυπέρβλητον; Ἄλλος: θὰ καταπραϋνθῆ ἄραγε τώρα πλέον ἀπὸ μᾶς ὁ Κύριος, θὰ τὸν ἀκούσωμε ἄραγε νὰ λέγη σ’ ἐμᾶς τοὺς δεμένους μ’ ἄλυτα δεσμά· «ἐξέλθετε»! Καὶ σ’ ἐμᾶς ποὺ εὑρισκόμαστε στὸν ἅδη τῆς μετανοίας «εἶστε συγχωρημένοι»; Ἔφθασε ἄραγε ἡ κραυγή μας στὰ αὐτιὰ τοῦ Κυρίου;

Ἄραγε ποιά θὰ εἶναι ἡ κατάληξις;... Ἄραγε ὑπάρχει συγχώρησις σ’ ἐμᾶς τοὺς σκοτεινούς, τοὺς ταπεινούς, τοὺς κατάδικους; Ἄραγε μπόρεσε ἡ δέησίς μας νὰ φθάση ἐνώπιον τοῦ Κυρίου; Ἄραγε μᾶς συμφιλίωσε ἡ δέησίς μας τελείως μὲ τὸν Κριτή; Ἄραγε ἐν μέρει; Ἄραγε γιὰ τὰ μισὰ τραύματά μας;... Ἄραγε μᾶς ἐπλησίασαν καθόλου οἱ φύλακές μας (ἄγγελοι) ἢ ἵστανται ἀκόμα μακρυά; Ἐὰν ἐκεῖνοι δὲν μᾶς πλησιάσουν, ὅλοι μας οἱ κόποι εἶναι μάταιοι καὶ ἀνωφελεῖς, διότι ἡ προσευχή μας... δὲν ἔχει δύναμι παρρησίας οὔτε φτερὰ καθαρότητος γιὰ νὰ φθάσει σ’ Αὐτόν»1.

Μετὰ τὴν παύση τῶν διωγμῶν τῶν χριστιανῶν, τὸ μαρτύριο τοῦ αἵματοςἀντικαταστάθηκε φυσιολογικὰ ἀπὸ τὸ κατὰ συνείδηση μαρτύριο. Ὁ φιλοκαλικὸς ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός, θὰ σημειώσει σχετικά: «Οἱ προφῆται, οἱ ἀπόστολοι καὶ οἱ μάρτυρες δὲν ἔμαθαν τὴν θεογνωσίαν καὶ τὴν σοφίαν ἐξ ἀκοῆς, ὅπως ἐμεῖς, ἀλλ’ αἵματα ἔδωσαν καὶ ἔλαβαν πνεῦμα. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες ἡμῶν, ἀντὶ μαρτυρίου αἰσθητοῦ, κατὰ συνείδηση ἐμαρτύρησαν, ἔχοντες ἀντὶ θανάτου πνευματικοῦ τὸν κατὰ προαίρεσιν γιὰ νὰ νικήση ὁ νοῦς τὰ σαρκικὰ θελήματα καὶ βασιλεύει ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν ᾧ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος, ἡ τιμὴ καὶ ἡ προσκύνησις νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν»2.

Ὁ κατὰ προαίρεση θάνατος εἶναι ἡ νέκρωση τοῦ προσωπικοῦ θελήματος, τῆς βούλησής μας, προκειμένου νὰ γίνεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ἡ νέκρωση αὐτὴ δὲν ἀποτελεῖ μία ἁπλὴ ἄρνηση τῆς ἁμαρτίας ἀλλὰ ἀπαιτεῖ ἐσωτερικὸ πόλεμο τοῦ νοῦ,τῆς διάνοιας, μὲ ὅλες τὶς πειρασμικὲς προκλήσεις τοῦ πονηροῦ πνεύματος, τὶς ὁποῖες διαχειρίζεται ἔντεχνα ὁ ἀντίδικος τοῦ ἀνθρώπου, ὁ διάβολος. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι τὸ κατὰ συνείδηση μαρτύριο εἶναι ἕνας ἀεικίνητος προβολέας νηπτικῆς ἑτοιμότητας καὶ ἐγρήγορσης τοῦ νοῦ στὴν ὀρθοτόμηση τῆς πνευματικῆς του λειτουργίας, στὴν ἀποφυγὴ ἢ ἄμυνα τῶν πειρασμικῶν προκλήσεων καὶ στὴ σταθερὴ πορεία του στὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας, τὴν ὁποία τοῦ φωτίζει ἡ καθαρὴ συνείδηση. Γράφει στὸν Τιμόθεο, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὅτι οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ πρέπει νὰ πολιτεύονται θεοφιλῶς «ἔχοντες τὸ μυστήριον τῆς πίστεως ἐν καθαρᾷ συνειδήσει» (Α΄ Τιμ. 3, 9).

Στὴ δεύτερη δὲ πρὸς αὐτὸν ἐπιστολή του, ἐπαναλαμβάνει «χάριν ἔχω τῷ Θεῷ, ᾧ λατρεύω ἀπὸ προγόνων ἐν καθαρᾷ συνειδήσει» (Β΄ Τιμ. 1, 3). Ἑπομένως καὶ τὸ κατὰ συνείδηση μαρτύριο ἀποσκοπεῖ στὴ διατήρηση τῆς καθαρότητας τῆς συνείδησης. Τῆς συνείδησης ποὺ δὲν ἐκτρέπεται σὲ σκολιοὺς δρόμους ἐπιλογῆς, ἀλλὰ μένει σταθερὴ καὶ ἀμετακίνητη στὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας, ποὺ εἶναι ὁ Χριστός.

1. Λόγος Ε΄, Περὶ Μετανοίας, PG 88, 769Α (μετάφραση ἀρχιμ. Ἰγνατίου, Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου, Ὠρωπὸς Ἀττικῆς 2002, σ. 124-125).
2. Λόγοι συνοπτικοὶ πνευματικῆς γνώσεως, Φιλοκαλία τῶν Ἱερῶν Νηπτικῶν, τ. Γ΄, ἐκδ. οἶκος «Ἀστήρ» Παπαδημητρίου, Ἀθῆναι 1959, σ. 168.

Πηγή: Περιοδικό "Π.Ε.", τεύχος 249.