ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΣΚΑΡΤΣΙΟΥΝΗ, ΚΑΘΗΓΗΤΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ
«ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΟΡΘΟΠΡΑΞΙΑ»
[Ομιλία εκφωνηθείσα στην Συνοδική εκδήλωση της Εκκλησίας Γ.Ο.Χ. Ελλάδος για την Κυριακή της Ορθοδοξίας του 2010 στον Καθεδρικό Ιερό Ναό Τιμίου Προδρόμου (Ρουφ) της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Δημοσιεύτηκε σε τρία μέρη (τεύχη 38, 39 & 40) στο περιοδικό «Θηβαϊκή Φωνή» της Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας.]
Και ρωτούν μετά από όλα αυτά τα εξωφρενικά και προδοτικά οι ανησυχούντες Νεοημερολογίτες: «Είναι δυνατόν να δεχθούμε το παπικό πρωτείο, όπως αυτό κατανοήθηκε και ερμηνεύτηκε στην Α΄ Βατικανή Σύνοδο»; «Μπορούμε να δεχθούμε τον πάπα ως αλάθητο εκφραστή της συνειδήσεως της Εκκλησίας, αφού μπορεί να καταργήσει ακόμη και τις Οικουμενικές Συνόδους»; «Είναι δυνατόν να δεχθούμε έναν άνθρωπο στην Εκκλησία ως αλάθητο»;
Εφόσον, κύριοι Νεοημερολογίτες, μνημονεύετε τους ουνίτες επισκόπους και τους ακολουθείτε ακόμη, όλα τα παραπάνω τα δεχθήκατε και είστε, έστω κι αν δεν το ομολογείτε, εν ενεργεία οικουμενιστές και κακόδοξοι, είναι σαν να υπογράψατε οι ίδιοι. Καταλάβετέ το, ό,τι είναι οι επίσκοποι σας, είστε και εσείς. Αυτό διδάσκει η ορθόδοξη δογματική και η πατερική παράδοση. Γι’ αυτό και ο καθηγητής κ. Τσελιγγίδης, πικραμένος, γράφει εν κατακλείδι στην εισαγωγή: «Από τις αρχές του 20ου αιώνα, με την γνωστή πατριαρχική εγκύκλιο του 1920, άρχισε να παραμερίζεται ουσιαστικά η σύσταση του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά προς τους Ρωμαιοκαθολικούς… Έτσι εγκαινιάσθηκε μία άλλη πορεία, με αναπόφευκτή συνέπεια τώρα «να πηγαίνουμε αλλού, χωρίς (ίσως) να το καταλαβαίνουμε». Το ίσως δεν χρειαζόταν να γραφεί εδώ, διότι ό,τι γίνεται, γίνεται με επίγνωση και από τις δύο πλευρές.
Δυστυχώς, στα δίχτυα της φοβερής αίρεσης του Οικουμενισμού δεν έπεσαν μόνο οι Νεοημερολογίτες από το 1924, δια της εισαγωγής του παπικού ημερολογίου, προκειμένου να συνεορτάζουν μετά των Λατίνων και των πάσης φύσεως αιρετικών, αλλά οικουμενιστές αποδεικνύονται και πολλοί Παλαιοημερολογίτες, οι οποίοι έχουν κοινωνία με τους Νεοημερολογίτες οικουμενιστές.
Η Εκκλησία μας, η οποία αποτελεί χάριτι Θεού, την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, δεν έχει καμμία σχέση με τα «ήξεις αφήξεις» ορισμένων ψευτοπαλαιοημεροογιτών, ούτε με τα «δυνάμει και ενεργεία», τα οποία τους μεγάλη σύγχυση και σκανδαλισμό και ζημία προξένησαν και προξενούν από το 1937 στην Εκκλησία.
Ο επιστημονικός όρος «δυνάμει και ουχί ενεργεία» έδωσε άφεση αμαρτιών στους οικουμενιστές, τους ενθάρρυναν να αποθρασυνθούν, και ουσιαστικά αποτελεί την γέφυρα και τον ομφάλιο λώρο, που συνδέει τους Παλαιοημερολογίτες αυτούς με τον Οικουμενισμό.
Η αυθαίρετη κι αντικανονική ημερολογιακή μεταβολή του 1924 και η καταπάτηση της ιεράς παράδοσης του εορτολογίου με τρόπο συνωμοτικό, επί μεγάλη ζημία του ορθοδόξου ποιμνίου, προκειμένου να συνεορτάζουμε με τους αιρετικούς οικουμενιστές, η αλλαγή αυτή είναι ήδη αναθεματισμένη, όχι μόνον από τρεις πανορθοδόξους Συνόδους του 16ου αιώνα (1583, 1587 και 1593), αλλά και από τις Αγίες Οικουμενικές Συνόδους οι οποίες κηρύττουν: «Ημείς τους προστιθέντας τι η αφαιρούντας εκ της Καθολικής Εκκλησίας ΑΝΑΘΕΜΑΤΙΖΟΜΕΝ». Και όπως αναφέρει η εγκύκλιος των Πατριαρχών της Ανατολής του 1848, «άπαντες ουν οι νεωτερίζοντες ή αιρέσει ή σχίσματι, εκουσίως ενεδύθησαν κατάραν ως ιμάτιον, καν τε πάπαι, καν τε πατριάρχαι, καν τε κληρικοί, καν τε λαϊκοί, καν Άγγελος εξ ουρανού». Άλλωστε και η φωνή του Αγίου Ιγνατίου του θεοφόρου μας υπενθυμίζει: «Πας ο λέγων παρά τα διατεταγμένα, καν τε αξιόπιστος ή, καν νηστεύει, καν παρθενεύει, καν σημεία ποιεί, καν προφητεύει, λύκος σοι φαινέσθω εν προβάτω δορά, προβάτων φθορά κατεργαζόμενος».
Στυλοβάτης της Εκκλησίας, ως γνωστόν, υπήρξε ο αοίδιμος ομολογητής Αρχιεπίσκοπος κυρός Ματθαίος στα δύσκολα χρόνια του σχίσματος των Νεοημερολογιτών οικουμενιστών, ιδίως μετά την προδοσία του αγώνος της Εκκλησίας των Γ.Ο.Χ.
Η Εκκλησία μας που διαφυλάττει μέχρι σήμερα απαραχάρακτη την αποστολική πίστη και διαδοχή, καταδικάζει με όλε όλες τις αιρέσεις και την παναίρεση του Οικουμενισμού. Επίσης, καταδικάζουμε κάθε νεώτερη θρησκευτική παραφυάδα και αίρεση, όπως Μασονισμό, Χιλιασμό, την νεοφανή εικονομαχία (νεοεικονομαχία), αλλά και κάθε συγγραφή προσβάλλει το δόγμα της Αγίας Τριάδος και καθυβρίζει το Κύριο και Θεός μας Ιησούν Χριστόν.
Όλα αυτά, μαζί με τον υλιστικό και ευδαιμονικό τρόπο ζωής, είναι τα πλοκάμια της σύγχρονης λερναίας ύδρας, της παναίρεσης του Οικουμενισμού, όπως και η αντίχριστη αγγλικανική «θεωρία των κλάδων», η οποία κηρύττει ότι η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Χριστού είναι σαν ένα δένδρο με πολλούς κλάδους. Οι διάφορες «χριστιανικές ομολογίες», δηλαδή αιρετικές παραφυάδες, είναι, κατά την βλάσφημη αυτή θεωρία, κλάδοι του δένδρου αυτού, οι οποίες παραφυάδες κατέχουν μέρος της αλήθειας (άκουσον, άκουσον) και όταν ενωθούν όλες αυτές, οι αμετανόητοι δηλαδή αιρετικοί με τους Ορθοδόξους, τότε θα επανασυσταθεί η Εκκλησία του Χριστού!
Πάνω σε αυτή τη βλάσφημη θεωρία βασίζεται και εργάζεται το «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών», δηλαδή των αιρετικών, προς αφομοίωση και εξαφάνιση των Ορθοδόξων. Στους οικουμενιστές οι οποίοι διαδίδουν ότι οι αιρετικές διδασκαλίες του πάπα δεν καταδικάσθηκαν από Συνόδους απαντούμε: Όλοι γνωρίζουμε σήμερα ότι ο παπισμός είναι αίρεση καταδικασμένη από πολλές Συνόδους της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αναφέρουμε τις κυριότερες από αυτές.
Η Ορθόδοξος Εκκλησία δια της Συνόδου του 867 καταδίκασε τις λατινικές ετεροδιδασκαλίες και καινοτομίες. Η μεγάλη Σύνοδος του 879, στην Κωνσταντινούπολη, αναθεμάτισε όσους κάνουν την προσθήκη του Φιλιόκβε στο Σύμβολο της Πίστεως.
Τις λατινικές κακοδοξίες καταδίκασε Σύνοδος του 1054, όταν έγινε και το οριστικό σχίσμα.
Επίσης, Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, το 1440, Σύνοδος στην Ρωσία, το 1441, Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, το 1484, καταδίκασαν και αποκήρυξαν την ψευδοσύνοδο της Φλωρεντίας, επειδή δεν θεώρησε αιρετικές τις καινοτομίες της Δύσης και προέβη στην «Ένωση».
Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη, το 1722, καταδίκασε τις λατινικές κακοδοξίες και αποφάνθηκε ότι «οι Λατίνοι εξαπατούν τους Ορθοδόξους, τους βγάζουν από τα ευσεβή δόγματα και τους σύρουν στον βυθό της απώλειας.
Σύνοδος του 1727, αποκήρυξε τις ετεροδιδασκαλίες των λατίνων, παλαιές και νέες, και τις χαρακτηρίζει «εφευρήματα και γεννήματα ηπατημένης διανοίας».
Σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη κατά το 1838 καταδίκασε δριμύτατα τις ετεροδιδασκαλίες του παπισμού, «ως βλάσφημους κατά της ευαγγελικής αλήθειας» και ως «εωσφορική πλάνη και ως απομάκρυνση από του Θεού και της αμώμου και αδόλου πίστεως του Ιησού Χριστού».
Σύνοδος του 1848 καταδίκασε τον παπισμό ως αίρεση, η οποία ανατρέπει όλες τις Οικουμενικές Συνόδους διά των πλανών του.
Σύνοδος του 1895 καταδίκασε τις ετεροδιδασκαλίες του παπισμού ως «φρονήματα υπερφιάλου αλαζονείας».
Επίσης, όλως ιδιαιτέρως, κατά την σημερινή ημέρα, Κυριακή της ορθοδοξίας, είμεθα υποχρεωμένοι να καταδικάσουμε κάθε τι που μας προσφέρει η σύγχρονη τεχνολογία για την εξυπηρέτηση μας, και το οποίο συνοδεύεται από τον δυσώνυμο αριθμό του Αντιχρίστου (666). Και τούτο, διότι η χρήση του αριθμού αυτού απαγορεύεται από την Ιερά Αποκάλυψη, καθότι μας εθίζει και μας οδηγεί στο τελικό και απαίσιο χάραγμα του ψευτομεσσία Αντιχρίστου (Αποκ. ΙΓ’, 16- 18).
Η εποχή αυτή, η οποία προφητεύθηκε 2000 χρόνια πριν, από τον Άγιο Απόστολο κι Ευαγγελιστή Ιωάννη, τον αγαπημένο μαθητή του Χριστού, πλησιάζει, αφού σταδιακά αλλά σταθερά οι σκοτεινές δυνάμεις, οι πρόδρομοι του μιαρού Αντιχρίστου, χάραξαν τα περισσότερα προϊόντα με το 666, και τώρα άρχισαν να χαράσσουν και τα προσωπικά έγγραφα των ανθρώπων. Δηλαδή, ολίγον κατ’ ολίγον, όπως προφητικά είπαν οι Άγιοι Πατέρες, μας μολύνουν και μας εθίζουν στη χρήση του απαίσιου και δυσώνυμου αυτού αριθμού του θηρίου, προκειμένου να αγοράζουμε ή να πουλούμε. Το τελικό βέβαια στάδιο του χαράγματος θα είναι το χάραγμα στο χέρι το δεξιό ή στο μέτωπο. Ωστόσο, η χρήση του αριθμού 666 στην καθημερινή μας ζωή πρέπει να μας προβληματίζει, αφού κατά την Ιερά Αποκάλυψη, χάραγμα, όνομα του Αντιχρίστου και αριθμός (666) είναι τα τρία ισοδύναμα πράγματα (Αποκ. ΙΓ’, 17). Το 666 δεν είναι ένας απλός αριθμός, αλλά σύμβολο και έμβλημα του Αντιχρίστου, όπως και ο σταυρός δεν είναι δύο απλές κάθετες γραμμές, αλλά έμβλημα των Χριστιανών, που τον τρέμουν οι δαίμονες, διότι είναι σύμβολο της θυσίας και του θριάμβου του Εσταυρωμένου Ιησού Χριστού.
Ως ορθόδοξοι χριστιανοί οφείλουμε με την χάρη του Θεού να αντισταθούμε ομολογιακά, και εάν έρθει η ευλογημένη ώρα, να μαρτυρήσουμε υπέρ της αληθείας, αρνούμενοι όλες τις μεθοδεύσεις των προδρόμων του Αντιχρίστου. Ο Κύριος ημών Ιησούς, όπως στεφάνωσε μέχρι τώρα τα εκατομμύρια των μαρτύρων, είναι έτοιμος να στεφανώσει και τους μάρτυρες της εποχής μας.
Η Ορθοδοξία απαιτεί και ορθοπραξία, δηλαδή καθώς πιστεύουμε, έτσι πρέπει να ζούμε, διότι εάν με την πίστη δεν συμφωνεί ζωή μας, τότε η πίστη είναι νεκρά και δεν μας ωφελεί.
Το πρόβλημα ημών των σημερινών ορθοδόξων χριστιανών, δεν είναι να αποδείξουμε ότι ο πάπας είναι αιρετικός, ούτε ότι οι Νεοημερολογίτες είναι εν ενεργεία οικουμενιστές και κακόδοξοι, διότι αυτό είναι ηλίου φαεινότερον.
Το πρόβλημα είναι στην ορθοπραξία. Εδώ σκοντάφτουμε όλοι, κατά το «πολλά πταίομεν άπαντες» της Γραφής. Και τούτο διότι ορθοπραξία σημαίνει θυσίες. Γι’ αυτό στο θέμα της ορθοπραξίας ο καθένας μας έρχεται να ακούσει αυτά που θέλει. Θέλει η ομιλία στο θέμα αυτή να είναι κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του. Και τούτο βέβαια έχει την εξήγηση του. Διότι άλλα θέλει και αντέχει να ακούσει ο δυνατός στην πίστη, ο προχωρημένος, και άλλα ο αδύνατος, ο ασθενής, ο αρχάριος.
Ο δυνατός στην πίστη θέλει ανεβασμένο τον πήχη και θα φύγει έτσι ευχαριστημένος και ανεβασμένος, δηλαδή ενισχυμένος. Ο ασθενής, αντιθέτως, κινδυνεύει να φύγει δυσαρεστημένος, ακόμη και σκανδαλισμένος. Γι’ αυτό δεν πρέπει να εξουθενώνουμε ούτε να απελπίζουμε τους ασθενείς ως προς την πίστη αδελφούς μας, πόσο μάλλον δεν πρέπει να τους κρίνουμε και να τους κατακρίνουμε. Αντίθετα, πρέπει να τους βοηθάμε με πολύ αγάπη και προσευχή και να μην σκανδαλιζόμαστε για τις όποιες πτώσεις τους. Δεν μου φταίει ο άλλος, ούτε με εμποδίζει η πτώση του άλλου να αγιάσω ή να μαρτυρήσω. Μην ξεχνάμε ότι ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο γίγας αυτός της Ορθοδοξίας, έλεγε ότι ο μεγαλύτερος εχθρός μου είναι Ιωάννη. Ο μεγαλύτερος, λοιπόν, εχθρός είναι ο εαυτός μας!
Ούτε όμως και το έργο που δεν συνοδεύονται από ευσεβή δόγματα τα δέχεται ο Θεός. Στην ορθόδοξη παράδοση το δόγμα και το ήθος, η πίστη και τα έργα, δεν εκλαμβάνονται χωριστά, αλλά μαζί. Πίστη και έργα αποτελούν για την ορθόδοξη παράδοση οργανική και αδιάσπαστη ενότητα. Αυτό διδάσκει η Αγία Γραφή και όλη η χορεία των αγίων Πατέρων (Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων, Άγιος Γρηγόριος Νύσσης, Συμεών Νέος Θεολόγος κ.α.). Αντίθετα, η δογματική πλάνη, η αίρεση, η παρέκκλιση δηλαδή από τα ορθά δόγματα, καταστρέφει όχι μόνο την ορθότητα της γνώσης του Θεού, την ορθοδοξία, αλλά νοθεύει και την ορθοπραξία.
Ο Μέγας Βασίλειος, γράφοντας προς τους επισκόπους της Δύσης, για τους διωγμούς των Ορθοδόξων από τους Αρειανούς, τονίζει ότι το έγκλημα που τιμωρείται σκληρά είναι τώρα «η ακριβής τήρηση των πατρικών παραδόσεων».
Ο Συμεών και Νέος θεολόγος, ο πνευματοδίδακτος και θεοδίδακτος αυτός άνθρωπος, λέγει χαρακτηριστικά ότι «όλα τα έργα και οι αρετές των ανθρώπων, που γίνονται χωρίς αναφορά στον Χριστό, που γίνονται ερήμην της θείας χάριτος, υπηρετούν τους δαίμονες, και δι’ αυτών αυτοδικαιώνονται και δαιμονοποιείται ο άνθρωπος».
Ο Άγιος Γρηγόριος Νύσσης γράφει σχετικά: Η αρετή της ευσέβειας έχει δύο όψεις. Την δογματική και την ηθική. Άρα για να είναι ολοκληρωμένη, τέλεια και θεάρεστη η κατά Χριστόν ζωή, πρέπει να συνδυάζει δόγμα και ήθος.
Όλος ο βίος του πιστού, μέλους της Εκκλησίας, πρέπει να είναι ένας διαρκής αγώνας για την τήρηση των εντολών του Ιερού Ευαγγελίου.
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι κρυμμένος στις εντολές Του και ανακαλύπτονται αναλόγως της εφαρμογής των εντολών του από εκείνους που τον ζητούν μας διδάσκει ότι η θεοσεβής ζωή συνίσταται από δογματική ευσέβεια και από πράξεις αγαθές.
Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής μας λέγει: Αυτός που δέχεται εντολή του Θεού και την εφαρμόζει, έρχεται σε μυστική κοινωνία με τον Τριαδικό Θεό και έχει εντός του μυστικώς την Αγία Τριάδα.
Στην ορθόδοξη παράδοση, το δόγμα και το ήθος είναι ενωμένα, είναι δύο μορφές του ίδιου πράγματος, είναι οι δύο όψεις ενός και του αυτού νομίσματος.
Οι συνέπειες του διαχωρισμού οποιουδήποτε δόγματος από το ήθος είναι ολέθριες, διότι νοθεύουν και διαφθείρουν την πνευματική ζωή των μελών της Εκκλησίας. Η Εκκλησία παύει να είναι «αγία και άμωμος» νύμφη του Χριστού, διότι χάνει την ακρίβεια και την καθαρότητα των δογμάτων, την καθαρότητα του βίου και την ορθότητα των ηθών, και έτσι καταντά Εκκλησία των πονηρευομένων. Γι’ αυτό μας παραγγέλει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ο μαθητής της αγάπης: «πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη διδαχή του Χριστού, Θεόν ουκ έχει, ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος και τον Πατέραν και τον Υιόν έχει, Ει τις έρχεται προς ημάς και ταύτην την διδαχή ου φέρει, μη λαμβάνεται αυτόν εις οικίαν, και χαίρειν αυτώ μη λέγετε. Ο γαρ λέγων αυτώ χαίρειν, κοινωνεί τοις έργοις αυτού τοις πονηροίς» (Β’ Ιωαν. 9- 11).
Ιδιαιτέρως οι σύγχρονοι ορθόδοξοι χριστιανοί οφείλουμε να προφυλαχθούμε από τις προσφερόμενες ανέσεις της υπερκαταναλωτικής εποχής μας, οι οποίες μας εκτρέπουν από την «στενή και τεθλιμμένη» οδό του ιερού Ευαγγελίου. Ο στόχος της ανόδου του βιοτικού επιπέδου της υλιστικής μας εποχής δεν πρέπει να παρασύρει τον ορθόδοξο χριστιανό στην αγωνιώδη μέριμνα και προσπάθεια των ειδωλολατρών της εποχής μας. Δεν είναι υπερβολή να πούμε, ότι οι προσφερόμενες ανέσεις της εποχής μας είναι το «πριόνι» της επιστήμης, με το οποίο πριονίζουμε το σταυρό που μας έδωσε ο Κύριος. Χαρακτηριστικό είναι το διδακτικό παράδειγμα που μας έστειλε αδελφός από το εξωτερικό: ο φύλακας άγγελος του Παραδείσου έδωσε σε κάποιον ένα σταυρό μήκος περίπου 3 μέτρων να τον μεταφέρει σε τρεις μέρες στον απέναντι λόφο και να τον υψώσει. Με αυτόν τον τρόπο θα κέρδιζε το Παράδεισο. Το απόγευμα της πρώτης μέρας κουράστηκε. Κοίταξε ολόγυρα και είδε σε ακατοίκητη αγροικία ένα πριόνι.
Σκέφτηκε: Ας τον πριονίσω λίγο να ελαφρύνει, άλλωστε σταυρό μου δώσανε, σταυρό θα παραδώσω. Αυτό συνεχίσθηκε και τις δύο επόμενες ημέρες. Λίγο προτού φθάσει στον λόφο για να υψώσει το σταυρό και να κερδίσει το πολυπόθητο Παράδεισο, συνάντησε φαράγγι βαθύ, το οποίο θα περνούσε βάζοντας τον σταυρό, ως γέφυρα. Όμως πριόνισε και πάλι τον σταυρό πονηρά και απερίσκεπτα. Μήπως κάτι ανάλογο κάνει και ο σημερινός χριστιανός με τις προσφερόμενες ανέσεις της εποχής μας;
Ο δρόμος του ορθοδόξου χριστιανού είναι γνωστός. Είναι η στενή και τεθλιμμένη οδός, την οποία βάδισαν τα πόδια των Αγίων της Εκκλησίας μας, είναι δάκρυ, ταπείνωση, προσευχή.
Η ζωή μας, εάν θέλουμε όχι να ονομαζόμαστε μόνον αλλά και να είμεθα ορθόδοξοι χριστιανοί, πρέπει να πορεύεται προς την στέρηση και όχι προς την βόλεψη.
Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας λέγει ότι η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η φιλαυτία, δηλαδή η φολισωματία, και η μεγαλύτερη αρετή είναι η καταφρόνηση της ανάπαυσης του σώματος.
Οι αρετές οι οποίες αποτελούν μια αδιάσπαστη ενότητα είναι όλες απαραίτητες, καθ’ ότι ενισχύει ή μία την άλλη. Όποιος καταφρονήσει μία αρετή, μία εντολή, γίνεται ένοχος όλου του νόμου, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο Απόστολος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος μας λέγει ότι η αρετή είναι το να περιφρονεί κανείς όλα τα πράγματα του παρόντος κόσμου, να σκέπτεται ο χριστιανός κάθε στιγμή τα μέλλοντα και να αναγνωρίζει ότι όλα τα ανθρώπινα είναι σκιά και όνειρο. Αρετή είναι το να διάκειται ο χριστιανός ως νεκρός απέναντι στις τέρψεις και τις υποσχέσεις της παρούσης ζωής.
Ο ορθόδοξος χριστιανός οφείλει να έχει προ οφθαλμών του μόνον εκείνα που αναφέρονται στην πνευματική του ωφέλεια και στην σωτηρία της ψυχής του και να μην αγωνιά για τα υλικά και τα πρόσκαιρα, σύμφωνα με τον λόγο του ιερού Ευαγγελίου: «Ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνη αυτού και πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. ΣΤ’, 33), Ορθοδοξία στην πράξη είναι η απάρνηση του εαυτού μας, είναι το να αφεθούμε στα χέρια του Θεού. Ο Θεός είναι αυτός ο οποίος μας χαρίζει την νίκη και μας αξιώνει να γίνομαι συγκληρονόμοι Του. Η αρετή χριστιανού δεν είναι δικό του κατόρθωμα, αλλά καρπός και δωρεά της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος.
Γι’ αυτό, μόνο μέσα στην Εκκλησία, δια της εν Χριστώ ζωής και της θείας Χάριτος, μπορούμε να επιτύχουμε το «καθ’ ομοίωσιν», να γίνουμε δηλαδή κατά χάριν θεοί.
Γι’ αυτό και οι Άγιοι διακρίνουν και τονίζουν την διαφορά μεταξύ καλών, «ευσεβών» ανθρώπων, και καλών, ευσεβών χριστιανών. Άλλο καλός άνθρωπος και άλλο καλός χριστιανός.
Στη Σύνοδο της Καρθαγένης αναφέρεται ότι «όποιος χριστιανός ισχυριστεί πως έκανε κάτι από μόνος του, χωρίς αναφορά στην θεία χάρη του Χριστού, να είναι αναθεματισμένος».
Σίγουρα στον κόσμο, όπως γράφει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, υπάρχουν πολλοί πεινώντες και διψώντες και ειρηνοποιοί και πτωχοί το πνεύματι και πενθούντες, αλλά όχι για χάριν του Χριστού. Διότι, για παράδειγμα, σήμερα υπάρχουν αμέτρητοι πενθούντες, όχι για τις αμαρτίες τους, αλλά γιατί έχασαν αγαπημένα πρόσωπα, υλικά πράγματα ή κάτι άλλο πολύτιμο αγαθό. Και υπάρχουν επίσης πολλοί ονειδιζόμενοι και υβριζόμενοι, όχι για χάριν του Χριστού, αλλά για τις αισχρές και ακατονόμαστες πράξεις τους.
Ό,τι λοιπόν κάνει ο Χριστιανός με την χάρη του Θεού, ό,τι συνιστά αρετή, πρέπει να γίνεται εν Χριστώ και προς δόξα του Χριστού.
Ορθοδοξία στην πράξη είναι η άρση του σταυρού, είναι ο αγώνας ο ισόβιος κατά των παθών μας και του διαβόλου. Το όπλο δε του χριστιανού στον αγώνα αυτό είναι η Θεία Χάρις του Χριστού. "Χάριτι έστε σεσωσμένοι", αναφωνεί ο Άγιος Απόστολος στην προς Εφεσίους επιστολή (Εφεσ. Β’, 5).
Την Θεία Χάρη οφείλει να ζητεί με αδιάλειπτη προσευχή ο σημερινός ορθόδοξος χριστιανός, περιφρονώντας τον αμαρτωλό κόσμο, χάριν του Ιησού Χριστού.
Στον Ιησού Χριστό και θεός μας πρέπει να διαθέτουμε τον χρόνο μας, διότι κατά τους Αγίους Πατέρες, ο χρόνος που δεν διατίθεται για τον Χριστό, διατίθεται για τον διάβολο. Ας αντιληφθούμε, επιτέλους, πόση πνευματική ζημία προξενούν τα μέσα μαζικής ενημερώσεως στον σύγχρονο χριστιανό. Ο διάβολος με το πρόσχημα της ενημέρωσης, μας κλέβει το πολύτιμο χρόνο, τον οποίο κάποτε ματαίως θα αναζητήσουμε.
Ο Χριστός περιμένει να του μιλήσουμε, όμως εμείς είμαστε απασχολημένοι στο καφενείο του Σατανά και μαγεμένοι από τις κάθε λογής σειρήνες που επιχειρούν να μας αποπλανήσουν.
Το ορθόδοξο χριστιανικό ήθος απαιτεί από μας αντίσταση στο κακό, απαιτεί βία, καθ’ ότι «η βασιλεία των ουρανών βιάζεται και βιασταί αρπάζουσιν αυτήν» (Ματθ. ΙΑ’, 12). Πως συμβιβάζεται, π.χ. ορθόδοξο χριστιανικό ήθος και τηλεόραση και προβαλλόμενα είναι αντίθετα προς το θέλημα του Θεού;
Πως απαιτεί και επιχειρεί να συνδυάσει ο σύγχρονος ορθόδοξος χριστιανός ορθόδοξο ήθος και γέλωτες και αισχρότητες και απρεπείς επιθυμίες; Πως ζητούμε να συνδυάσουμε Χριστό και διάβολο; Πως ζητούμε να βιώσουμε ένα σχιζοφρενικό ορθόδοξο ήθος, έχοντας τον Χριστό στον ώμο και τον διάβολο παραμάσχαλα; Με ποιο δικαίωμα κρίνουμε και κατακρίνουμε αδελφούς και τους θεατρίζουμε και εκδίδουμε πιστοποιητικά για την κόλαση; Και το χειρότερο, με ποιο δικαίωμα γινόμαστε ιεροκατήγοροι; Στην αμαρτία δεν υπάρχουν κεκτημένα δικαιώματα. Το ορθόδοξο χριστιανικό ήθος απαιτεί να κόψουμε κάθε σχέση με τον διάβολο και τα έργα αυτού. Το ορθόδοξο ήθος απαιτεί αγόγγυστο υποταγή και συμμόρφωση στο άγιο θέλημα του Κυρίου, απαιτεί θυσίες, απαιτεί να ξεχάσουμε την καταραμένη λέξη «γιατί», όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τις θλίψεις και τις δοκιμασίες, απαιτεί τον ημερήσιο και νυκτερινό κόπο μας, κατά τον Άγιο Ισαάκ τον Σύρο, απαιτεί να γεμίσουμε την κολυμβήθρα της μετανοίας με τόσα δάκρυα όσο ήταν το νερό που βαπτιστήκαμε. Ο σωστός χριστιανός δεν σκανδαλίζεται.
Η Εκκλησία μας, επίσης, εύχεται και περιμένει να επανέλθουν οι πεπλανημένοι. Να επανέλθουν όλοι, εν μετανοία ειλικρινά.
Πότε όμως δεν θα νοθεύσουμε την αλήθεια του Χριστού εν ονόματι της αγάπης, διότι αγάπη χωρίς την αλήθεια είναι απάτη.
Όσοι διαλαλούν και υποκρίνονται αγάπη προς τους αιρετικούς, μεγαλύτερη από την αγάπη των αγίων Αποστόλων και των αγίων Πατέρων, είναι εχθροί της αλήθειας του Χριστού, διότι εξισώνουν την αλήθεια με το ψεύδος, και με το πρόσχημα της αγάπης προδίδουν και ξεπουλούν την αγία μας Ορθοδοξία.
Μην ξεχνάμε ότι στο όνομα της «αγάπης» προετοιμάζεται πυρετωδώς από τους Οικουμενιστές η πανθρησκεία του Αντιχρίστου.
Στώμεν καλώς, Στώμεν μετά φόβου.