2015/08/20

Ο ΜΕΣΣΗΝΙΑΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ ( +2009)

Ο αοίδιμος Μητροπολίτης Μεσσηνίας κυρος ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ (κατά κόσμον Γεώργιος Ρούσσης) γεννήθηκε το 1923 στον Πειραιά, έλκων την καταγωγή εκ Δωδεκανήσου. Απο τα παιδικά του χρόνια εργαζόταν για την επιβίωση του ενώ αργότερα σπούδαζε σε νυκτερινό τμήμα της Εμπορικής Σχολής Πειραιά. Έπειτα φοίτησε σε σχολές Δημοσιογραφίας και Αγιογραφίας. Σε νεαρή ηλικία εγκατέλειψε τα εγκόσμια και εισήχθη στην ιστορική Ιερά Δεσποτική Μονή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου Κουβαράς, έχοντας ως συνασκητή του τον μετέπειτα αοίδιμο Μητροπολίτη Θηβών και Λεβαδείας Αβράμιο Μπαλτσάκη (+2005) και αργότερα χειροτονήθηκε Διάκονος και Ιερομόναχος υπό του τότε Άγιου Βρεσθένης και μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών Ματθαίου. Ο Μακαριστός Πρωθιεράρχης έλεγε ότι από την στιγμή που τον κάλεσε ο Άγιος Ματθαίος (ο αοίδιμος τιμούσε ιδιαίτερα τον Άγιο Ομολογητή Ματθαίο του οποίου υπήρξε και διάδοχος στον Αρχιεπισκοπικό Θρόνο) να ενταχθεί στο κλήρο, αισθανόταν μία φλόγα και αγάπη για την Εκκλησία του Χριστού, χωρίς να ενδιαφέρεται πλέον για τα εγκόσμια ακόμα και τους γονείς του. Τη Παρασκευή του Ακαθίστου 1958 χειροτονήθηκε, στο Ιερό Παρεκκλήσιο των Αγίων 99 Οσίων της Κρήτης, της Μονής της Μετανοίας του, Μητροπολίτης Μεσσηνίας υπό των Αγίων Αρχιερέων της Γνησίας Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος και του προέδρου της Ιεράς Συνόδου αοιδίμου Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κυρού Δημητρίου (+1976). Όταν έφτασε στην Μητρόπολη του, υπήρχε αναστάτωση λογω του δεκαετούς διωγμού των Ορθοδόξων. Ο ίδιος φυλακίστηκε και δικάστηκε αλλά εντέλει δικαιώθηκε πανηγυρικως. Φιλομοναχος αναδιοργάνωσε τα μοναστήρια και ίδρυσε νέα. Η μεγάλη του πιστη, η ασκητικοτητα και η επιμονή του στην διδασκαλία της πνευματικής ζωής των πιστών είχε ως αποτέλεσμα την πνευματική ακμή και πρόοδο της τοπικής Εκκλησίας της Μεσσηνίας. Το 2008 συμπλήρωσε 50 χρόνια θεοφιλούς ποιμαντορίας της Ιεράς Μητροπόλεως Μεσσηνίας, από τα οποία τα 15 ως Αρχιεπίσκοπος των Γ.Ο.Χ. Από το 1995 (μετά την απομάκρυνση του Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Ανδρέου (+2005) από τον Αποστολικό Θρόνο των Αθηνών λόγω της εμπλοκής του στο νεοεικονομαχικό σχίσμα) προήδρευε της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας των Γνησίων Ορθοδόξων Χριστιανών της Ελλάδος, ως Πρωθιεράρχης, και διατελούσε, Τοποτηρητής της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Ήταν και είναι ένα μεγάλο πνευματικό κεφάλαιο για την Εκκλησία του Χριστού καθώς σε μεγάλες και ιστορικές στιγμές για την Εκκλησία του Χριστού ήταν εκεί, στις χαρές και τις λύπες, κρατώντας ακέραιη και γνήσια την Ορθοδοξία, διατηρώντας, όσο το δυνατόν αλώβητη, την Εκκλησία του Χριστού από τα σκάνδαλα και τα σχίσματα του Διαβόλου, διασώζοντας την Γνήσια Αποστολική Διαδοχή της Εκκλησίας του Χριστού. Δείγμα της Ταπείνωσης που τον διέκρινε, η επί σειρά ετών άρνηση του για ανακήρυξη του ως
Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος γιατί «δεν ήθελε τιμές» όπως ταπεινά έλεγε. Δείγμα της Αγάπης του Μεσσηνιακού λαού η κάλυψη της προς Κύριον εκδημίας του από όλα τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης της Μεσσηνίας (και πανελλαδικά) και η προσέλευση όχι μόνο Ορθοδόξων Μεσσήνιων αλλά και Νεοημερολογιτών. Γνωστός υπήρξε για το μεγάλο του και ευρύ συυγγραφικό εργό (στα πλαίσια της κατήχησης των πιστών και της εσωτερικής Ιεραποστολής) καθώς και το εικονογραφικό του ταλέντο στην αγιογραφία. Υπήρξε απλός, ασκητικός και ταπεινός ως απλός μοναχός, τελώντας τα μοναχικά καθήκοντα παρά την γεροντική του ηλικία και τη βεβαρυμένη του υγεία. Οι  τελευταίες του λέξεις ήταν προς τον Διάκονο του η πνευματική του παρακαταθήκη: «ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ! ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ! ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ!» Υπηρξε όντως Αρχιερέας "εις τύπον καιρό τόπον Χριστού".