2011/07/16



Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΠΙΣΤΙΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΣΧΙΛΙΕΤΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΗΣ


«ουκ αρνησόμεθα σε φίλη Ορθοδοξίαν…»


Υπό Επίκουρου Καθηγητή Οφθαλμολογίας Πανεπιστημίου Harvard κ. Γεωργίου Βάββα


[Ομιλία εκφωνηθείσα κατά τη Συνοδική Εκδήλωση στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Γ.Ο.Χ. Αθηνών για τον επίσημο εορτασμό της εφετινής Κυριακής της Ορθοδοξίας. Το κείμενο δημοσιεύτηκε σε δύο τμήματα στα τεύχη 44 & 45 της «Θηβαϊκής Φωνής» της Εκκλησίας Γνησίων Ορθοδόξων.]

Σεβασμιώτατε Άγιε Επίσκοπε Θηβών και Λεβαδείας
και Πρόεδρε της Ιεράς Συνόδου κ.κ. Χρυσόστομε,
Άγιοι Αρχιερείς,
Τίμιον Πρεσβυτέριον,
οσιώτατοι Μοναχοί και Μοναχαί,
ευσεβείς Ιεροψάλται,
τω όντι, λαέ του Θεού Περιούσιε,


Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μας παρακινεί προς μάθηση του καλού, παραγγέλλοντας μας «ερευνάτε τας γραφάς, ότι εν αυταίς ευρήσεται ζωήν αιώνιον». Σε αυτές τις γραφές και στο Συνοδικό της Αγίας Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου, υπέρ της Ορθοδοξία, που διαβάσαμε σήμερα, διδασκόμεθα ότι είναι πρέπον και σωστό και να μαθαίνουμε και να ομιλούμε περί των ιστορικών γεγονότων των πανηγύρεων. Τοιουτοτρόπως, τιμούμε αυτούς που αγωνίστηκαν, με ενάρετον –θειά χάριτι- διαγωγή, υπέρ της Ορθοδόξου Πίστεως, και εδόξασαν το ενανθρωπήσαντα Υιόν και Λόγον του Θεού.

Μέσα στις Αγίες Γραφές και στο ως άνω Συνοδικό και στον Άγιο Δαμασκηνό τον Στουδίτη βλέπουμε να ονομάζουν τις μεγάλες πανηγύρεις και εορτές «Εγκαίνια της Εκκλησίας». Εγκαίνια που πρέπει να τιμούμε και να δίδουμε ευχαριστία στο Θεό και Πατέρα ημών.
Εγκαινιασμός σημαίνει καινούργησις. Σημαίνει να κάνουμε νέα, καινούργια την ζωή μας, να την ανανεώνουμε με πράξεις αγαθές και με αρετές. Αυτόν τον εγκαινισμό της ζωής εφάρμοσαν και οι Άγιοι Πατέρες όλων των εποχών και συνεπώς και κατά την 80ετή διάρκεια της εικονομαχίας, και τοιουτοτρόπως θεία δυνάμει- θεία δυνάμει- κατόρθωσαν και ανέσπασαν την άκανθα αυτής (της εικονομαχίας). Των Αγίων Πατέρων, λοιπόν, την ζωή πρέπει κι εμείς να μιμηθούμε, δηλαδή να πραγματοποιούμε τακτικά πνευματικό εγκαινισμό της ζωής μας.


Δι’ αυτόν το λόγο, ας ομιλήσομε λίγο διά την ιστορία της μεγάλης αυτής εορτής, της Κυριακής της Ορθοδοξίας, και τον αγώνα των Αγίων Πατέρων, ώστε και δι’ αυτούς να ομιλήσουμε και τα ώτα μας να αγιαστούν.
Η εικονομαχία ξεκίνησε το 720, όχι από το Βυζάντιο αλλά από την Περσία, όπου εκεί ο τοπικός άρχοντας με προτροπή κάποιας ομάδας Εβραίων, εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε στους Χριστιανούς την προσκύνηση των Ιερών Εικόνων. Παρά την διαβεβαίωση των εβραίων ότι με την έκδοση του διατάγματος θα βασίλευε επί πολλά έτη, ο πέρσης άρχοντας πέθανε σε ένα χρόνο. Ο διάδοχος του, με προτροπή τώρα των Χριστιανών και με θεληματική έξτρα φορολόγηση τους, επείσθη και κατάργησε το ασεβές εκείνο διάταγμα. Η ομάδα αυτών των εβραίων, αφού είδε ότι ηττήθηκε, προχώρησε προς το Βυζάντιο. Εκεί είδαν σημείο, ότι ο Λέων ο Ίσαυρος θα γίνει αυτοκράτωρ. Τον πλησίασαν του μίλησαν σχετικά, και ο Λέων τους ακούει και τους υπόσχεται ότι αν θα γίνει αυτοκράτωρ θα τους χαρίσει ότι του ζητήσουν. Όντως, κατά παραχώρηση Θεού, ένεκεν των αμαρτιών του κόσμου, ο Λέων έγινε βασιλεύς και άρχισε να βουλεύεται και να σκέπτεται πως θα διώξει τις εικόνες από την Εκκλησία και να τηρήσει την υπόσχεση που είχε δώσει στην ομάδα των εβραίων, η οποία του είχε προαναγγείλει το γεγονός της βασιλείας του.


Όπως όλων των αιρετικών πατέρας είναι ο διάβολος, που πάντοτε διαβάλλει την αλήθεια και τον Θεό στον άνθρωπο, ώστε να απομακρύνει από την θέωση και την σωτηρία του, έτσι και ο Λέων, ως γνήσιο τέκνο του διαβόλου, με το ψεύδος ήθελε να επιβάλει την αιρετική και δυσσεβή του γνώμη.


Δια τούτο και εμείς, ευλογημένοι χριστιανοί, ας κρατούμε βεβαία την πίστη μας. Ας πιστεύουμε ως είδαν οι προφήτες, ως δίδαξαν οι Απόστολοι, ως παρέλαβε η Εκκλησία του Θεού, ως δογμάτισαν οι Διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, ως κήρυξαν οι Ομολογητές, ως παρέδωσε ο Χριστός, και ως φανερώθηκε η αλήθειας. Ούτω ας λαλούμε, ούτω ας ομολογούμε το Χριστό Θεό αληθινό, ας τιμούμε τους Αγίους με λόγια, με νοήματα, στις εκκλησίες, με τα εικονίσματα στα σπίτια μας, ίνα τύχουμε της βασιλείας των ουρανών. Ης γένοιτο πάντας ημάς επιτυχείν εν Χριστώ τω αληθινώ Θεώ ημών, πρεσβείαις της Παναχράντου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου, και Αειπαρθένου Μαρίας, των φωτοειδών Αγγέλων και πάντων των Αγίων.
Πολλά παραδείγματα έχουμε να λάβουμε από τα ιστορικά γεγονότα της πρώτης εκείνης και μεγάλης σε χρονική διάρκεια εικονομαχίας.


Όπως τότε, έτσι και τώρα, επί χρόνια ταλανίζεται το πλήρωμα της Εκκλησίας από την νέο- εικονομαχία. Όπως τότε, έτσι και τώρα, για τις αμαρτίες του λαού κλυδωνίζεται το Σκάφος.
Ο Ευαγγελιστής Λουκάς (ΚΑ’ 8-3) μας εφιστά την προσοχή και μας λέει: «Προσέχετε δε εαυτοίς μηποτέ βαρυθώσιν υμών οι καρδίαι εν κραιπάλη και μέθη και μέριμνες βιωτικαίς, και αιφνίδιος εφ’ ημάς επιστή η ημέρα εκείνη.(35) ως παγίς γαρ επελεύσεται επί πάντας τους καθημένους επί πρόσωπον πάσης της γης.(36) αγρυπνείτε ουν εν παντί καιρώ δεόμενοι ίνα καταξιωθήτε εκφυγείν πάντα τα μέλλοντα γίνεσθαι και σταθήναι έμπροσθεν του υιού του ανθρώπου».


Όπως τότε, έτσι και τώρα, έχουμε εκφύγει της πραγματικής χριστιανικής ζωής. Αμελούμε τα καθήκοντα μας, τις προσευχές μας, την Ορθόδοξο Ομολογία. Συνεορτάζουμε με νεοημερολογίτες, εορτάζουμε γενέθλια. Μας κουράζει να ξυπνήσουμε νωρίς για την εκκλησία και καθυστερούμε πολύ για την προσέλευση μας. Δεν μας αρέσουν οι αγρυπνίες, ξεχνάμε την κατ’ οίκον προσευχή και άλλα πολλά… Δεν προσέχουμε τι ακούμε και θέτουμε τον εαυτό μας σε μεγάλο κίνδυνο.


Ο Απόστολος Παύλος με τις επιστολές του προς Τιμόθεο και Τίτο, επίσης μας παραγγέλλει να προσέχουμε: [ΤΙΜΟΘ. Α]: «μη ετεροδιδασκαλείν, μηδέ προσέχειν μύθοις και γενεαλογίαις απεράντοις, αίτινες εκζητήσεις παρέχουσιν μάλλον ή οικονομίαν Θεού την εν τη πίστει». [ΤΙΤΟΝ 14]: «μη προσέχοντες ιουδαϊκοίς και εντολές ανθρώπων αποστρεφομένων την αλήθειαν (15) πάντα καθαρά τοις καθαροίς. τοις δε μεμιαμμένοις και απίστοις ουδέν καθαρόν, αλλά μεμίανται αυτών και ο νους και η συνείδησις (16) Θεόν ομολογούσιν ειδέναι, τοις δε έργοις αρνούνται, βδελυκτοί όντες και απειθείς και προς παν έργον αγαθόν αδόκιμοι».
Ο Απόστολος Ιούδας, όχι μόνο μας παρακαλεί και μας παροτρύνει να αγωνιζόμαστε για την πίστη την αγία, αλλά και μας επισημαίνει χαρακτηριστικά των ανθρώπων των οποίων θα πρέπει να αποφεύγουμε την συναναστροφή, για να ελκύσουμε το έλεος του Θεού και να τύχουμε της αιωνίου ζωής. Ιδού τι μας γράφει: 11,3: «Αγαπητοί, πάσαν σπουδήν ποιούμενος γράφειν υμίν περί της κοινής σωτηρίας, ανάγκην έσχον γράψαι υμίν παρακαλών επαγωνίζεσθαι τη άπαξ παραδοθείση πίστη τοις αγίοις πίστει».


Όπως τότε, έτσι και τώρα, η αίρεση καλύπτεται με το πρόσωπο με το προσωπείο της αλήθειας. Τότε, ο Λέων προφασίζονταν ότι η προσκύνηση των εικόνων οδηγεί σε ειδωλολατρία. Ότι οι Γραφές το απαγορεύουν. Ότι σε λάθος δρόμο είναι το πλήρωμα της Εκκλησίας. Ω, της ανοησίας!


Έτσι και τώρα, οι νέο- εικονομάχοι διατείνονται ότι δεν αγιογραφείται ο Άναρχος Πατήρ, ότι δεν αγιογραφείται η Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ότι είμαστε δήθεν σε λάθος δρόμο, ότι πλανήθηκε το πλήρωμα της Εκκλησίας επί τόσα χρόνια που τιμά αυτές τις εικόνες.
Όπως τότε, έτσι και τώρα, δεν φρονούν τους ταπεινούς και απλούς λόγους των Αγίων Πατέρων αλλά σπουδάζουν να στηρίξουν τα υψηλόφρονα φληναφήματα των αιρετικών.
Όπως τότε, έτσι και τώρα, οι αιρετικοί αρπάζουν την εξουσία, τα πρωτόκολλα, τις καθέδρες, την περιουσία, είτε θεληματικώς είτε και βιαστικώς, όπως και με τα πρόσφατα γεγονότα στον Ιερό Ναό Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Πεύκη Αττικής.
Όπως τότε, ο λόγος τους ακούγεται στην επιφάνεια ωραίος, αλλά μέσα γέμει θανατηφόρο δηλητήριο της ψυχής.


Ανέκαθεν ο διάβολος σχηματίζεται ακόμη και σε άγγελο φωτός για να πλανήσει τον άνθρωπο. Ανέκαθεν και οι αιρετικοί, πατέρα έχοντες τον διάβολο, τον γεννήτορα του ψεύδους, τις συμβουλές αυτού ακολουθούν και τα υποδεικνυόμενα υπ’ αυτού έργα πράττουν.
Εμείς, ας ακούσουμε τι και ο Απόστολος Πέτρος μας συμβουλεύει ώστε να προσέχουμε εαυτούς και αλλήλους, να αποφεύγουμε τις ψευδείς διδαχές, να μισούμε το ψεύδος και να αγαπήσουμε την Αλήθεια, ίνα και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός μας ελευθερώσει από παντός πειρασμού.
Β’ ΠΕΤΡΟΥ 2,1: «Εγένοντο δε και ψευδοπροφήται εν τω λαώ, ως και εν υμίν έσονται ψευδοδιδάσκαλοι, οίτινες παρείσαξουσιν αιρέσεις απωλείας, και τον αγοράσοντα αυτούς δεσπότην αρνούμενοι επάγοντες εαυτοίς ταχινήν απώλειαν». 2,2: «και πολλοί εξακολουθησούσιν αυτών ταις ασέλγειαις, δι ους η οδός της αληθείας βλασφημηθήσεται». 2,3: «και εν πλεονεξία πλαστοίς λόγοις υμάς εμπορεύσονται, οις το κρίμα εκπάλαι ουκ αργεί, και η απώλεια αυτών ου νυστάξει». 2,9: «οίδε Κύριος ευσεβείς εκ πειρασμού ρύεσθαι, αδίκους δε εις ημέραν κρίσεως κολαζομένους τηρείν».


Τέλος, όπως τότε έτσι και τώρα, η αλήθεια, η Ορθοδοξία θα λάμψουν καθόσον «και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν». Αψευδής ο λόγος του Χριστού και Θεού ημών και τούτο δια δύο λόγους: Πρώτον: αδύνατον Θεόν ψεύδεσθαι, και, δεύτερον, μας έδωσε ο Ίδιος την βεβαίωση, ότι «οι λόγοι μου ου μη παρελθούσι».
Άλλα τι είναι πίστις; Για ποια πράγματα λέγεται η πίστις; Ποιά είναι η ορθή πίστη, η Ορθοδοξία; Πώς αυτή κατορθώνεται;


Ο Άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης μας δίνει έναν ωραίο ορισμό: Πίστις είναι εκούσιος (θεληματική) συγκατάθεσις. Είναι ενδιάθετος ύπαρξις(δηλαδή υπάρχει μέσα μας). Όταν κάποιος πείθεται σε κάτι, αυτό λέγεται πίστις.
Ορθοδοξία είναι η χωρίς ψεύδους περί Θεού και κτίσεως υπόληψις, η αληθής νόησης για τα πάντα. Η δόξα των πραγμάτων όπως πρέπει να είναι. Στους σύγχρονους, όμως, καιρούς, ο κόσμος είναι μακράν της ορθής πίστεως και της Ιεράς Παραδόσεως. Αναγνωρίζει «πολλές αλήθειες». Διό και ο Κύριος διερωτάται, «άρα ελθών ευρήσω την πίστιν».


Μήπως, όμως, υπάρχουν πολλές αλήθειες; Μήπως πολλοί έχουν Ορθοδοξία; Μεμέρισται ο Χριστός; Όχι. Ιδού πως μας διαβεβαιώνει ο θείος Παύλος (προς Εφεσίους, Κεφάλαιο 4ο): «…Σπουδάζειν τηρείν την ενότητα του πνεύματος εν τω συνδέσμω της ειρήνης. (4) εν σώμα και πνεύμα, καθώς και εκλήθητε εν μία ελπίδι της κλήσεως υμών. (5) εις Κύριος, μία πίστις, εν βάπτισμα. (6) εις Θεός και πατήρ πάντων, ο επί πάντων και διά πάντων και εν πάσιν».
Όθεν και εμείς υπακούοντες στην του θείου Παύλου παραγγελία, εμμένουμε εδραίοι και σταθεροί στην άπαξ δοθείσα ημίν αγία πίστη και κηρύττουμε στεντωρία τη φωνή: «Εις Κύριος Ιησούς, Χριστός, χθες και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας»! Τούτο το διασαφηνίζουμε και στα άρθρα του Συμβόλου της Πίστεως μας, ένθα ομολογούμε καθημερινώς, μεταξύ των άλλων, και ¨εις Μίαν Αγίαν Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν… Εν βάπτισμα εις άφεσιν αμαρτιών…»


Η πίστη αυτή, αγαπητοί αδελφοί, δεν είναι ανθρώπινη, αλλά αποκάλυψη Θεού. Πολλάκις ακούμε στο Ιερό Ευαγγέλιο: «Θάρσει. Η πίστις σου σεσωκέ σε. Πορεύου εις ειρήνη». Η πίστη είναι το τείχος προστασίας εκ του πονηρού και των πονηρών ανθρώπων. Είναι η πίστη μας, η πέτρα τουυ οικοδομήματος της Εκκλησίας.


Ρώτησε ο Ιησούς τους μαθητές του (Ματθ. ΣΤ’, 13- 19): «Υμείς δε τίνα με λέγητε είναι; (16) Αποκριθείς δε Σίμων Πέτρος είπε. Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος. (17) και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτώ. Μακάριος ει, Σίμων βαρ Ιωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ αποκάλυψε σοι, αλλ’ ο πατήρ μου εν τοις ουρανοίς.(18) καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει ο Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν, και πύλαι Άδου ου κατισχύσουσιν αυτής».


Από αυτή τη πίστη ξεκινάμε, λοιπόν, και προχωρούμε στην αρετή. Γιατί, όμως, αρκετοί εκφεύγουν της πίστεως; Όπως καταλαβαίνουμε από αυτά που προαναφέρθηκαν μέχρις στιγμής, δύο τινά χρειάζεται η πίστη για να στερεωθεί: ταπείνωση και έργα αγαθά. Απουσία ενός των δύο τούτων, οδηγεί στην αίρεση και στον χωρισμό από το Θεό.


Αναφέρει ο Απόστολος Παύλος, το στόμα του Χριστού, για την πίστη (προς Κορ. Β’,4): «Έχομεν δε τον θησαυρόν τούτον εν οστρακίνοις σκεύεσιν, ίνα η υπερβολή της δυνάμεως ή του Θεού και μη εξ ημών. (10) πάντοτε την νέκρωσιν του Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες, ίνα και η ζωή του Ιησού εν τω σώματι ημών φανερωθή».


[Ο αείμνηστος Άγιος Μεσσηνίας κυρός Γρηγόριος συνήθιζε να μας λέει: Κάποιος πρόγονος θα ήταν καλός και αξιωθήκαμε της Ορθοδοξίας. Δεν καυχιόταν για τον εαυτό του, τους αγώνες του, αλλά έδινε τιμή σε άλλους. Ας γίνουμε και εμείς μιμητές του.]
Αδελφοί, από την πράξη στην της θεωρίας ανάβαση οδηγούμεθα. Είναι, λοιπόν, πολύ καλά να ενθυμούμεθα και δη συχνά, τι λέγει ο Απόστολος και Αδελφόθεος Ιάκωβος και πρώτος Ιεράρχης Ιεροσολύμων (Ιάκ. Α’,2): «Πάσαν χαράν ηγήσασθε, αδελφοί μου, όταν πειρασμοί περιπέσητε ποικίλοις».
Μη ταλαντευόμαστε, αδελφοί μου, «Ανήρ δίψυχος, ακατάστατος εν πάσαις ταις οδού αυτού».
«Αδελφοί, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ος εν μορφή Θεού υπάρχων, ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το είναι ίσα Θεώ, αλλ’ εαυτόν εκένωσε μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος και σχήματι ευρεθείς ως άνθρωπος εταπείνωσεν εαυτόν γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλιπ. Β’, 6-8).


Ορθοδοξία είναι η αληθής και χωρίς ψεύδους συμπόρευση με τον Θεό, με τη ζωή του Χριστού, τη ζωή μακρά του κόσμου. (Αν είσαστε εκ του κόσμου, ο κόσμος θα σας αγαπούσε, είπε ο Χριστός στους μαθητές του). Ορθοδοξία είναι ζωή της θυσίας και της ταπείνωσης ενώπιον ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ.


Ο αείμνηστος κυρός Γρηγόριος, ο επί 51 χρόνια Επίσκοπος Μεσσηνίας, μας θύμιζε καθ’ εκάστην Ορθοδοξία ίσον Ταπείνωση και Ταπείνωση ίσον Ορθοδοξία.
Όπως μας δώρισε ο Θεός την ορθόδοξη πίστη, ένεκεν ευσεβών προγόνων μας, ας δωρίσουμε κι εμείς σε Αυτόν έργα αντάξια, έργα ευάρεστα Αυτώ. Ας ομολογήσουμε αυτή τη δωρεά της Ορθοδόξου Πίστεως σθεναρώς, και ταύτα ποιούντες και επισφραγίζουμε αυτά με την σωτήριο ταπείνωση. Και για να κατορθώσουμε αυτή την μεγαλύτερη των αρετών, την ταπείνωση, χρειαζόμαστε κάποια πολύ δυνατά φάρμακα: α) Την μνήμη των αμαρτιών μας καθ’ εκάστην, β) την αδιάλειπτο προσευχή, και γ) την καθαρά τήρηση της ομολογίας της πίστεως μας, «μη συσχηματιζόμενοι τω αιώνι τούτω». Τοιουτοτρόπως πράττοντας, αφενός μεν, θα δυνηθούμε να πούμε και ημείς το του Αποστόλου Παύλου «την πίστιν τετηρήκαμεν, τον δρόμον ετελέσαμε, λοιπόν απόκειται και ημίν ο της δικαιοσύνης στέφανος», αφ’ ετέρου δε, θα δοξάζεται και δι’ ημών το Πανάγιο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.